Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, παραχώρησε μια ιδιαίτερη συνέντευξη στην εκπομπή «Στο Κέντρο» του ERTNews. Με αφορμή την παρουσίαση του λευκώματος φωτογραφιών του διεθνούς φήμης φωτογράφου Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ, η κ. Μενδώνη συζήτησε με τον δημοσιογράφο Γιώργο Κουβαρά από τον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, εστιάζοντας στις προκλήσεις και τις δυνατότητες που υπάρχουν για την προβολή της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς.
Μεταξύ άλλων, η υπουργός Πολιτισμού παρομοίωσε τους αρχαιολογικούς χώρους με ζωντανούς οργανισμούς που θέλουν φροντίδα και «λόγω της παλαιότητας τους έχουν ανάγκη και από περίθαλψη», χαρακτηρίζοντάς τους ως «μία αέναη δεξαμενή έμπνευσης για τους σύγχρονους δημιουργούς». Μιλώντας δε για τον Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ, είπε ότι «εξαιτίας του, έχουμε μια κιβωτό ιστορικών τεκμηρίων για τον αρχαιολογικό χώρο [των Δελφών], με τα μνημεία, με τους φύλακες, με τους ανθρώπους που την εποχή εκείνη βρίσκονται εδώ», κάτι για το οποίο του είμαστε «πραγματικά ευγνώμονες».
«Ο στόχος μας και μια βασική πολιτική μας είναι οι αρχαιολογικοί χώροι να ενταχθούν στην καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών. Να είναι συμπεριληπτικοί, να είναι προσβάσιμοι, να μεταδίδουν το συναίσθημα αλλά και τις αξίες τους στους συμπολίτες μας και φυσικά στους χιλιάδες επισκέπτες. Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλωστε αυτό το οποίο έλεγα πάντα, ακόμα και στα μαθήματα μου, είναι ότι οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μνημεία μας, είναι σαν τους ανθρώπους. Είναι ζωντανοί οργανισμοί, οι οποίοι θέλουν φροντίδα, θέλουν συναίσθημα, θέλουν τη σωστή προσέγγιση όπως την θέλει και ένας άνθρωπος και φυσικά λόγω της παλαιότητας τους έχουν ανάγκη και από περίθαλψη. Επομένως κάποια στιγμή, όταν γίνονται έργα μπαίνουν λίγο-πολύ στην εντατική ή σε μια πιο ήπια διαδικασία ανάρρωσης, προκειμένου μέσα στο πλαίσιο των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης να τα παραδώσουμε, ει δυνατόν σε καλύτερη κατάσταση από αυτή τα οποία τα παραλάβαμε», είπε χαρακτηριστικά η κ. Μενδώνη, απαντώντας σε ερώτηση για το κατά πόσο ζωντανοί είναι οι αρχαιολογικοί χώροι σήμερα.
Ερωτηθείσα αν οι Έλληνες έχουν βιωματική σχέση με τους αρχαιολογικούς χώρους, είπε ότι «όλα αυτά έχουν άμεση σχέση και με την οικογένεια από την οποία προέρχεται ο καθένας και από την παιδεία».
«Όμως, εάν κάνουμε στο τέλος της ημέρας τον απολογισμό, νομίζω ότι οι Έλληνες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την πολιτιστική τους κληρονομιά, αγαπούν την πολιτιστική τους κληρονομιά. Και όταν κανείς τους εμπιστευθεί, τότε την προστατεύουν. Γενικά πιστεύω απόλυτα, αυτό το λένε άλλωστε και οι διεθνείς συμβάσεις, αλλά το βλέπουμε… ότι ένας αρχαιολογικός χώρος, ένα μνημείο, προστατεύεται πολύ καλύτερα όταν η κοινωνία που το περιβάλλει, η εκάστοτε τοπική κοινωνία το αισθανθεί δικό της. Και το βλέπω αρκετά αυτό εδώ στους Δελφούς», υπογράμμισε η κ. Μενδώνη, εξηγώντας ότι γι’αυτόν το λόγο «φροντίζουμε στους αρχαιολογικούς μας χώρους πια να γίνονται όσο γίνεται περισσότερες εκδηλώσεις που συνδέουν το τότε με το σήμερα. Εκδηλώσεις οι οποίες σχετίζονται με την σύγχρονη καλλιτεχνική μας δημιουργία».
«Γιατί; Γιατί οι αρχαιολογικοί χώροι και η παράδοσή μας είναι μία αέναη δεξαμενή έμπνευσης για τους σύγχρονους δημιουργούς», τόνισε η υπουργός Πολιτισμού προσθέτοντας ότι «ένα σύγχρονο δρώμενο, έτσι όπως θα το δει ο καλλιτέχνης, πολλές φορές, βοηθάει και τον ειδικό επιστήμονα να ερμηνεύσει καλύτερα το χώρο. Επομένως είναι μία win win προσέγγιση και αυτό είναι πολιτική μας».
Αναφερόμενη στο θέμα των εκδηλώσεων στους αρχαιολογικούς χώρους, η κ. Μενδώνη σημείωσε ότι υπάρχουν δύο προσεγγίσεις στο θέμα: «Είναι πραγματικά άνθρωποι οι οποίοι είναι πάρα πολύ συντηρητικοί και θεωρούν ότι τα μνημεία πρέπει να μην τα χρησιμοποιούμε, να μην τα εντάσσουμε στην σύγχρονη δημιουργία, να μην τα εντάσσουμε στην καθημερινότητά μας. Νομίζω ότι αυτό έχει ξεπεραστεί από τα ίδια τα γεγονότα, από την ποιότητα την οποία δημιουργούν και το συναίσθημα που δημιουργούν αυτές οι εκδηλώσεις. Από την άλλη πλευρά, τα μνημεία χρειάζονται τον απαιτούμενο σεβασμό. Πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο. Και νομίζω ότι και οι διεθνείς συμβάσεις τις οποίες έχει υιοθετήσει η χώρα μας εδώ και αρκετά χρόνια, πρωτίστως η Σύμβαση της Βαλέτα, αλλά και ο αρχαιολογικός νόμος ο δικός μας, δίνει όλες αυτές τις διεξόδους πραγματικά με έναν υποδειγματικό τρόπο. Τα μνημεία πρέπει να τα χρησιμοποιούμε. Τα μνημεία πρέπει να είναι ζωντανά, να φιλοξενούν εκδηλώσεις, αλλά αυτά τα δρώμενα να είναι συμβατά με τις αξίες και τους συμβολισμούς που εκπέμπουν τα ίδια τα μνημεία».
Κληθείσα να πει τι θα έλεγε σε ένα νέο άνθρωπο που θα της εκμυστηρευόταν ότι θέλει να γίνει αρχαιολόγος, η κ. Μενδώνη ανέφερε ότι αυτό που θα του έλεγε είναι πως «εάν αγαπάει πραγματικά το παρελθόν, τις ρίζες, αυτό το οποίο μας συνδέει με το σήμερα, γιατί στην πραγματικότητα η πολιτιστική κληρονομιά μας συνδέει με το σήμερα, […] εάν θέλουμε να έχουμε ένα καλύτερο και βιώσιμο μέλλον, πρέπει να ξέρουμε την ιστορία, την παράδοσή μας, τους συμβολισμούς που εκπέμπουν τα μνημεία μας, τα ίδια τα τεκμήρια αυτά που βλέπουμε αυτή τη στιγμή. Και βεβαίως να μην ξεχνάμε ότι η προσφορά των αρχαιολόγων, της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας αλλά και γενικότερα του κλάδου είναι πάρα πολύ σημαντική στην ανάπτυξη, διότι ο πολιτισμός είναι άμεσα συνυφασμένος και συνδεδεμένος με την αναπτυξιακή προοπτική και δυναμική κάθε τοπικής κοινωνίας και εν τέλει της χώρας μας».
Μιλώντας για το θέμα της διαφήμισης του αθλητικού παπουτσιού πάνω από την Ακρόπολη, η υπουργός Πολιτισμού εξήγησε πως «η μήνυση ήταν επιβεβλημένη εξαιτίας της σαφούς παραβίασης του αρχαιολογικού νόμου» αλλά ότι η παράβαση δεν αφορούσε την Ακρόπολη αλλά το Ζάππειο.
«Το Ζάππειο, το οποίο είναι ένα μείζον νεώτερο μνημείο και το οποίο θα έπρεπε – η διοίκησή του στην ουσία – να ενημερώσει το υπουργείο Πολιτισμού. Το παπούτσι αυτό το αθλητικό βεβαίως δεν ήταν πάνω απ’ την Ακρόπολη, όμως οι φωτογραφίες οι οποίες διακινήθηκαν από κάποιους – και εδώ είναι ένα ζήτημα και για τους ίδιους – είναι αυτές οι οποίες προξένησαν την ηθική, αν θέλετε, βλάβη της Ακρόπολης», είπε η κ. Μενδώνη και διερωτήθηκε: «Αυτοί που διακίνησαν την εικόνα δεν έχουν καμία ευθύνη στο ηθικό επίπεδο;».
Όσον αφορά τον αριθμό των τουριστών, η υπουργός Πολιτισμού ανέφερε πως «δεν υπάρχουν πια ουρές από τουρίστες στην Ακρόπολη χάρη στις ζώνες επισκεψιμότητας».
«Όλο το ωράριο της επίσκεψης, από τις 8 το πρωί έως τις 8 το βράδυ, διαιρείται σε ζώνες ανά μια ώρα και ανάλογα με την ώρα και τη ζήτηση έχει ρυθμιστεί ένα ανώτατο επιπεδο ειδόσου επισκεπτών. […] Εδώ και έναν χρόνο, αυτό εφαρμόζεται σε όλους τους χώρους που έχουν μεγάλη επισκεψιμότητα».
Γνωστοποίησε επίσης πως το Παλιό Μουσείο της Ακρόπολης θα αποδοθεί στο τέλος του α’ εξαμήνου του 2026, ενώ για το έργο στο Τατόι ανέφερε ότι η πρώτη φάση θα ολοκληρωθεί το 2026.
«Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, […] Οι συζητήσεις με το Βρετανικό Μουσείο δεν είναι εύκολες. Προxωράμε καλά», ανέφερε τέλος η υπουργός προσθέτοντας ότι το ΥΠΠΟ υλοποιεί περισσότερα από 850 έργα συνολικού προϋπολογισμού 1,3 δισ. ευρώ.