Το εγκεφαλικό επεισόδιο εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις πιο σοβαρές απειλές για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Παρά τις δεκαετίες προόδου στην πρόληψη και στη θεραπεία, παραμένει στις πρώτες θέσεις των αιτιών θανάτου και αναπηρίας.

Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: τα τελευταία χρόνια τα περιστατικά αυξάνονται και πάλι, γεγονός που αποδίδεται στην άνοδο της παχυσαρκίας και των μεταβολικών νοσημάτων που τη συνοδεύουν. Ένας από τους πιο κρίσιμους παράγοντες που τροφοδοτούν τον κίνδυνο εγκεφαλικού είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη, η κατάσταση κατά την οποία το σώμα ανταποκρίνεται όλο και λιγότερο στην ινσουλίνη, οδηγώντας σε υπεργλυκαιμία και σε έναν φαύλο κύκλο φλεγμονής, βλάβης των αγγείων και, τελικά, αυξημένης πιθανότητας για καρδιαγγειακά επεισόδια.

Η στενή σύνδεση ανάμεσα στην αντίσταση στην ινσουλίνη, την παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο καθιστά το πρόβλημα ακόμη πιο πιεστικό. Με τα ποσοστά παχυσαρκίας να εκτοξεύονται διεθνώς, τα περιστατικά αντίστασης στην ινσουλίνη αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό, μεταφραζόμενα σε περισσότερα εγκεφαλικά και σε δυσκολότερη ανάρρωση για τους ασθενείς. Γι’ αυτό και οι ερευνητές διεθνώς αναζητούν νέους, πιο ακριβείς δείκτες που θα επιτρέπουν την έγκαιρη ανίχνευση του κινδύνου.

Ο νέος συνδυαστικός δείκτης Τα τελευταία χρόνια έχουν μελετηθεί μεμονωμένοι δείκτες, όπως ο δείκτης τριγλυκεριδίων-γλυκόζης (TyG), ο οποίος αποτελεί έναν απλό αλλά αξιόπιστο δείκτη της αντίστασης στην ινσουλίνη, και ο δείκτης μέσου προσαρμοσμένου στο βάρος (WWI), που αντανακλά την κεντρική παχυσαρκία και την κατανομή του λίπους. Και οι δύο έχουν συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού. Ωστόσο, πρόσφατα προτάθηκε ένας νέος συνδυαστικός δείκτης, ο TyG-WWI, που ενώνει τα δύο αυτά μέτρα και αξιοποιεί τέσσερις απλές μετρήσεις: τα τριγλυκερίδια, το σάκχαρο στο αίμα, το σωματικό βάρος και την περίμετρο μέσης.

Προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει ότι ο TyG-WWI μπορεί να προβλέψει τον κίνδυνο εγκεφαλικού σε άτομα με προδιαβήτη, αλλά δεν ήταν σαφές αν έχει προγνωστική αξία στον γενικό πληθυσμό. Μια νέα μεγάλη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Stroke and Cerebrovascular Diseases, έρχεται να απαντήσει ακριβώς σε αυτό το ερώτημα.

Το ερευνητικό πλαίσιο

Η μελέτη στηρίχθηκε στα δεδομένα της Εθνικής Έρευνας Εξέτασης Υγείας και Διατροφής (NHANES) στις ΗΠΑ, μιας έρευνας που διεξάγεται σε εθνικό επίπεδο και θεωρείται από τις πιο αξιόπιστες βάσεις δεδομένων για την υγεία. Η NHANES χρησιμοποιεί ειδική μέθοδο δειγματοληψίας ώστε τα αποτελέσματα να αντικατοπτρίζουν με ακρίβεια τον πληθυσμό της χώρας.

Για την ανάλυση αυτή αξιοποιήθηκαν στοιχεία που καλύπτουν σχεδόν δύο δεκαετίες, από το 1999 έως το 2018. Συνολικά 22.615 ενήλικες συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση. Από όλους ελήφθησαν δείγματα αίματος για τη μέτρηση σακχάρου και λιπιδίων, καθώς και σωματομετρικά δεδομένα, όπως βάρος και περίμετρος μέσης. Ταυτόχρονα καταγράφηκαν δημογραφικά στοιχεία (ηλικία, φύλο, εθνικότητα, εκπαίδευση, εισόδημα) αλλά και παθήσεις όπως ο διαβήτης, η υπέρταση και οι καρδιακές νόσοι. Με αυτά τα δεδομένα οι ερευνητές υπολόγισαν τον δείκτη TyG-WWI και τον συνέκριναν με το ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα

Η ανάλυση έδειξε μια ξεκάθαρη εικόνα: όσο αυξάνονταν οι τιμές του TyG-WWI, τόσο αυξανόταν και η πιθανότητα εγκεφαλικού. Στην απλή ανάλυση, χωρίς καμία προσαρμογή, οι υψηλότερες τιμές συνδέθηκαν κατά 65% με μεγαλύτερο κίνδυνο. Όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη την ηλικία και το φύλο, ο κίνδυνος μειώθηκε στο 24%, και αφού προσαρμόστηκαν όλοι οι παράγοντες, διατηρήθηκε στο 15%, ένα αποτέλεσμα που, αν και πιο ήπιο, παραμένει στατιστικά σημαντικό.

Για να είναι πιο σαφής η εικόνα, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες, ανάλογα με το εύρος των τιμών TyG-WWI. Σε σύγκριση με την ομάδα με τις χαμηλότερες τιμές, οι συμμετέχοντες με μεσαίες ή υψηλές τιμές είχαν 37% έως 38% υψηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικού. Αυτό αποδεικνύει ότι η σχέση είναι σταθερή και όχι τυχαία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η συσχέτιση ήταν πιο έντονη στους νεότερους ενήλικες και σε εκείνους που δεν είχαν στεφανιαία νόσο, γεγονός που δείχνει ότι ο δείκτης μπορεί να έχει μεγαλύτερη προγνωστική αξία σε πληθυσμούς όπου δεν υπάρχουν ήδη προφανείς καρδιαγγειακοί παράγοντες κινδύνου. Αντίθετα, στοιχεία όπως το φύλο, η εθνικότητα, οι συνήθειες καπνίσματος ή κατανάλωσης αλκοόλ και το επίπεδο εκπαίδευσης δεν επηρέασαν ουσιαστικά τη σχέση.

Περιορισμοί της έρευνας

Οι ίδιοι οι ερευνητές σπεύδουν να τονίσουν ότι η μελέτη έχει ορισμένους περιορισμούς. Καταρχάς, πρόκειται για μια εγκάρσια μελέτη: τα δεδομένα συλλέχθηκαν σε μια χρονική στιγμή και επομένως δεν μπορεί να αποδειχθεί αιτιώδης σχέση, δηλαδή ότι ο υψηλός TyG-WWI προκαλεί εγκεφαλικό. Για κάτι τέτοιο χρειάζονται προοπτικές μελέτες που θα παρακολουθούν τους συμμετέχοντες επί χρόνια. Επιπλέον, παρόλο που οι ερευνητές έλαβαν υπόψη πολλούς παράγοντες, δεν μπορεί να αποκλειστεί η ύπαρξη άγνωστων ή μη μετρημένων παραγόντων που επηρέασαν τα αποτελέσματα. Τέλος, επειδή η μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα από τον πληθυσμό των ΗΠΑ, δεν είναι βέβαιο ότι τα ευρήματα ισχύουν το ίδιο και σε άλλες χώρες ή εθνοτικές ομάδες.

Τι σημαίνει αυτό για την καθημερινή ζωή

Παρά τους περιορισμούς, τα συμπεράσματα έχουν σημαντικές πρακτικές προεκτάσεις. Ο δείκτης TyG-WWI μπορεί να λειτουργήσει ως ένα «εργαλείο πρώιμου συναγερμού», δίνοντας σε γιατρούς και ασθενείς μια πιο καθαρή εικόνα του μεταβολικού κινδύνου. Επειδή στηρίζεται σε απλές και ήδη διαθέσιμες μετρήσεις (λιπίδια, σάκχαρο, βάρος, μέση), μπορεί εύκολα να εφαρμοστεί στην κλινική πράξη.

Για τους γιατρούς, αυτό σημαίνει ότι μπορούν να εντοπίζουν νωρίτερα τους ασθενείς που κινδυνεύουν, ακόμα κι αν δεν έχουν εμφανίσει προειδοποιητικά σημάδια. Για το ευρύ κοινό, τα ευρήματα υπογραμμίζουν τη σημασία της διαχείρισης βάρους, της παρακολούθησης σακχάρου και λιπιδίων και της προσοχής σχετικά με την παχυσαρκία. Σε μια εποχή που η παχυσαρκία και οι μεταβολικές διαταραχές αυξάνονται, τέτοια εργαλεία μπορεί να κάνουν τη διαφορά στην πρόληψη και στη βελτίωση των ποσοστών ανάρρωσης μετά από εγκεφαλικό.

Η συζήτηση με έναν γιατρό, ο τακτικός εργαστηριακός έλεγχος, η σωματική δραστηριότητα και οι πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές παραμένουν οι πιο αξιόπιστοι τρόποι πρόληψης. Όπως υπογραμμίζουν οι ειδικοί, η έγκαιρη ανίχνευση και η παρέμβαση πριν εμφανιστούν συμπτώματα είναι το κλειδί.

Ένα βήμα πιο κοντά στην πρόληψη

Η μελέτη στο Journal of Stroke and Cerebrovascular Diseases αναδεικνύει τον TyG-WWI ως έναν πιθανό «σύμμαχο» στην προσπάθεια κατανόησης και πρόληψης του εγκεφαλικού. Αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να επιβεβαιωθεί η χρησιμότητά του σε διαφορετικούς πληθυσμούς και να τεκμηριωθεί με βεβαιότητα η αιτιώδης σχέση, τα δεδομένα δείχνουν ότι συνδυάζοντας τέσσερις καθημερινές μετρήσεις μπορούμε να αποκτήσουμε ένα ισχυρό προγνωστικό εργαλείο. Και αυτό, σε μια εποχή όπου οι μεταβολικές διαταραχές αυξάνονται με ανησυχητικό ρυθμό, μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην έγκαιρη πρόληψη και σε ένα καταστροφικό εγκεφαλικό.