«Τα 2/3 της κυβέρνησης Παπανδρέου κορόιδευαν και καθυστερούσαν και η αξιωματική αντιπολίτευση επέλεξε να υψώσει το λάβαρο του αντιμνημονιακού αγώνα και αυτό δημιούργησε αντί για την ουσιαστική συζήτηση και μία σοβαρή εθνική προσπάθεια μεταρρυθμίσεων, να στηριζόμαστε για μεταρρυθμίσεις αποκλειστικά στην τρόικα», ανέφερε ο ο ευρωβουλευτής της Συμμαχίας των Φιλελευθέρων και Δημοκρατών για την Ευρώπη (ALDE), Θεόδωρος Σκυλακάκης.

Σχετικά με τις κινητοποιήσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς, ο ευρωβουλευτής προτείνει καθολική μυστική ψηφοφορία για τις απεργίες κοινής ωφέλειας, τονίζοντας ότι «η επιστράτευση δεν είναι μεταρρύθμιση» σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΙ 100.3.

«Η πρόταση μου είναι πολύ απλή. Πιστεύω ότι ειδικά σε αυτά τα μέσα και με την εμπειρία που έχει η Ελλάδα των πάρα πολλών απεργιών που ταλαιπωρούν το κοινωνικό σύνολο, θα πρέπει οι απεργίες να γίνονται με καθολική μυστική ψηφοφορία. Αν παρακολουθήσατε, οι απεργίες στο μετρό είχαν μία συμμετοχή 16, 17, 30 τοις εκατό. Δεν γίνεται λοιπόν να έχουμε με τόσο μικρή συμμετοχή απεργίες που να μπλοκάρουν ολόκληρο το σύστημα μιας πόλης η οποία είναι το 40% της χώρας», ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης.

Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, η θέση αυτή είναι και δημοκρατική ισχύει σε άλλες χώρες -υπήρχε μια μεγάλη διαμάχη στη Μ. Βρετανία προ πολλών ετών γι’ αυτό- και σε κάθε περίπτωση πιστεύω πως είναι μία μόνιμη μεταρρύθμιση γιατί καλώς ή κακώς η επιστράτευση δεν είναι μεταρρύθμιση. Είναι ένα μέτρο το οποίο γίνεται σε έκτακτες περιστάσεις, και οριακής νομιμότητας με βάση τις διεθνείς συμβάσεις. Οπότε πρέπει να βρούμε μια πραγματική μεταρρύθμιση στον χώρο αυτό και ταυτόχρονα όμως πρέπει να δούμε την αποκατάσταση του κύρους και την ενίσχυση του συνδικαλισμού στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή τη στιγμή έχουμε συνδικαλισμό αποκλειστικά στο δημόσιο και η πραγματική εργασιακή ζούγκλα είναι βεβαίως στον ιδιωτικό τομέα, όπου γίνονται πάρα πολύ σκληρά πράγματα για τους εργαζομένους και για το 1.5 εκατομμύριο σχεδόν ανέργους, οι οποίοι ψάχνουν απεγνωσμένα για δουλειά. Έχουμε λοιπόν ανάγκη για μία συνολική μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου του συνδικαλισμού.

Επίσης, ο ευρωβουλευτής ανέφερε στη συνέντευξή του:

• Πρέπει να ξαναρχίσουμε να συζητούμε ουσιαστικά σ’ αυτή τη χώρα
Πρέπει να ξαναρχίσουμε να συζητούμε ουσιαστικά σε αυτή τη χώρα. Τα τελευταία πολλά χρόνια δεν έγινε ποτέ πραγματική συζήτηση και να σας δώσω ένα παράδειγμα για το μετρό. Στο μετρό μειώθηκαν οι μισθοί και είναι σαφές πως έπρεπε να μειωθούν οι μισθοί γιατί ήταν παράλογοι. Μειώθηκαν όμως οι μισθοί το ίδιο για τους ανθρώπους που είχαν μπει κανονικά και έκαναν δύσκολες δουλειές και το ίδιο και για τα προεκλογικά ρουσφέτια υπουργών των κυβερνήσεων –κάποιοι είναι ακόμη υπουργοί- τα οποία μπήκαν την τελευταία στιγμή το 2009, το 2004 και πιο πριν. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε αυτή την διπλή γλώσσα, τη γλώσσα των εξαιρέσεων και ταυτόχρονα να λέμε δεν κάνουμε εξαιρέσεις. Πρέπει με ειλικρίνεια και το πολιτικό σύστημα και οι εργαζόμενοι να καθίσουν σε ένα τραπέζι σοβαρού διαλόγου.

• Αντί για σοβαρή εθνική προσπάθεια μεταρρυθμίσεων, στηριζόμαστε για μεταρρυθμίσεις αποκλειστικά στην τρόικα
. Και καταλήξαμε στη χώρα με τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές να αυξήσουμε και πάλι τους φόρους… Σήμερα ο πραγματικός κίνδυνος για το πρόγραμμα είναι η άρνηση των πολιτών να πληρώσουν φόρους…
[…] τα 2/3 της κυβέρνησης Παπανδρέου κορόιδευαν και καθυστερούσαν και η αξιωματική αντιπολίτευση επέλεξε να υψώσει το λάβαρο του αντιμνημονιακού αγώνα και αυτό δημιούργησε αντί για την ουσιαστική συζήτηση και μία σοβαρή εθνική προσπάθεια μεταρρυθμίσεων, να στηριζόμαστε για μεταρρυθμίσεις αποκλειστικά στην τρόικα. Η τρόικα υποχώρησε, κατά τη γνώμη μου, απαράδεκτα στα θέματα φορολογίας δηλαδή στη χώρα με τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές αυξήσαμε και άλλο τους φόρους με αποτέλεσμα να έχουμε πρόβλημα. Σήμερα, ο πραγματικός κίνδυνος για το πρόγραμμα είναι να αρνηθούν οι άνθρωποι να πληρώσουν φόρους, που πάρα πολλοί ήδη το κάνουν. Αυτό το σφάλμα πρέπει να το ανατάξουμε. Πρέπει να αρχίσουμε να συζητούμε ένα πρόγραμμα πραγματικών εθνικών μεταρρυθμίσεων χωρίς κραυγές, με σοβαρότητα, με διάλογο. Δε μπορεί να έχουμε 250.000 ανθρώπους στα συσσίτια για τους οποίους δε δίνει το κράτος ούτε ένα ευρώ και να γίνονται από την εκκλησία, τους δήμους και από ιδιώτες και να μην συζητάμε το πρόβλημα του κοινωνικού κράτους. Δε μπορεί για παράδειγμα όταν γίνεται τώρα η πληρωμή από τη δόση να προηγούνται τα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων και να μη δίνονται πίσω τα χρήματα στις επιχειρήσεις που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Πρέπει να κάνουμε τον σοβαρό διάλογο που πρέπει να βάλουμε τα χρήματα. Τα χρήματα στην Ελλάδα για πολλά χρόνια θα είναι πολύ λίγα διότι θα αρχίσουμε να γυρνάμε πίσω λεφτά. Από του χρόνου θα δίνουμε 5,8,10 δις ευρώ το χρόνο για τόκους και χρεολύσια και τα πράγματα θα είναι πολύ σκληρά σε σχέση με το που πάνε τα λίγα χρήματα που έχουμε.

• Για την περίπτωση μιας νέας περικοπής και διευθέτησης του ελληνικού χρέους
Είναι πραγματικό (το θέμα) και δυστυχώς δεν το συζητήσαμε στην προηγούμενη φάση με τρόπο αποτελεσματικό ακριβώς διότι δε μας είχαν εμπιστοσύνη λόγω όλων αυτών των μεταστροφών –τελευταίως στις μεταστροφές και ο κύριος Τσίπρας προσετέθη. Το πρόβλημα είναι όταν θα φτάσουμε εκεί αν η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε οξεία κρίση (να υπάρχει κίνδυνος δηλαδή να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις της) δε θα υπάρχει ισχυρό κίνητρο στους Γερμανούς και άλλους να πάνε και να πούνε ότι σας μειώνουμε κατά 30% ή 40% το χρέος, ποσοστό που είναι απαραίτητο για να γίνει βιώσιμο και θα πάμε σε μία «μικροπερικοπή» στα επιτόκια και λοιπά και αυτό κινδυνεύει να παγιδεύσει τη χώρα για μια αδιέξοδη δεκαετία, όχι προσθετής ύφεσης, αλλά στασιμότητας. Ξέρετε όταν θα φτάσουμε στο 1.5 εκατομμύριο ανέργους –γιατί εκεί πηγαίνουμε- μετά αναγκαστικά θα υπάρχει κάποιου είδους μικρή ανάκαμψη αλλά αυτό δε θα απορροφήσει τέτοια ανεργία. Χρειάζεται κάτι πολύ πιο δραστικό. Δραστική μείωση των φόρων, πραγματική αλλαγή στο κράτος και μια άλλη κουλτούρα συνεννόησης. Αυτό είναι που κυρίως μας λείπει.