Η ύπαρξη ορισμένων γονιδίων στο DNA ενός άνδρα παίζει ρόλο για το αν θα είναι ομοφυλόφιλος, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, που ταράζει και πάλι τα νερά, επαναφέροντας το επίμαχο ερώτημα σε ποιον βαθμό η ομοφυλοφιλία έχει βιολογική-γενετική βάση.

Η νέα μελέτη δείχνει ότι αν και τα γονίδια δεν αποτελούν αναγκαία και επαρκή συνθήκη για να γίνει ένας άνδρας ομοφυλόφιλος, παρόλα αυτά μπορούν να επηρεάσουν τον σεξουαλικό προσανατολισμό του. Έτσι, τα νέα ευρήματα είναι δυνατό να ερμηνευθούν με όποιον τρόπο «βολεύει» την κάθε πλευρά: είτε ότι όντως υπάρχει σημαντική γενετική επίδραση στο να γίνει κάποιος ομοφυλόφιλος, είτε ότι υπάρχει απλώς κάποια ακαθόριστη επίδραση, πράγμα που αφήνει μεγαλύτερο χώρο για άλλες παραμέτρους (την επίδραση του άμεσου περιβάλλοντος και της κοινωνίας γενικότερα, τις ελεύθερες σεξουαλικές προτιμήσεις του καθενός κ.α.).

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ψυχολόγο Μάικλ Μπέιλι του πανεπιστημίου Northwestern του Ιλινόις, μελέτησαν το DNA 400 ομοφυλόφιλων ανδρών και των δίδυμων αδελφών τους και βρήκαν ότι τα γονίδια σε τουλάχιστον δύο χρωμοσώματα επηρεάζουν το σεξουαλικό προσανατολισμό.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν δύο περιοχές, η Xq28 στο χρωμόσωμα Χ και άλλη μία στο χρωμόσωμα 8, που φαίνεται να ασκούν επίδραση στη σεξουαλική συμπεριφορά ενός άνδρα. Όμως οι επιστήμονες παραδέχτηκαν ότι δεν έχουν ιδέα ποια ακριβώς από τα πολλά γονίδια αυτών των δύο γενετικών περιοχών εμπλέκονται, ούτε μέσω ποιου ακριβώς μηχανισμού ασκούν την επίδρασή τους στον σεξουαλικό προσανατολισμό. Επίσης, δεν απέκλεισαν να υπάρχουν και άλλες περιοχές του DNA που να παίζουν ρόλο στον σεξουαλικό προσανατολισμό και οι οποίες δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί.

Τα νέα ευρήματα παρουσιάστηκαν σε ετήσιο επιστημονικό συνέδριο των ΗΠΑ, που διοργανώνει η Αμερικανική Ένωση για την Πρόοδο της Επιστήμης (AAAS), αλλά δεν έχουν ακόμα δημοσιευθεί επισήμως σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό. Φαίνεται πάντως να επιβεβαιώνουν μια παλαιότερη μικρότερη μελέτη του Ντιν Χάμερ, ερευνητή του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των ΗΠΑ, που είχε ξεσηκώσει αντιδράσεις το 1993, όταν αφού είχε μελετήσει τα οικογενειακά ιστορικά άνω των 100 ομοφυλόφιλων ανδρών, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ομοφυλοφιλία τείνει να είναι κληρονομική.

Υποστήριξε ότι πάνω από το 10% των αδελφών ομοφυλοφίλων, είναι και οι ίδιοι ομοφυλόφιλοι, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στο γενικό πληθυσμό είναι μόλις 3%. Ακόμα, οι θείοι και οι ξάδελφοι ενός ομοφυλόφιλου άνδρα (μόνο από την πλευρά της μητέρας του) έχουν πάνω από το μέσο όρο πιθανότητα να είναι κι αυτοί ομοφυλόφιλοι.

Όπως ήταν μάλλον αναμενόμενο, το συμπέρασμα του Ντιν Χάμερ περί κληρονομικότητας της ομοφυλοφιλίας προκάλεσε μεγάλο θόρυβο, καθώς μεταξύ άλλων, φαινόταν να ανοίγει το δρόμο για την ανάπτυξη ενός προγεννητικού τεστ σεξουαλικού προσανατολισμού του εμβρύου. Ο ίδιος ερευνητής είχε καταδικάσει κάθε τέτοιο τεστ ως «λανθασμένο, ανήθικο και τρομερή κατάχρηση της επιστημονικής έρευνας», μεταδίδει το ΑΜΠΕ.

Η νέα γενετική έρευνα αναμένεται να αναζωπυρώσει αυτήν τη διαμάχη. Πάντως ο Μάικλ Μπέιλι εκτίμησε ότι το γονίδιο ή τα γονίδια που βρίσκονται στην περιοχή Xq28 του χρωμοσώματος Χ, έχουν σχετικά περιορισμένη επίδραση στον σεξουαλικό προσανατολισμό, καθώς, όπως είπε, η μελέτη του έδειξε ότι δεν κληρονομούν όλοι οι ομοφυλόφιλοι την ίδια γενετική περιοχή. Συνεπώς, τόνισε, τα γονίδια αυτά από μόνα τους δεν είναι αρκετά, ούτε απαραίτητα, για να κάνουν κάποιον ομοφυλόφιλο.

Ο αμερικανός ερευνητής επισήμανε πως πέρα από τα γονίδια, άλλοι παράγοντες παίζουν ακόμα μεγαλύτερο ρόλο, όπως το επίπεδο των ορμονών στις οποίες εκτίθεται το έμβρυο στη μήτρα της εγκύου μητέρας του. Από την άλλη όμως, τόνισε ότι η ομοφυλοφιλία δεν είναι θέμα επιλογής: «Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν έχει να κάνει καθόλου με την επιλογή. Βρήκαμε στοιχεία ότι δύο γενετικές περιοχές επηρεάζουν αν ένας άνδρας θα είναι ομοφυλόφιλος ή ετεροφυλόφιλος. Όμως δεν υπάρχει πλήρης γενετικός προκαθορισμός. Υπάρχουν ασφαλώς άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες που εμπλέκονται».

Ο αναπληρωτής καθηγητής ψυχιατρικής του πανεπιστημίου Northwestern Άλαν Σάντερς, συνεργάτης του Μάικλ Μπέιλι, δήλωσε ότι «αποτελεί υπεραπλούστευση, όταν οι άνθρωποι λένε ότι υπάρχει ένα γονίδιο ομοφυλοφιλίας. Υπάρχει πάνω από ένα γονίδιο και, επιπλέον, η γενετική δεν αποτελεί όλη την ιστορία». Γι’ αυτό, πρόσθεσε ο ψυχολόγος του Northwestern, «ακόμα κι αν μια μέρα πράγματι υπάρξει ένα προγεννητικό τεστ για το σεξουαλικό προσανατολισμό ενός άνδρα, αυτό δεν θα ήταν πολύ ακριβές, καθώς άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα».

Πέρυσι, μια καναδική μελέτη βρήκε ότι όσο μεγαλύτερης ηλικίας αδέλφια έχει ένας άνδρας, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να είναι ο ίδιος ομοφυλόφιλος. Αυτό πιθανώς οφείλεται στο ότι σε κάθε επόμενο παιδί που γεννά μια γυναίκα, αυξάνεται η πιθανότητα -λόγω των δικών της ορμονικών αντιδράσεων- να αναπτυχθούν θηλυκά χαρακτηριστικά στον εγκέφαλο του εμβρύου.

Από την άλλη, δεν έχουν βρεθεί -έως τώρα τουλάχιστον- γονίδια που να αυξάνουν την πιθανότητα της γυναικείας ομοφυλοφιλίας.