Με μια πρώτη ματιά, θα μπορούσε να θεωρηθεί ευλογία για τους καταναλωτές. Για τους οικονομολόγους, όμως, πρόκειται για εφιάλτη. Για μια ανίατη ασθένεια, εναντίον της οποίας η Ιαπωνία μάχεται εδώ και είκοσι χρόνια.

Το φαινόμενο που ανησυχεί όλο τον κόσμο, περιλαμβανομένου του διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, έχει όνομα. Λέγεται αποπληθωρισμός. Προς το παρόν περιορίζεται σε μια ανησυχία. Όπως γράφει όμως η Λιμπερασιόν, οι περισσότεροι ειδικοί είναι κάθετοι: «Οι κίνδυνοι που απορρέουν από τη γενικευμένη μείωση των τιμών στην ευρωζώνη είναι πλέον μεγαλύτεροι από τους πληθωριστικούς κινδύνους».

Σύμφωνα με τη Eurostat, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη γνώρισε τον Απρίλιο μια θεαματική πτώση, για να σταθεροποιηθεί σε ετήσια βάση στο 1,2%. Το φρένο δεν ήταν ποτέ ως τώρα τόσο δυνατό. Μόλις πριν από ένα χρόνο, ο πληθωρισμός κινούνταν στο 2%, ενώ το 2008 ήταν 4%.

Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσίευσε χθες το γαλλικό Παρατηρητήριο των οικονομικών συγκυριών, πολλοί παράγοντες εξηγούν αυτή την αιφνίδια επιβράδυνση της ανόδου των τιμών. «Η πολιτική της δημοσιονομικής λιτότητας που εφαρμόστηκε ταυτοχρόνως στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης επιδείνωσε την ύφεση», τονίζει ο γάλλος οικονομολόγος Ξαβιέ Τεμπό. «Σήμερα, η πολιτική αυτή εμπεριέχει τον σπόρο του αποπληθωρισμού».

Για τη μείωση των τιμών ευθύνονται κυρίως οι καταναλωτές που έχασαν τη δουλειά τους και είδαν τα πορτοφόλια τους να αδειάζουν. Απέναντι στη μείωση της ζήτησης, οι επιχειρήσεις διαπιστώνουν ότι μειώθηκαν και τα έσοδά τους. Προσπαθούν έτσι να μειώσουν το κόστος τους, καταργώντας θέσεις εργασίας. Παράλληλα, αποφεύγουν τις παραγωγικές επενδύσεις για λόγους ασφαλείας.

Η Ευρώπη δεν έχει εισέλθει ακόμη σε αυτόν τον φαύλο κύκλο. Πολλοί ειδικοί όμως αναρωτιούνται κατά πόσον αυτή η επιβράδυνση του πληθωρισμού αποτελεί το προοίμιο ενός αποπληθωριστικού επεισοδίου. Στην περίπτωση αυτή, θα μπορούσε στη σημερινή ύφεση να προστεθεί και μια υποχώρηση των τιμών με πολύ αρνητικές επιπτώσεις. Γιατί στην περίπτωση του αποπληθωρισμού, η συμπεριφορά των νοικοκυριών ή των επιχειρήσεων είναι γνωστή: αναβάλλουν τις αγορές τους και τις επενδύσεις τους περιμένοντας περαιτέρω μείωση των τιμών. Κι αυτό ενέχει τον κίνδυνο να σταματήσει, και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάθε οικονομική δραστηριότητα.

«Στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ελλάδα, ακόμη και στην Ιρλανδία, αυτό που βλέπουμε είναι ουσιαστικά ένας αποπληθωρισμός των μισθών», επισημαίνει ο Τεμπό. «Μόνο στην Ισπανία, τα εισοδήματα των μισθωτών μειώθηκαν πέρυσι κατά 8%, κάτι πρωτοφανές, ενώ ο πληθωρισμός παραμένει θετικός».

Ορισμένοι εκφράζουν την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι αυτή η μείωση των εισοδημάτων συμβάλλει στην αποκατάσταση του εμπορικού ισοζυγίου της Ισπανίας. Άλλοι όμως επισημαίνουν πως όταν σημειώνεται ταυτόχρονη μείωση των μισθών και των τιμών, το κακό είναι διπλό. «Η Ισπανία βρίσκεται σήμερα σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση», λέει ο Μπενζαμέν Κοριά, καθηγητής στο Paris-XII. «Όταν μειώνεται το κόστος, μειώνονται όπως είναι φυσικό και οι τιμές. Θεωρητικά, το εγχείρημα θα μπορούσε να είναι ουδέτερο. Στην πραγματικότητα όμως, ανοίγει τον δρόμο στον φαύλο κύκλο του αποπληθωρισμού».

Στην Ισπανία, προσθέτει ο Ξαβιέ Τεμπό, τα χρέη των νοικοκυριών αυξάνονται όταν μειώνονται τα εισοδήματα. «Με τον αποπληθωρισμό των μισθών, το φορτίο του χρέους αυτομάτως αυξάνεται». Ενισχύεται έτσι ο κίνδυνος να χρεοκοπήσουν τα χρεωμένα νοικοκυριά και να πληγεί ακόμη περισσότερο ο τραπεζικός τομέας.

Για το γαλλικό Παρατηρητήριο Οικονομικών Συγκυριών, αυτός ο αποπληθωρισμός των μισθών στην Ισπανία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία ή την Ιρλανδία μπορεί να πλήξει και χώρες όπως η Γαλλία ή η Ιταλία. Με ποιον τρόπο; Με τον ανταγωνισμό του μισθολογικού αποπληθωρισμού. Όπως συνέβη με τη Renault στη Γαλλία, πολλές επιχειρήσεις έχουν ανακοινώσει ότι θα μετεγκατασταθούν στην Ισπανία ή την Ιρλανδία, όπου οι μισθοί μειώνονται συνεχώς. «Αν, για να απαντήσουν σε αυτή την απειλή, η Ιταλία και η Γαλλία ακολουθήσουν κι εκείνες ένα μισθολογικό αποπληθωρισμό, η Ισπανία θα χάσει γρήγορα το μικρό ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα», λέει ο Τεμπό.

Ο Μάριο Ντράγκι έχει δίκιο λοιπόν όταν επαναλαμβάνει συνεχώς ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η πτώση των τιμών σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης…