Μια μεταμεσονύχτια συζήτηση, λόγω της διαφοράς ώρας, με τη διακεκριμένη δημοσιογράφο του «Κήρυκα» και συγγραφέα πολλών επιτυχημένων βιβλίων,  Κατερίνα Πλουμιδάκη εκτός του ότι σε «ταξιδεύει» μέχρι το μακρινό Μαϊάμι, σου δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς για το τι μπορεί να πάθεις από τη μια στιγμη στην άλλη, ενώ ταυτόχρονα σε γεμίζει αισιοδοξία για το γεγονός οτι όλα κάποτε περνούν με θετική σκέψη και ταυτόχρονα δίψα για τη ζωή. 

Η περιπέτεια της υγείας της που κρατά ακόμη μέχρι και σήμερα, τα 17 χειρουργεία που έχει κάνει μέσα σε τέσσερα χρόνια, το ότι ζει στο Μαϊάμι και μόλις φέτος έκανε το πρώτο μπάνιο μετά από τέσσερα χρόνια, φοβούμενη παράλληλα αν ακόμη μπορεί να επιπλεύσει στο νερό έρχονται σε αντιπαράθεση με τα βιβλία της, δέκα σε αριθμό, τις πολυάριθμες συνεντεύξεις που έχει πάρει από προσωπικότητες τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό, τους λίγους και κάλους φίλους της που συναντά τα καλοκαίρια στην Ελλάδα και φυσικά το πείσμα για ζωή που χάριν αυτού, βοηθήθηκε ώστε να ξεπεράσει όπως λέει  και η ίδια «ως σαν ρομπότ» τα δύσκολα τέσσερα χρόνια που πέρασαν και άφησαν το στίγμα τους.

Λίγο πριν μπει για άλλη μια φορά στο χειρουργείο την Πέμπτη η Κατερίνα Πλουμιδάκη μίλησε στο Newsbeast για όλα. Οι σημειώσεις κατά την διάρκεια της αφήγησης κρατήθηκαν ευλαβικά και χωρίς να αλλαχθεί τίποτε. Έξαλλου όπως λέει και ο Νομπελίστας συγγραφέας Σωλ Μπέλοου «ποτέ δεν χρειάζεται να αλλάξεις τίποτε σε κάτι που σηκώθηκες στη μέση της νύχτας για να γράψεις!»

Ο «Γολγοθάς» της περιπέτειας της υγείας σου και το «σήμερα» της Κατερίνας Πλουμιδάκη

Το «σήμερα» είναι τέσσερα χρόνια αργότερα, γιατί είναι από τον Ιούλιο του ’21 αυτή η ιστορία, με δεκαεπτά χειρουργεία που έχω κάνει ήδη. Αυτή την Πέμπτη πάλι έχω χειρουργείο στην Άτλαντα γιατί εκεί είναι ο γιατρός μου που ασχολείται με την επανορθωτική χειρουργική, κάτι το οποίο χρειάζομαι εγώ. Μάλιστα θεωρείται ως νούμερο ένα στον κόσμο.

Κάθε μήνα με δίμηνο κάνω χειρουργεία μια και αυτό εξαρτάται από την ανάρρωσή μου. Τα χειρουργεία θα σταματήσουν όταν αποκτήσω και πάλι «λειτουργικότητα» γιατί εμφανισιακά είμαι εκατό φορές καλύτερα από ότι είμαι λειτουργικά. Ακόμη δεν μπορώ να γελάσω, να μειδιάσω, να κλάψω, δεν ανοίγει το στόμα πλάγια, δεν μπορώ να φάω μεγάλη μπουκιά. Βέβαια μετά τη ζημιά που έπαθα για εννέα μήνες έτρωγα με το καλαμάκι. Όποτε από αυτό το στάδιο σταδιακά πήγα στο να τρώω με πλαστικό μαχαιροπίρουνο αρχικά γιατί καρφωνόμουν και δυο χρόνια αργότερα με κανονικό μαχαιροπίρουνο. Έτσι στα τέσσερα χρόνια έχω προοδεύσει υπερβολικά και λειτουργικά αλλά ακόμη έχουν μείνει πολύ βασικά λειτουργικά. Δεν μπορώ για παράδειγμα να φιλήσω. Το τελικό χειρουργείο θα γίνει το ’27. Ο γιατρός μου στην Ατλάντα μου είπε τον Φεβρουάριο πως θέλω δυο χρόνια ακόμη για τη λειτουργικότητα, οπότε σύνολο έξι χρόνια. Ο λόγος είναι ότι το στόμα δεν ανοίγει πλάγια, γιατί μετά τη ζημιά, η μύτη πήγε και «κόλλησε» σε λάθος σημείο ενώ έχει καλυφτεί και κομμάτι του δέρματος στο εν λόγω σημείο. Άρα το τελικό χειρουργείο θα γίνει προκειμένου να αποκολλήσουμε τη μύτη, να ελευθερωθεί το χείλος που πρέπει να «κατέβει» σε αντίθεση με τώρα που έχει «ανέβει».

Και κάτι άλλο, δεν μπορώ να πιω νερό απευθείας από μπουκάλι ή ποτήρι και γενικά με το φαγητό έχω μια δυσκολία να φάω μεγαλύτερη μπουκιά, καθώς όπως είναι το χείλος μου τώρα το μεσαίο κομμάτι μου είναι το μέσα χείλος (το ούλο) γιατί η ουλή τραβάει το στόμα προς τα πάνω και τη μύτη προς τα κάτω. Το κομμάτι αυτό του ούλου που τα τέσσερα αυτά χρόνια είναι εξωτερικά, έχει μήκος δύο εκατοστά και ενοχλεί γιατί είναι πολύ μαλακό και αν πάω να πιω νερό θα πάρει το σχήμα του ποτηριού. Γιατί αυτό το κομμάτι φυσιολογικά είναι μέσα, μια και είναι το ούλο.

Σε γενικές γραμμές σήμερα έχω επιλέξει όλη αυτή την ιστορία να την αφήσω πίσω μου για δύο λόγους: κατάλαβα ότι είτε θα πάθω αυτοάνοσο ή θα βγάλω καρκίνο από όλη αυτή την στεναχώρια που πέρασα και περνάω. Οπότε για να σώσω τον εαυτό μου όλο αυτό το «κομμάτι» το έχω αφήσει πίσω μου και κοιτάω μπροστά με θετική σκέψη και ενέργεια και προπαντός γαϊδουρινή υπομονή, ας μου επιτραπεί η λέξη.

Αυτό κάνω τόσα χρόνια -από την πρώτη μέρα- για να μπορέσω να γίνω καλά. Και ευχαριστώ το Θεό, τον οποίο έβαλα μέσα μου για να αντλώ συνεχή δύναμη. Αρχικά τον επικαλούσα όλη μέρα για να μπορέσω να θελήσω να ζήσω. Πράγμα που αρχικά δεν ήθελα. Η πίστη μου με βοήθησε σε όλη αυτή τη διαδρομή τρομακτικά καθώς από το μηδέν (το μέσα του ούλου μού είχε μείνει για πρόσωπο σε όλη την περιοχή του άνω χείλους ως τη μύτη) που έφτασε το πρόσωπό μου, σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα είμαι αξιοπρεπής.

Φαντάζομαι ότι όλη αυτή η περιπέτεια της υγείας σου έχει ανακόψει και την επαγγελματική σου πορεία;

Εννοείται! Αλλά το δούλεψα. Επειδή κάνω συνεντεύξεις και δεν μπορούσα να δω κανέναν live τι έκανα: όταν δεν είχα πρόσωπο, δηλαδή το 21 και εν μέρει το 22 φορούσα μάσκα προσποιούμενη ότι φοβόμουν τόσο τον Covid. Όταν όμως η πανδημία τέλειωσε και η μάσκα δεν ήταν υποχρεωτική εδώ στο Μαϊάμι που ο καιρός είναι καλός όλο το χρόνο, είναι τα πάντα ανοιχτά και τα εστιατόρια είναι έξω μια και πάντα έχει καλό καιρό, εγώ εξακολουθούσα να φοράω μάσκα παριστάνοντας ότι φοβάμαι ακόμα τον Covid για να αποτρέψω να φρικάρει το σύμπαν γύρω μου. Γιατί ήμουν αυτό που βλέπεις στις ταινίες τρόμου και δυσκολεύεσαι να κοιμηθείς το βράδυ.

Στην Ελλάδα όταν ήρθα το Μάιο του ’22 κρυβόμουν από όλους, εκτός από ελάχιστους φίλους που γνώριζαν τι είχε συμβεί. Είχα φθάσει στο σημείο να οδηγώ με μάσκα καθώς σκεπτόμουν πως θα «πέσω» πάνω σε κάνα φανάρι σε κάποιο γνωστό και θα με δουν να λείπει κομμάτι του προσώπου μου. Δεν ήθελα να με δουν σε τέτοια χάλια! Έκρυψα λοιπόν αυτή την παραμόρφωση έντεχνα με τη μάσκα…

Όταν οι συνεντεύξεις ήταν από κοντά έβαζα πάλι τη μάσκα, όταν τις έκανα από το τηλέφωνο, είτε με FaceTime είτε με Zoom και δεν ήθελα οι συνεντευξιαζόμενοι να δουν το πρόσωπό μου πήγαινα σε κάποιο εξωτερικό χώρο και φόραγα ξανά τη μάσκα προσποιούμενη ότι φοβόμουν την πανδημία. Γιατί δεν σταμάτησα ποτέ να εργάζομαι για τον «Εθνικό Κήρυκα» και «The National Herald». Ακόμη και όταν είχα κυριολεκτικά «μηδέν πρόσωπο» όπως λέω. Πού το έβρισκα το κουράγιο τότε;! Απλά η δουλειά με έκανε να σκέφτομαι και κάτι άλλο εκτός από την παραμόρφωσή μου. Μου έκανε καλό. Και όταν πάλι ήμουν σπίτι και έκανα συνέντευξη από εκεί, έβαζα κάποιο μεγάλο Hansaplast για να δείχνει ότι είναι κάτι παροδικό που μου έχει συμβεί. Έτσι και ο κόσμος από διακριτικότητα δε ρώταγε. Όταν περπατούσα έξω όμως χωρίς μάσκα σταμάταγαν και με κοίταζαν όλοι και μάλιστα ερχόντουσαν πολύ κοντά, γιατί δυστυχώς όπως λέει και η ψυχολογία όταν το μάτι δεν καταλαβαίνει τι βλέπει κολλάει για να αντιληφθεί.

Αυτό φαντάζομαι πως επηρέασε πολύ και την οικογένεια σου, τον άντρα σου, τα συγγενικά σου πρόσωπα…

Εννοείται! Οι γονείς μου δεν ζουν και ευτυχώς το γλύτωσαν γιατί πιστεύω ότι αυτό θα ήταν η χαριστική βολή. Οι γονείς μου αν ζούσαν θα ήταν στα ενενήντα, θα ήταν λοιπόν η χαριστική βολή για να «φύγουν». Ο άνδρας μου, ο Θοδωρής, το έζησε αλλά δεν του επέτρεψα αρχικά να με δει. Η ζημιά έγινε Ιούλιο και του Θοδωρή του επέτρεψα να έρθει στο Μαϊάμι δυο μήνες μετά. Δεν με είδε όπως είχε γίνει το πρόσωπο μου αρχικά. Ο λόγος που το έκανα αυτό ήταν γιατί φοβόμουν μήπως πάθει ανακοπή μόλις με έβλεπε. Του απαγόρευσα λοιπόν να έρθει και του είπα πως θα βρεθούμε από κοντά μόλις κλείσει η τρύπα…

Ο Γιάννης Ραχωβίτσας και ο Γιώργος Τσούκαλης, σε ανύποπτο χρόνο, σε διαφορετική ημέρα, μου είπαν όταν τους είδα στην Αθήνα και οι δυο τα ίδια λόγια, όταν τους έδειξα σε φωτογραφία τη ζημιά το 2022. Είχα εμφανιστεί χωρίς μάσκα σε αυτούς και τους είχα πει τι ακριβώς μου είχε συμβεί. Μου είπαν λοιπόν και οι δυο πως μόνο σε πτώματα έχουν δει τέτοια ζημιά!

Κεφάλαιο συγγραφή. Μίλησέ μας για τα βιβλία σου.

Έχω γράψει τρία ελληνικά βιβλία και επτά αγγλικά βιβλία. Τα πέντε από τα αγγλικά είναι βιογραφίες και τα δύο νουβέλες. Τα ελληνικά βιβλία είναι μόνο τρία για έναν και μόνο λόγο: οι Έλληνες δεν διαβάζουν! Καλά εγώ διαβάζω, γι’ αυτό μπορώ και γράφω, αλλά οι Έλληνες δεν διαβάζουν! Με αποκαρδιώνει το γεγονός και για το λόγο αυτό δεν γράφω βιβλία για το ελληνικό αγοραστικό κοινό που εκτός του ότι είναι μικρό δεν έχει και την νοοτροπία του διαβάσματος. Ούτε ακόμη και την περίοδο της πανδημίας. Εκείνη την περίοδο ανέβηκε το Netflix αλλά δεν ανέβηκε το διάβασμα. Ίσα-ίσα κατέβηκε. Αυτός είναι και ο λόγος που έχω γράψει λίγα ελληνικά βιβλία. Το άλλο είδος που υπηρετώ, τις βιογραφίες, που αφορούν ανθρώπους που ήρθαν στην Αμερική και έφθασαν στην κορυφή, αυτά τα βιβλία είναι προσωπικά γι’ αυτούς και αυτοί θα τα διαθέσουν στην αγορά με όποιον τρόπο θέλουν. Εγώ απλά θα γράψω το βιβλίο και εκείνοι θα αποφασίσουν τι θα κάνουν με αυτό.

Το πρώτο μου βιβλίο λέγεται «Πάλι Χώρισα», εκδόθηκε το 2005 και προφανώς αφορά σχέσεις. Πήγε και πάει πολύ καλά, έγιναν πολλές επανεκδόσεις, ξεκίνησα με τον Σιδέρη, μετά πήγα στους Μοντέρνους Καιρούς και τέλος στη Χάρτινη Πόλη.

Το δεύτερο βιβλίο μου που αφορά κι αυτό σχέσεις λέγεται «Άντρες έχουμε… γυναίκες ψάχνουμε» εκδόθηκε το 2014 από την Χάρτινη Πόλη.

Το τρίτο μου βιβλίο «Δανεικός Χρόνος» εκδόθηκε το 2016 από την Χάρτινη Πόλη και μετέπειτα τον Λιβάνη. Βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και τον δανεικό χρόνο που ζούμε όλοι…

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σε ρωτήσω αν ως συγγραφέας επιλέγεις να ασχολείσαι με τις βιογραφίες ή με τα μυθιστορήματα;!

Καταπληκτική ερώτηση! Προτιμάω τις νουβέλες. Όταν γράφω μια βιογραφία γράφω πολύ συγκεκριμένα για τη ζωή κάποιου άλλου. Αυτό μου αρέσει γιατί εμβαθύνω στις ζωές τους. Καθώς διαβάζω μια ζωή βιογραφίες αναγνωρίζω πολλά κοινά σημεία του οποιουδήποτε με τη δική μου ζωή, ταυτίζομαι. Όλοι έχουμε κοινά «κομμάτια» της ζωής μας με άλλους. Προτιμώ όμως να γράφω τα δικά μου βιβλία και τη δική μου ιστορία από τη φαντασία μου γιατί: αφήνω το μυαλό μου να τρέχει απεριόριστα καθώς πλάθω από το μηδέν μια ιστορία που είναι όλη φανταστική. Παράλληλα όμως μου δίνει τη δυνατότητα -επειδή διαβάζω βιβλία αυτοβοήθειας από τα δεκαοχτώ μου χρόνια- να περνάω τα μηνύματα αυτοβοήθειας που θέλω μέσα στα βιβλία μου, μέσα από τις ιστορίες μου.

Οι ήρωες των βιβλίων μου ναι μεν είναι φανταστικοί αλλά οι σκέψεις της όποιας ψυχολόγου/«έξυπνης φίλης» που τους ακούει και τους συμβουλεύει είναι όλα αυτά που έχω εγώ διαβάσει στο πέρασμα των χρόνων. Άρα μπορώ και περνάω ένα σωρό μηνύματα βοήθειας/αισιοδοξίας στους αναγνώστες μέσα από τη φανταστική ιστορία του κάθε βιβλίου.

Πώς έχεις συνδυάσει τη συγγραφή με ένα επάγγελμα, τη δημοσιογραφία που είναι τρομερά απαιτητικό και σε θέλει «στις επάλξεις» κάθε μέρα;

Πήγα τον Μάιο του 2019 στον ιδιοκτήτη του «Εθνικού Κήρυκα», τον Αντώνη Διαματάρη, που τόσο εκείνος όσο και η σύζυγός του, είχαν διαβάσει τα βιβλία μου. Είμαστε οικογενειακοί φίλοι και του είπα ότι θα ήθελα να ξεκινήσω να γράφω στον «Εθνικό Κήρυκα» και μου είπε «ναι» χωρίς να με ελέγξει γιατί όπως μου είπε «έχω διαβάσει τα βιβλία σου και ξέρω τον τρόπο γραφής σου!».

Δεν πέρασα κανένα τεστ, και επειδή του άρεσε ο τρόπος γραφής μου, ξεκίνησα να κάνω αυτό που κάνω μέχρι και σήμερα, και αφορά συνεντεύξεις ανθρώπων επιτυχημένων. Γιατί εγώ στην εφημερίδα ασχολούμαι με τις συνεντεύξεις και κάνω ελάχιστο ρεπορτάζ. Άλλωστε εμένα πάντα μου άρεσαν οι ερωτήσεις και προέκταση αυτού είναι οι συνεντεύξεις. Μου δίνει ζωή αυτό κυριολεκτικά!

Αν σου ζητούσα να επιλέξεις μεταξύ Μαϊάμι, Λονδίνου και Νέας Υόρκης για να εργάζεσαι και να ζεις τι θα μου επέλεγες;

Νέα Υόρκη, με δεύτερο το Λονδίνο και τρίτο το Μαϊάμι. Το Μαϊάμι είναι πανέμορφο, έχει εκπληκτική φυσική ομορφιά, έχει καλοκαίρι όλο το χρόνο, είναι φανταστικό με μια λέξη, ωστόσο είμαι εδώ καθώς τα βλαστοκύτταρα που κάνω όλα αυτά τα χρόνια ενδιάμεσα στα χειρουργεία, βρίσκονται εδώ όπως και ο γιατρός γι’ αυτά. Οπότε ο κύριος λόγος που είμαι εδώ είναι αυτός. Όχι φυσικά ότι με χαλάει αλλά για δουλειά και ζωή με τα βιβλία και τη συγγραφή επιλέγω τα άλλα δύο γιατί είναι μητροπόλεις. Ο άλλος λόγος είναι πως το Μαϊάμι θυμίζει μια μόνιμη ζωή σε ελληνικό νησί το καλοκαίρι. Εγώ επειδή έχω μάθει στην Αθήνα τέσσερις εποχές δεν μου αρέσει μόνο η εποχή της ζέστης. Όποτε και σαν τρόπος ζωής και σαν νοοτροπία στη δική μου ζωή και εργασία είναι η Νέα Υόρκη και μετά το Λονδίνο.

Ετοιμάζεις κάποιο καινούργιο ελληνικό βιβλίο;

Ναι, ετοιμάζω καιρό κάτι, αλλά το έχω αφήσει στο περιθώριο, γιατί με έχει απογοητεύσει η ελληνική νοοτροπία του ότι ο Έλληνας δεν διαβάζει. Έχω γράψει τα τρία τέταρτα εδώ και χρόνια και δεν έχω κάτσει να το τελειώσω γι’ αυτό και μόνο το λόγο. Όπως καταλαβαίνεις η συγγραφή ενός βιβλίου συνιστά ότι για έξι μήνες περίπου αποκόβομαι από την κοινωνία. Εγώ γράφω δέκα το βράδυ με δέκα το πρωί, δεν μπορώ να γράψω μέρα, οπότε είναι κατανοητό και το τι κόπος, χρόνος, και θυσίες πολλές φορές χρειάζονται για να ολοκληρωθεί ένα βιβλίο.

Ωστόσο το τελευταίο μου ελληνικό βιβλίο που τιτλοφορείται «Δανεικός Χρόνος» ενώ γράφτηκε με αφορμή μια άλλη περιπέτεια υγείας που είχα στο παρελθόν σήμερα φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ, μετά από όλα όσα ζω τα τελευταία χρόνια, με την υγεία μου.

Η επαφή με την τηλεόραση και το ραδιόφωνο

Στην τηλεόραση ως ηθοποιός έπαιξα σε παραγωγές της Λιάνας Πατέρα που είναι και καλή μου φίλη, μικρούς ρόλους, απλά και μόνο για την εμπειρία και φυσικά το διασκέδασα. Από την άλλη είχα παρουσιάσει τις ειδήσεις στα αγγλικά στο κανάλι «Seven X» που ανήκε στις επιχειρήσεις της οικογένειας Κουλουκουντή και ταυτόχρονα παρουσίαζα και τις ειδήσεις στα αγγλικά στο ραδιόφωνο του «Seven X», τον «Cool Fm».

Αυτό είναι απόρροια του ότι μου αρέσει πολύ το live. Μου άρεσε να έχω το φόβο ότι είμαι ζωντανά και ότι δεν επιτρέπεται να κάνω κάποια γκάφα. Να φανταστείς ότι κάθε φορά που έχω βγει σε κανάλι στην Ελλάδα για να μιλήσω για τα βιβλία αλλά και για οτιδήποτε άλλο, ακόμη και στο ραδιόφωνο, φεύγω από τον σταθμό και έχω μια εγρήγορση, μια ενέργεια, που είναι σαν να έχω τρέξει μαραθώνιο και νιώθω την ντοπαμίνη σε όλο μου το σώμα. Δεν υπάρχει αυτό το συναίσθημα. Μου αρέσει ιδιαίτερα αυτό το «σπινάρισμα» το τρελό.

Έχεις ποτέ βρεθεί αντιμέτωπη με έναν δύσκολο στη συμπεριφορά, συνεντευξιαζόμενο ή δημοσιογράφο, όλα αυτά τα χρόνια;

Μια και αν με ρωτήσουν ένα απαντώ δέκα, έχω δει σε λίγες συνεντεύξεις ότι ευτυχώς που είμαι έτσι αλλιώς καήκαμε! Αν δεν έλεγα και τα δέκα θα ψαχνόμασταν. Αυτό το έχω παρατηρήσει αλλά όχι συχνά. Από την άλλη, να με έχουν φέρει εμένα σε δύσκολη θέση, όχι, κανένας, ποτέ, δεν μπορώ να πω ότι ένιωσα άσχημα. Τα τελευταία μάλιστα τέσσερα χρόνια με την περιπέτεια της υγείας μου μπορεί να με έχουν ρωτήσει πράγματα χωρίς να ξέρουν τι επιτρέπεται να πω και τι όχι, αλλά δεν γνωρίζουν και ούτε το κάνουν ηθελημένα. Μάλιστα εγώ εκεί απαντώ «περασμένα ξεχασμένα προχωράμε μπροστά». Γενικά μπορώ να πω ότι όλοι οι δημοσιογράφοι ανεξαιρέτως μου έχουν φερθεί άψογα.

Θα ήθελα να μου αναφέρεις τρεις Έλληνες που ξεχωρίζεις από τις συνεντεύξεις σου.

103 θα σου πω!

Στις συνεντεύξεις μου στην Ελλάδα, θα ήθελα να πω ότι πρωταρχικά με εντυπωσίασε η αείμνηστη Μαριάννα Βαρδινογιάννη, η γυναίκα με τη βαθιά ενσυναίσθηση και ανθρωπιά. Όχι μόνο μου έστειλε στο Μαϊάμι δύο χειρόγραφα πολύ θερμά ευχαριστήρια μηνύματα για τις δύο συνεντεύξεις που κάναμε αλλά και τρία coffee table books με το έργο της. Ένας άνθρωπος που δεν προσπαθεί να λάμψει — απλώς φωτίζει.

Ο Δημήτρης Πορφύριος, ο οποίος λόγω του μεγαλειώδους έργου του τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία η οποία αποτύπωσε τη μορφή του σε ελληνικό γραμματόσημο πρόσφατα. Με συγκίνησαν τα λόγια εκτίμησης και οι ευχαριστίες του όπως και το ότι ενώ πνίγεται έκατσε και διάβασε με ενδιαφέρον τα βιβλία μου που του αφιέρωσα και μου είπε αναλυτικά τα εγκάρδια σχόλια του. Η ευγένειά του δεν είναι προσποιητή, είναι τρόπος ύπαρξης.

Ο Δρ. Παναγιώτης Μπεχράκης, ο πνευμονολόγος, καθηγητής, ακαδημαϊκός, που μου έγραψε δύο εξαιρετικές συστατικές επιστολές με την ποιότητα που τον διακατέχει, με γενναιοδωρία λόγου, και παράλληλα ήταν ένθερμος και αναλυτικός ομιλητής στην παρουσίαση του βιβλίο μου «Δανεικός Χρόνος» το 2023. Είμαι ευγνώμων που τον γνωρίζω.

Ο ιατροδικαστής, Νικόλαος Καρακούκης, που διακρίνεται για την ακεραιότητά του και την καλλιέργεια ψυχής, που ακόμα με ευχαριστεί για μια συνέντευξη που εγώ πρώτη τον ευχαριστώ!

Η πρέσβειρα του Ελληνικού αθλητισμού, πανελληνιονίκης και βαλκανιονίκης ελληνίδα μαραθωνοδρόμος μας που έτρεξε το Φειδιππίδειο, Μαρία Πολύζου, που ενώ εγώ την θαυμάζω μου λέει συνέχεια πόσο εκείνη με θαυμάζει!

Ο πρέσβης της φλόγας του Μαραθωνίου δρόμου που την θεσμοθέτησε, Σπύρος Ζαγάρης, που μου έγραψε ένα ζεστό, ενθαρρυντικό ευχαριστήριο μήνυμα που μόνο ένας άνθρωπος με λεπτότητα, με καλοσύνη και ευγένεια ψυχής θα μπορούσε να γράψει.

Ο αείμνηστος Μίμης Πλέσσας και η εξαίρετη γυναίκα του, Λουκίλα Καρρέρ, που οι συνεντεύξεις τους και το ήθος τους με τιμούν.

Και θα αναφέρω και συναδελφικά μόνο έναν δημοσιογράφο, τον Γιώργο Λιάγκα, που με καλεί κάθε χρόνο στην εκπομπή του να μιλήσουμε για την περιπέτεια υγείας μου και με αντιμετωπίζει με σεβασμό, κατανόηση, διακριτικότητα και ευαισθησία.

Πες μου τρεις Ελληνοαμερικάνους που ξεχώρισαν οι συνεντεύξεις που σου έδωσαν.

Πάλι 103 είναι, αλλά θα αναφέρω μόνο τρεις.

Ο καθηγητής του Στάνφορντ, Γιάννης Ιωαννίδης, ευρείας διεθνούς αναγνώρισης, επιστήμονας και συγγραφέας, από τους ιατρικούς ερευνητές με τις περισσότερες αναφορές που κάνει την Ελλάδα υπερήφανη που τον έχει.

Ο αείμνηστος, Peter Tiboris, διακεκριμένος Αμερικανός παραγωγός συναυλιών, μουσικός διευθυντής και μαέστρος στο Carnegie Hall και στο Lincoln Center, τιμή της Ελλάδας.

Και ο Michael Zervos, που μόλις κατέκτησε το Γκίνες κάνοντας το γύρο του κόσμου στο γρηγορότερο χρόνο και μου μίλησε με εγκράτεια, απλότητα και ταπεινότητα.

Πώς χαλαρώνει η Κατερίνα Πλουμιδάκη και πώς περνά τον ελεύθερο χρόνο της, όταν αυτός υπάρχει;

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια μου δίδαξαν, ενώ το διάβαζα μια ολόκληρη ζωή σε βιβλία αυτοβοήθειας, ότι η ζωή είναι λεπτά και στιγμές. Χωρίς να ξέρεις αν θα ζήσεις την επόμενη ώρα. Και δεν ξέρεις και σε τι κατάσταση θα ζεις αν ζεις. Η ζωή είναι αυτό το δευτερόλεπτο και ότι ζεις μέσα σε αυτό και στο τώρα.

Οπότε επειδή το κατάλαβα αυτό για δεύτερη φορά, μετά και την πρώτη περιπέτεια που είχα με την υγεία μου, αποτυπώθηκε πολύ καλά μέσα μου και πήρα την απόφαση να ζω την κάθε στιγμή στο έπακρο. Ακόμη και όταν είχα φρικτούς περιορισμούς με το πρόσωπό μου, φρόντιζα να παρέχω το μάξιμουμ της ευτυχίας στον εαυτό μου με τα πράγματα που επιτρέπονταν.

Ζω στο Μαϊάμι, μια ηλιόλουστη πόλη όλο το χρόνο, όμως εγώ δεν μπορώ να εκτεθώ στον ήλιο γιατί η ουλή στον ήλιο είναι καρκίνος. Φρόντιζα και φροντίζω λοιπόν ό,τι μου επιτρέπεται να το γεύομαι στο έπακρο. Εκτός από το να διαβάζω και να γράφω πάω σινεμά, κάνω μεγάλους περιπάτους καθώς η περιοχή είναι ευλογημένη από πλευράς καιρικών συνθηκών αλλά και της φύσης τριγύρω. Η φύση λοιπόν αυτή σε ανεβάζει ψυχικά όπως και η θάλασσα που στην περίπτωση τη δική μου απαγορευόταν μέχρι πριν λίγες μέρες.

Η φύση είναι αυτή, που μου δίνει ευτυχία, μου δίνει ενέργεια και φροντίζω να την τραβάω. Τώρα μάλιστα που επιτρέπεται να μπω στη θάλασσα έκανα και το πρώτο μου μπάνιο πριν μια εβδομάδα. Είχα να μπω στη θάλασσα από το 2019 και θα σου πω κάτι: δεν ήξερα αν επιπλέω! Μπήκα σε μια πισίνα και μέσα στο μυαλό μου είχα τη σκέψη αν τελικά θα επιπλεύσω, παρόλο που λογικά δεν υπήρχε περίπτωση να μην. Απλά δεν είχα συνηθίσει ως Ελληνίδα να κάνω έξι χρόνια ρεπό από τη θάλασσα! Κάνοντας λοιπόν το πρώτο μου μπάνιο ένιωσα μια απίστευτη ευδαιμονία καθώς ως Ελληνίδα η θάλασσα είναι και θα είναι η προέκταση του χεριού μου.

Εκεί λοιπόν κατάλαβα ότι κάνοντας σιγά-σιγά όλα εκείνα που έχω στερηθεί τα τελευταία χρόνια, κατανοώ ταυτόχρονα πόσα μου έχουν λείψει αλλά από την άλλη δεν αφήνω τον εαυτό μου να συνειδητοποιεί ότι του έχουν λείψει. Έχω γίνει ένα καταπληκτικό ρομπότ που ξέρει τι να μην θυμάται… Και αυτό συμβάλλει καθοριστικά στην ευτυχία μου καθώς δεν σκέφτομαι καν όλα αυτά που δεν μπορώ να κάνω (και είναι πολλά ακόμα) άρα σαν επέκταση δε μου λείπουν!

Ποια είναι τα συναισθήματά σου κάθε φορά που γυρνάς στην Ελλάδα;

Καταρχάς η μεγαλύτερη χαρά είναι η οικογένεια και οι καλοί φίλοι όταν επιστρέφω στην Ελλάδα. Που έχω να τους δω όλους ένα χρόνο μια και έρχομαι μόνο ετησίως λόγω χειρουργείων. Δεν αισθάνομαι ωστόσο την έλλειψή τους καθώς μιλάω συνεχώς στο τηλέφωνο μαζί τους. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια έχω επιλέξει λίγους και καλούς φίλους γύρω μου. Σίγουρα όμως το να βρεθείς από κοντά είναι η μεγαλύτερη χαρά και το καλό με τους λίγους και καλούς που έχω είναι ότι μιλάμε ακατάπαυστα, και μιλάμε για τα πάντα, καθώς πλέον οι φιλίες που έχω κρατήσει είναι αυτές των παλιών ετών.

Η Ελλάδα εκτός του ότι είναι η χώρα μου, αν και γεννήθηκα στο Λονδίνο, παρέχει το κεφάλαιο φίλοι! Φυσικά δεν ξέρω ποιον να πρωτοδώ καθώς μπορεί να είναι λίγοι και καλοί αλλά δεν θέλω να τους δω μόνο μια φορά. Όποτε ο μήνας που έρχομαι ουσιαστικά δεν μου φτάνει. Αλλά θα γυρίσουμε στην Ελλάδα! Μόλις πρώτα ο Θεός τελειώσουν τα χειρουργεία που μας κρατούν εδώ. Είναι η επιθυμία μας.