Η κυβέρνηση σχεδιάζει παρεμβάσεις στα κλιμάκια και τους συντελεστές του ΕΝΦΙΑ για να αντισταθμίσει η και να εξουδετερώσει πλήρης τις επιβαρύνσεις που φέρνει η αύξηση των αντικειμενικών τιμών από την 1η Ιανουαρίου του 2022 στους ιδιοκτήτες με ακίνητα χαμηλής και μεσαίας αξίας.

Γράφει ο Κώστας Αντωνάκος*

Είναι ευκαιρία να επανεξετάσει από μηδενική βάση τον ΕΝΦΙΑ και να μην περιοριστεί σε χειρουργικές επεμβάσεις και «ευκαιριακά μπαλώματα» καθώς το μέγα ζητούμενο είναι η δικαιότερη κατανομή των βαρών στη φορολογία της ακίνητης περιουσίας.

Το σημερινό καθεστώς για τον ΕΝΦΙΑ είναι «λογιστικά» προοδευτικό αφού ο φόρος αυξάνεται όσο αυξάνεται και η τιμή ζώνης αλλά στη πραγματικότητα είναι στρεβλό και ισοπεδωτικό προκαλώντας ανισότητες και αδικίες.

Το ύψος του ΕΝΦΙΑ προσδιορίζεται κατά βάση από την επιφάνεια και τη γεωγραφική θέση του ακινήτου χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ούτε η εισοδηματική, περιουσιακή και οικογενειακή κατάσταση του φορολογούμενου ούτε το είδος του ακινήτου, αν είναι δηλαδή πρώτη κατοικία, δευτερεύουσα η εξοχική.

Επιπρόσθετα ακίνητα ιδίου μεγέθους και ποιότητας κατασκευής ανεξάρτητα από τη χρήση τους έχουν διαφορετική φορολογική επιβάρυνση μόνο και μόνο γιατί βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές.

Το να κατέχει κάποιος ένα ακίνητο σε ακριβή περιοχή σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά κριτήριο για την φοροδοτική ικανότητα και το οικονομικό του προφίλ.

Γιατί μόνιμοι κάτοικοι τουριστικών και παραθαλάσσιων περιοχών να πληρώνουν για τη κύρια κατοικία τον ίδιο φόρο με κάποιον που έχει εξοχικό;

Μία ακριβή κατοικία μπορεί να αποκτήθηκε με κληρονομιά η γονική παροχή. Μπορεί να αγοράστηκε σε μία περίοδο που ο φορολογούμενους είχε υψηλά εισοδήματα αλλά στη συνέχεια άλλαξε ραγδαία η οικονομική του κατάσταση η βγήκε στη σύνταξη.

Είναι πολλές οι περιπτώσεις τραπεζικού δανεισμού για την αγορά ακινήτου με τις τοκοχρεολυτικές δόσεις να «τρώνε» σημαντικό μέρος του εισοδήματος των νοικοκυριών

Τις στρεβλώσεις, τις αυθαιρεσίες και τις αδικίες του ΕΝΦΙΑ αποκαλύπτει έρευνα της «διαΝέοσις». Το πρώτο και βασικό συμπέρασμα είναι ότι η διαφοροποίηση της φορολογικής επιβάρυνσης ανά περιοχή δεν εξασφαλίζει την προοδευτικότητα του ΕΝΦΙΑ σε σχέση με την αξία των ακινήτων. Κι αυτό γιατί ο φόρος ως ποσοστό της αξίας των ακινήτων είναι υψηλότερος στα ακίνητα που βρίσκονται στις «φτηνές» περιοχές, στις οποίες κατοικούν κατά τεκμήριο χαμηλής οικονομικής επιφάνειας νοικοκυριά. Για παράδειγμα ο φορολογικός συντελεστής είναι 0,4% στα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης μέχρι 700 ευρώ ενώ στα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχή με τιμή ζώνης 5.000 ευρώ ο συντελεστής αυτός είναι 0,23%.

Την δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι ο ΕΝΦΙΑ ως ποσοστό του εισοδήματος των φορολογούμενων επιβαρύνει περισσότερο τους φορολογούμενους με χαμηλά εισοδήματα καθώς απορροφά κατά μέσο όρο το 15,5% του ετήσιου εισοδήματος των ιδιοκτητών ακινήτων με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα έως 5.000 ευρώ. Το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 3,1% στους ιδιοκτήτες ακινήτων με ετήσιο εισόδημα 5.001-10.000 ευρώ και φτάνει το 0,4% στους φορολογούμενους που έχουν ετήσιο φορολογητέο εισόδημα πάνω από 100.000 ευρώ. Έτσι η επιβάρυνση από τον ΕΝΦΙΑ των φορολογούμενων με φορολογητέο εισόδημα μέχρι 5.000 ευρώ είναι υπερπενταπλάσια της φορολογικής επιβάρυνσης των φορολογούμενων με εισόδημα 5.001–10.000 ευρώ, σχεδόν οκταπλάσια αυτής των φορολογούμενων με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 10.001-60.000 ευρώ και 39 φορές μεγαλύτερη αυτών που έχουν εισόδημα πάνω από 100.000 ευρώ

Το τρίτο συμπέρασμα είναι ότι ο ΕΝΦΙΑ αποτελεί σχεδόν το μοναδικό φόρο χωρίς ειδικές εκπτώσεις και απαλλαγές πέραν των πολύτεκνων οικογενειών και των αναπήρων ενώ για παράδειγμα στο φόρο μεταβίβασης υπάρχει αφορολόγητο όριο για την αγορά πρώτης κατοικίας

Στην Ευρώπη υπάρχουν διάφορα μοντέλα ελαφρύνσεων.

Στην Ιταλία, Πολωνία και Ισπανία τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα απαλλάσσονται από το φόρο. Στη Γαλλία και την Ιρλανδία απαλλάσσονται από το φόρο τα άτομα με ειδικές ανάγκες, στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Δανία και την Εσθονία δεν πληρώνουν φόρο οι συνταξιούχοι με χαμηλό εισόδημα, στις ΗΠΑ, το Βέλγιο και τη Σλοβενία υπάρχει συγκεκριμένο ποσό απαλλαγής για ένα μόνο ακίνητο Σε άλλες χώρες η φορολογητέα αξία των ακινήτων ορίζεται σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα της εκτιμηθείσας. Για παράδειγμα στην Ιταλία, η φορολογητέα αξία ορίζεται στο 50% της εκτιμηθείσας, στη Σουηδία στο 75%, ενώ στη Γαλλία 50% και 80% στον φόρο κτηρίων και στον φόρο πλούτου, αντίστοιχα.

Όλα τα παραπάνω καθιστούν επιτακτική την ανάγκη ριζικής αναμόρφωσης του ΕΝΦΙΑ για προοδευτική και δίκαιη φορολογία της ακίνητης περιουσίας.

*Ο Κώστας Αντωνάκος είναι δημοσιογράφος