Η κρίση στην Ουκρανία μοιάζει να οδηγείται από «αόρατο χέρι», που ωθεί την ένοπλη σύρραξη σε παράταση και κλιμάκωση, δήλωσε σήμερα ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, ο Τσιν Γκανγκ. Αυτό το «αόρατο χέρι» μοιάζει να «χρησιμοποιεί την κρίση στην Ουκρανία για να προωθηθούν συγκεκριμένες γεωπολιτικές ατζέντες», τόνισε ο κ. Τσιν σε ομιλία του στο περιθώριο της ετήσιας συνεδρίασης του κινεζικού κοινοβουλίου, καλώντας να αρχίσουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη Μόσχα και στο Κίεβο το συντομότερο δυνατόν.

«Η σύγκρουση, οι κυρώσεις και η πίεση δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα (…) Η διαδικασία των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων πρέπει να αρχίσει το συντομότερο δυνατόν και πρέπει να γίνουν σεβαστές οι ανησυχίες για την ασφάλεια όλων των πλευρών», τόνισε ο επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας, επαναλαμβάνοντας εν μέρει θέσεις που έχουν εκφραστεί ήδη από την Κίνα.

Η επανάληψη των θέσεων του Πεκίνου για τον πόλεμο στην Ουκρανία καταγράφεται με φόντο την αυξανόμενη ένταση στη σχέση της Κίνας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αμφισβητεί την ειλικρίνεια του Πεκίνου όταν εκφράζει την προθυμία να αναλάβει μεσολαβητικό ρόλο, επειδή δεν χαρακτηρίζει τη Ρωσία την επιτιθέμενη πλευρά, τον εισβολέα, όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ο κ. Τσιν επανέλαβε ότι η κινεζική κυβέρνηση δεν έχει προμηθεύσει κανένα από τα εμπόλεμα μέρη με στρατιωτικό εξοπλισμό, εν μέσω ολοένα πιο μεγαλόφωνων απειλών από τις ΗΠΑ πως θα υπάρξουν «συνέπειες», που δεν διευκρινίζονται, αν στείλει θανατηφόρα όπλα στη Ρωσία.

Η Κίνα «δεν είναι μέρος αυτής της κρίσης και δεν έχει προμηθεύσει με εξοπλισμούς καμιά πλευρά της ένοπλης σύρραξης. Σε ποια βάση λοιπόν διατυπώνονται κατηγορίες, γίνεται λόγος για κυρώσεις και απειλείται η Κίνα; Αυτό είναι απολύτως απαράδεκτο», έκρινε ο κινέζος ΥΠΕΞ.

Ο Σι Τζινπίνγκ καταδικάζει την πολιτική της Δύσης για «ανάσχεση», «περικύκλωση» και «καταστολή» της Κίνας

Σι Τζινπίνγκ

Την ίδια ώρα, ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ στηλίτευσε, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνεδρίασης του κινεζικού κοινοβουλίου στο Πεκίνο, την πολιτική «ανάσχεσης» και «καταστολής» της χώρας του την οποία εφαρμόζουν, κατ’ αυτόν, κυβερνήσεις της Δύσης, ιδίως αυτή των ΗΠΑ, μετέδωσε κρατικό μέσο ενημέρωσης.

«Δυτικές χώρες, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, έχουν θέσει σε εφαρμογή πλήρη πολιτική ανάσχεσης, περικύκλωσης και καταστολής της Κίνας, κάτι που εγείρει προκλήσεις άνευ προηγουμένου για την ανάπτυξη της χώρας μας», δήλωσε ο αρχηγός του κράτους, σύμφωνα με τηλεγράφημα του πρακτορείου ειδήσεων Νέα Κίνα που μεταδόθηκε το βράδυ χθες Δευτέρα.

Τα ζητήματα που προκαλούν τριβές ανάμεσα στο Πεκίνο και τη Δύση πολλαπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια: εκτείνονται από τη μεταχείριση των μειονοτικών μουσουλμάνων Ουιγούρων ως την ανισορροπία των ισοζυγίων εμπορικών συναλλαγών, περνώντας από την υπόθεση της Ταϊβάν, την κυριαρχία στο πεδίο της τεχνολογίας, κατηγορίες για κατασκοπεία…

Μεταφράστηκαν στην επιβολή δυτικών κυρώσεων, πάνω απ’ όλα αμερικανικών, ιδίως στο εμπορικό πεδίο, που η Κίνα ανταπέδωσε.

«Το εξωτερικό περιβάλλον ως προς την ανάπτυξη της Κίνας βίωσε ταχείες αλλαγές. Οι αβέβαιοι και απρόβλεπτοι παράγοντες αυξήθηκαν κατά πολύ», τόνισε ο κ. Σι, σύμφωνα με το Νέα Κίνα.

Ταυτόχρονα, η χώρα αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις και δυσκολίες, συνέχισε ο κινέζος πρόεδρος, αναφερόμενος ιδίως στην πανδημία του νέου κορονοϊού και στις πιέσεις στην οικονομία της χώρας που επιβράδυναν την ανάπτυξή της.

Τα σχόλια του 69χρονου προέδρου, που ετοιμάζεται να αναλάβει την τρίτη του θητεία —κάτι άνευ προηγουμένου— στο αξίωμά του σε μερικές ημέρες, έρχονται σε εντυπωσιακή αντίθεση με προηγούμενες τοποθετήσεις της κινεζικής πολιτικής ηγεσίας, που αναφερόταν αόριστα σε «ορισμένες χώρες», αποφεύγοντας να τις κατονομάσει.

Τον περασμένο μήνα, η ένταση στις σινοαμερικανικές σχέσεις έφθασε σε νέα κορύφωση, μετά την κατάρριψη κινεζικού αερόστατου από την αμερικανική Πολεμική Αεροπορία, καθώς η Ουάσιγκτον διατεινόταν πως επρόκειτο για κατασκοπευτικό μπαλόνι που επρόκειτο να περάσει πάνω από καίριες αμερικανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις, κάτι που διέψευσε κατηγορηματικά το Πεκίνο.

Η υπόθεση αυτή ανάγκασε τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν να αναβάλει προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Κίνα, με στόχο θεωρητικά να κατευναστούν οι διμερείς εντάσεις σε κάποια καίρια ζητήματα, ιδίως για τον πόλεμο στην Ουκρανία, για τον ανταγωνισμό των δύο κρατών στο πεδίο των τεχνολογιών αιχμής και για την Ταϊβάν.

ΗΠΑ και Κίνα διεξάγουν σκληρή μάχη για την κατασκευή ημιαγωγών, καθώς οι Αμερικανοί έχουν απολέσει την δεσπόζουσα θέση τους στον τομέα από τον κινεζικό γίγαντα.

Επικαλούμενες την υποτιθέμενη απειλή για την εθνική ασφάλειά τους, οι ΗΠΑ πολλαπλασίασαν τους τελευταίους μήνες τις κυρώσεις σε βάρος κινεζικών κατασκευαστριών μικροτσίπ, εμποδίζοντάς τις να προμηθεύονται αμερικανικές τεχνολογίες.

Εξάλλου δυτικοί κοινοβουλευτικοί, πάνω απ’ όλα Αμερικανοί, κάνουν αλλεπάλληλες επισκέψεις στην Ταϊβάν, νήσο που το Πεκίνο θεωρεί αποσκιρτήσασα επαρχία της Κίνας προορισμένη να επανενωθεί στο μέλλον με την ηπειρωτική χώρα, επιτείνοντας την κινεζική οργή.