Οι επιστήμονες των ερευνητικών κέντρων της χώρας μας έχουν αναπτύξει μια σειρά από εργαλεία και υπηρεσίες για την πρόγνωση και την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, αλλά το ελληνικό κράτος και οι φορείς του δεν έχουν ακόμη βρει ένα συντονισμένο και συστηματικό τρόπο να αξιοποιούν αυτά τα χρήσιμα στοιχεία.

Αυτό είναι το κεντρικό μήνυμα ημερίδας που διοργάνωσαν σήμερα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) πολλοί ερευνητικοί φορείς (Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών-ΕΑΑ, ΕΙΕ, Ακαδημία Αθηνών, Δημόκριτος, Ινστιτούτο Παστέρ, ΕΛΚΕΘΕ, ΕΚ Αθηνά, ΕΚΚΕ, Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας).

Ο πρόεδρος του ΕΑΑ καθηγητής Μανώλης Πλειώνης, που είχε την πρωτοβουλία της εκδήλωσης, επεσήμανε ότι «είναι καιρός πολιτεία και ερευνητικά κέντρα να μάθουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται».

Τόνισε, ότι «δυστυχώς τα επόμενα χρόνια θα βιώσουμε περισσότερα έντονα φαινόμενα και πρέπει να συντονιστούμε για την αντιμετώπιση τους». Όπως είπε, στα εγχώρια ερευνητικά κέντρα πραγματοποιείται έρευνα αιχμής, που έχει οδηγήσει σε νέα εργαλεία και υπηρεσίες ικανά να βοηθήσουν την πολιτεία στις φυσικές καταστροφές.

Σε δηλώσεις του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρόεδρος του ΕΑΑ ανέφερε ότι «έχουμε διαπιστώσει την διαχρονική αδυναμία η κεντρική διοίκηση να αξιοποιήσει πλήρως την μετουσιωμένη σε υπηρεσίες και εργαλεία καινοτόμο έρευνα που διεξάγεται στα εθνικά ερευνητικά κέντρα.

Παρόλη την δεδηλωμένη θέληση της πολιτείας και των εκπρόσωπων της και τις σημαντικές αλλά αποσπασματικές συνεργασίες που έχουν ήδη αναπτυχθεί, με ιδιαίτερα επιτυχημένες αυτή με τη Πυροσβεστική Υπηρεσία, την Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση».

Πρόσθεσε ότι «η αναγκαιότητα διαμόρφωσης ενός αποτελεσματικού εθνικού σχεδίου πολιτικής προστασίας για τους φυσικούς και ανθρωπογενείς κινδύνους αλλά και για την κλιματική αλλαγή, είναι επιτακτική. Απαιτεί δράσεις συντονισμού και συνεργείων, και σε επίπεδο επιχειρησιακής συν-ευθύνης, μεταξύ των δημόσιων ερευνητικών φορέων και των φορέων Πολιτικής Προστασίας, αλλά και των φορέων εκπόνησης και διαμόρφωσης των πολιτικών. Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, με τεχνογνωσία στην παρακολούθηση και καταγραφή των σεισμολογικών, κλιματικών, ατμοσφαιρικών, περιβαλλοντικών και ιονοσφαιρικών παραμέτρων στη χώρα μας, θα έπρεπε να είναι ο καθ’ ύλην επιστημονικός συνομιλητής της Πολιτείας σε θέματα που άπτονται μιας μεγάλης γκάμας έντονων φυσικών φαινομένων και φυσικών καταστροφών».

Την Πέμπτη το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών κλήθηκε να παρουσιάσει στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής τις καινοτόμες υπηρεσίες και εργαλεία που έχει αναπτύξει σχετικά με την πρόγνωση (όπου είναι δυνατό), τον εντοπισμό, την παρακολούθηση, τη μελέτη και τη διαχείριση των φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών.

Ο πρόεδρος της επιτροπής, βουλευτής Κορινθίας Νίκος Ταγαράς, μιλώντας στην ημερίδα, ανέφερε ότι η Πολιτεία έχει την υποχρέωση και την ευθύνη να αξιοποιήσει αυτά που παράγουν τα ερευνητικά κέντρα, αναγνωρίζοντας ότι δεν έχουν ακόμη αξιοποιηθεί σε αποτελεσματικό βαθμό. Επεσήμανε επίσης ότι είναι σε εξέλιξη η δημιουργία ενός σχετικού συντονιστικού οργάνου.

Δυσοίωνη εκτίμηση Χρήστου Ζερεφού

Ο ακαδημαϊκός-καθηγητής Χρήστος Ζερεφός αποκάλυψε ότι, σύμφωνα με νέες επικαιροποιημένες επιστημονικές εκτιμήσεις που ακόμη δεν έχουν δημοσιευθεί, πολύ δύσκολα η άνοδος της θερμοκρασίας στην Ελλάδα θα περιορισθεί έως το τέλος του αιώνα μας κάτω από τους τρεις βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας -χωρίς να είναι η μόνη στον κόσμο- δεν θα καταφέρει να τηρήσει τη συμφωνία του Παρισιού για τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας στον ενάμισι έως δύο το πολύ βαθμούς έως το 2100.

Όπως είπε, το κόστος της κλιματικής αλλαγής για τη χώρα μας έως το 2100 θα είναι περίπου διπλάσιο από το εξωτερικό χρέος της (πάνω από 700 δισεκατομμύρια ευρώ). Αναφερόμενος γενικότερα, είπε ότι «είναι ακριβό το χόμπι του πετρελαίου και των ορυκτών καυσίμων», επεσήμανε ότι τα τελευταία 60 χρόνια έχει αυξηθεί κατά 100 φορές περίπου το κόστος των ζημιών από φυσικές καταστροφές παγκοσμίως και προέβλεψε ότι η ένταση των φαινομένων θα μεγαλώσει στο μέλλον. Πρόσθεσε ότι λόγω της ανθρώπινης απληστίας, της άναρχης ανάπτυξης και των διαφόρων παρανομιών, ιδίως στην Ελλάδα, «το ακραίο φυσικό φαινόμενο γίνεται ακόμη πιο ακραίο, με συνέπεια τις τραγωδίες».

Ο διευθυντής ερευνών του ΕΑΑ και υπεύθυνος της μετεωρολογικής υπηρεσίας meteo Κώστας Λαγουβάρδος, αναφερόμενος στις δύο μεγάλες πρόσφατες τραγωδίες, τις πλημμύρες στη Μάνδρα και την πυρκαγιά στο Μάτι, ανέφερε ότι για την πρώτη υπήρχε πολύ κακή προγνωσιμότητα, ενώ αντίθετα για τη δεύτερη πολύ καλή. Τόνισε την ανάγκη να υπάρξει ένα πιο πυκνό δίκτυο μετεωρολογικών σταθμών και ραντάρ στην Αττική και ευρύτερα στην ελληνική επικράτεια.

Ο εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΣ) Φοίβος Θεοδώρου, προϊστάμενος της διεύθυνσης σχεδιασμού και αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών, διαβεβαίωσε ότι η ΓΓΠΣ είναι πρόθυμη να υιοθετήσει κάθε καινοτομία που εξυπηρετεί την αποστολή της, ότι είναι ανοικτή σε οποιοδήποτε νέο εργαλείο και ότι προσβλέπει σε πιο δυναμική αξιοποίηση της τεχνολογίας, σε στενότερη συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα.