Το γεγονός ότι η χώρα μας διανύει βαθιά στεγαστική κρίση αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή. Το σύνολο των δεικτών της Eurostat κατατάσσουν την Ελλάδα πρωταθλήτρια στο κόστος στέγασης για τουλάχιστον 6 συναπτά έτη στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε. Έτσι, αναδεικνύεται η άμεση ανάγκη υιοθέτησης ενός ολοκληρωμένου σχεδίου στεγαστικής πολιτικής που θα περιλαμβάνει άμεσα μέτρα αναχαίτισης του κόστους στέγασης.

Μέτρα που θα αφορούν τόσο τους ιδιοκτήτες – δανειολήπτες που λόγω της ραγδαίας αύξησης των επιτοκίων, η μηνιαία δόση του στεγαστικού τους δανείου αυξήθηκε ακόμη και κατά 30%, όσο και τους ενοικιαστές που στα μεγάλα αστικά κέντρα, το κόστος στέγασης αγγίζει το σύνολο ενός καλού μισθού αν αφορά κατοικία κατάλληλη για οικογένεια και το 60%-70% του μισθού αν αφορά ακίνητο κατάλληλο για εργένηδες ή/και φοιτητές. Παράλληλα, πρόσφατη έρευνα καταγραφεί ότι το 76,9% των ενοικιαστών, εφόσον πληρώσουν τα έξοδα του σπιτιού, κάνει περικοπές στα βασικά αγαθά ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους.

Οι Έλληνες σύμφωνα με την Eurostat είχαν το πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα (9.520 ευρώ) το 2022 στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Βουλγαρία, τη Σλοβακία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία, τη στιγμή που το 26,3% των Ελλήνων βρίσκεται στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Αξίζει να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με έρευνα της ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οικονομική κατάσταση της πλειονότητας των νοικοκυριών επιδεινώθηκε σημαντικά το 2023 εξαιτίας των ανατιμήσεων. Το 30,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε, με τον μέσο όρο της μείωσης στο 24,7%. Για το 60,6% των νοικοκυριών το εισόδημα δεν επαρκεί και αναγκάζεται να περιορίζει τις δαπάνες του. Επτά στα 10 νοικοκυριά επηρεάζεται σημαντικά από τις αυξήσεις στα τρόφιμα. Στο σύνολο των νοικοκυριών το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 ημέρες, ενώ για τα νοικοκυριά των οποίων το εισόδημα τελειώνει πριν από το τέλος του μήνα (60,7%), αυτό επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες. Σημειώνεται, επίσης, αύξηση κατά 9,1 μονάδες των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας. Οι καθυστερήσεις σε λογαριασμούς στεγαστικών δανείων, ενοικίων ή υπηρεσιών κοινής ωφελείας είναι μια άλλη ένδειξη ότι το κόστος στέγασης μπορεί να είναι πολύ υψηλό.

Παρά το γεγονός ότι οι τιμές και τα ενοίκια των κατοικιών αυξήθηκαν κατά την περίοδο 2010-2022, το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας στην ΕΕ μειώθηκε από 12,4% το 2010 σε 9,2% το 2022. Τα ποσοστά μειώθηκαν σε 22 κράτη μέλη και αυξήθηκαν σε 5.

Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του πανελλαδικού δικτύου E-Real Estates

Σύμφωνα με την Eurostat, στην Ελλάδα το 45,5% των ατόμων ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας, που αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο των 29 χωρών της Ε.Ε., όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 9,2%. Δηλαδή, περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας μας ζει σε νοικοκυριά που έχουν καθυστερήσεις σε έξοδα που είναι άμεσα σχετιζόμενα με τη στέγαση. Παράλληλα, αξίζει να αναφέρουμε ότι η αύξηση κατά 9,1 μονάδων σε σχέση με το 2021 (36,4%) αντιστοιχεί σε περίπου 910.000 περισσότερα άτομα. Στη λίστα με τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά για το 2022, ακολουθεί η Βουλγαρία (19,9%), η Ρουμανία (18,4%), η Κροατία (15,7%). Το μικρότερο ποσοστό καταγράφεται στην Τσεχία (2,7%), Ολλανδία (2,9%), Βέλγιο (4,2%) και Αυστρία (4,7%). Αν δεν υπάρξουν άμεσα μέτρα στήριξης, αναμένουμε ραγδαία αύξηση του ποσοστού.

Άμεση η ανάγκη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου στεγαστικής πολιτικής

Στη χώρα μας ο πληθωρισμός στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, η αύξηση του κόστους κατασκευής που πιέζει αυξητικά τις τιμές πώλησης, η αύξηση των επιτοκίων στεγαστικών δανείων, η ραγδαία αύξηση των ενοικίων, το κόστος ενέργειας και γενικότερα η αύξηση του κόστους διαβίωσης, συρρικνώνει τα διαθέσιμα εισοδήματα.

Απαιτείται να λάβουμε σοβαρά υπόψη και να κατανοήσουμε ότι το προσαυξημένο κόστος στέγασης δεν αφορά πλέον αποκλειστικά τα κατώτερα οικονομικά στρώματα που βρίσκονται κοντά στον κίνδυνο φτώχειας ή/τα ευάλωτα οικονομικά νοικοκυριά ή μόνο τους νέους ηλικιακά, πλήττει και άτομα των οποίων τα εισοδήματα είναι, αφενός υψηλότερα, αφετέρου όμως πολύ χαμηλά για να μπορούν να στεγαστούν υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής αγοράς.

  • Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του πανελλαδικού δικτύου E-Real Estates