Στη νομοθέτηση του «Πυλώνα II», ο οποίος προβλέπει ως ελάχιστο συντελεστή φορολόγησης το 15% για τις μεγάλες επιχειρήσεις και εναρμονίζει την Ελλάδα με τη διεθνή πρακτική, αναφέρθηκε μιλώντας στη Βουλή ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Χάρης Θεοχάρης. Όπως τόνισε, «σήμερα πρέπει όλοι μας να είμαστε χαρούμενοι. Όλοι θα έπρεπε να γιορτάζουμε. Διότι η νομοθέτηση του Πυλώνα II αποτελεί μια γιορτή για τη νίκη της πολιτικής επί της διεθνούς φοροδιαφυγής. Είναι ένα μέτρο που εισάγει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, δηλαδή μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, εκεί όπου απέτυχε η σοσιαλδημοκρατία».

Ο κ. Χάρης Θεοχάρης σχολίασε περαιτέρω ότι «η ουσία του ζητήματος είναι ότι ζούμε σε περιβάλλον πρωτόγνωρων διεθνών εντάσεων, με μεγα-κρίσεις. Ζούμε σε ένα κλίμα όπου όλες οι λύσεις έρχονται μέσα από τη συνεργασία των κρατών, καθώς όλα τα προβλήματα ξεπερνούν τις δυνατότητες κάθε μεμονωμένης χώρας. Ένα από αυτά τα προβλήματα είναι η διεθνής φοροδιαφυγή. Στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ η Ελλάδα ήταν πάρα πολύ ενεργή και γι’ αυτό πετύχαμε πολύ σημαντικά αποτελέσματα».

Όπως εξήγησε ο yφυπουργός, ο «Πυλώνας II» αποτελεί, εν μέρει, ένα παράδοξο, καθώς το ιδανικό θα ήταν να μην αποφέρει φορολογικά έσοδα: «Ούτε ένα ευρώ δεν πρέπει να εισπράξουμε χάρη στον Πυλώνα II. Διότι αν εμείς φορολογούμε με συντελεστή πάνω από το 15%, αυτό συνεπάγεται πως είμαστε σε καλύτερη μοίρα και δεν χρειαζόμαστε το ελάχιστο όριο του 15%. Αν δεν εισπράττουμε ούτε ένα ευρώ από το συγκεκριμένο φόρο, αυτό σημαίνει ότι εισπράττουμε περισσότερα από τους υπολοίπους φόρους».

Αναφορικά με τη γενικότερη εικόνα της ελληνικής οικονομίας και την ανάπτυξη, ο κ. Θεοχάρης επισήμανε πως «ο πληθωρισμός στη χώρα μας το 2023 ήταν κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το γεγονός αυτό συμβάλλει θετικά, μεταξύ άλλων, στην ανταγωνιστικότητα της χώρας μας, έναντι της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, αυξάνονται οι εξαγωγές σε υψηλής τεχνολογίας προϊόντα και υπηρεσίες -δηλαδή η λεγόμενη ‘νέα οικονομία’. Η οποία αυξάνεται με τριπλάσιο ρυθμό στην Ελλάδα από ό,τι στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, ενώ και η εγχώρια βιομηχανία προσελκύει κεφάλαια από το εξωτερικό, εξού και έχουμε άνοδο. Οι πραγματικές επενδύσεις σε απόλυτο αριθμό έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια κατά 40%. Η απόσταση που χώριζε την Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση μειώνεται αργά, αλλά σταθερά. Θέλουμε να κλείσει το επενδυτικό κενό».