Λίγους μόλις μήνες πριν, μια παράξενη είδηση ήρθε να προκαλέσει τριγμούς στην παγκόσμια οικονομία.

Ο Μπιλ Γκέιτς έγινε αθόρυβα ο μεγαλύτερος γαιοκτήμονας των ΗΠΑ, γεγονός παράξενο, μιας και ο συνιδρυτής της Microsoft και γκουρού του τεχνολογικού κόσμου δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

Ή έτσι νομίζαμε τουλάχιστον.

Ο μεγαλοκτηματίας Γκέιτς έχει στην κατοχή του τόσο πελώριες εκτάσεις γης που φαίνονται από το Διάστημα. Και την ίδια στιγμή καλλιεργεί και τις πατάτες που σερβίρονται στα McDonald’s.

Ακόμα κι έτσι όμως, ο Μπιλ Γκέιτς δεν είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης γης της Αμερικής. Γιατί εδώ τα νούμερα ξεφεύγουν και είναι δύσκολο να τα παρακολουθήσεις…

Η περίπτωση Γκέιτς: Ο μεγαλύτερος γαιοκτήμονας της Αμερικής

Ήταν τον Απρίλιο του 2021 όταν άρχισε να αποκαλύπτεται πως ο Μπιλ Γκέιτς είναι ο μεγαλύτερος ιδιώτης ιδιοκτήτης καλλιεργήσιμης γης των ΗΠΑ.

Λίγο μετά ήρθε και η δεύτερη αποκάλυψη, αυτή τη φορά από το δίκτυο NBC, πως οι πατάτες των McDonald’s μεγαλώνουν στα χωράφια του.

Παραθέτοντας τα δεδομένα του The Land Report, αλλά κάνοντας και τη δική του έρευνα, το NBC μας είπε πως οι πατάτες των McDonald’s καλλιεργούνται στα χωράφια του Γκέιτς στην Ουάσιγκτον, εκτάσεις τόσο πελώριες που μπορείς να τις δεις από το Διάστημα.

Σύμφωνα με το περιοδικό The Land Report, ο Γκέιτς κατέχει 1.088.604 στρέμματα (269.000 acres) καλλιεργήσιμης γης σε 18 αμερικανικές πολιτείες, γεγονός που τον κάνει τον μεγαλύτερο τσιφλικά της Αμερικής.

Το The Land Report μας λέει επίσης πως τα χωράφια του ανήκουν τόσο στον ίδιο προσωπικά όσο και στην επενδυτική του εταιρία, την Cascade Investment. Όλα έγιναν γνωστά όταν ο Μπιλ και η Μελίντα Γκέιτς ανακοίνωσαν το διαζύγιό τους, γεγονός που τους αναγκάζει να χωρίσουν την τεράστια περιουσία του τέταρτου πλουσιότερου πλέον ανθρώπου στον κόσμο, ένα ποσό της τάξης των 144 δισ. δολαρίων (εκτίμηση Bloomberg).

Για να είμαστε ακόμα πιο σαφείς, η καλλιεργήσιμη γη του Γκέιτς είναι 242.000 acres (979.339 στρέμματα) και εκτείνεται από την Ουάσιγκτον ως και τη Φλόριντα. Τα υπόλοιπα στρέμματα αφορούν σε χώρους αναψυχής και εκτάσεις άλλης χρήσης.

Οι μεγαλύτερες εκτάσεις του Μπιλ βρίσκονται στη Λουιζιάνα (280.000 στρέμματα), στο Αρκάνσας (194.000 στρέμματα) και στη Νεμπράσκα (83.000 στρέμματα), σύμφωνα πάντα με το The Land Report.

Ο μεγαλύτερος ιδιώτης ιδιοκτήτης γης των ΗΠΑ

Το The Land Report δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείται με τους μεγαλοκτηματίες των ΗΠΑ. Κάθε άλλο, υπολογίζει κάθε χρόνο τα στρέμματά τους, στην ετήσια και αξιόπιστη έκθεσή του.

Και για να βάλουμε τα μεγέθη στην προοπτική τους, ο Μπιλ Γκέιτς με τα 268.000 acres του δεν είναι παρά στην 49η θέση με τους 100 μεγαλύτερους ιδιοκτήτες γης των ΗΠΑ!

Ο Γκέιτς ήταν μάλιστα νεοεισερχόμενος στη λίστα του 2020, πλάι στους ιδιοκτήτες των Los Angeles Dodgers, Bobby Patton και Mark Walter (Νο 75 με 208.350 acres ράντσων στο Τέξας).

Πραγματικό αφεντικό της λίστας και απόλυτος βασιλιάς εδώ και χρόνια είναι ο Τζον Μαλόουν, το αδιαμφισβήτητο Νο 1. Πόσα στρέμματα έχει αυτός; Όχι λιγότερα από 8,9 εκατ. στρέμματα (2,2 εκατ. acres).

Από καλλιεργήσιμες εκτάσεις μέχρι ράντσα, βοσκοτόπια, δάση, βουνά και λαγκάδια, δεν είναι και πολλά αυτά που δεν έχει στην ιδιοκτησία του ο Τζον Μαλόουν, πρόεδρος της Liberty Media.

Το Forbes υπολογίζει την περιουσία του στα 7,9 δισ. δολάρια και στα 9,3 δισ. την τοποθετεί το Bloomberg. Και έχει περάσει μάλιστα από το 2011 τον Τεντ Τέρνερ, το αφεντικό του CNN, ως ο μεγαλύτερος ιδιώτης ιδιοκτήτης γης των ΗΠΑ, έναν τίτλο που διατηρεί την τελευταία δεκαετία.

Ποιος είναι όμως ο άνθρωπος που αγοράζει γη σαν τρελός;

Τζον Μαλόουν, ο «καλωδιακός καουμπόι»

Αυτό είναι το παρατσούκλι στην επιχειρηματική πιάτσα του κροίσου Μαλόουν, συνδυάζοντας τις δύο μεγάλες αγάπες του: τα media (καλωδιακή τηλεόραση) και τις εκτάσεις γης.

Οι φίλοι του μηχανοκίνητου αθλητισμού μπορεί να τον έχουν ακούσει, καθώς είναι ο ιδιοκτήτης της Liberty Media, η οποία αγόρασε τον Ιανουάριο του 2017 την εταιρία που κατέχει τη Formula 1 (Delta Topco), έναντι συνολικού τιμήματος που ανήλθε στα 4,4 δισ. δολάρια.

Αν έπρεπε να τον περιγράψουμε σε μερικές προτάσεις, ο Τζον Μαλόουν έχει επενδύσει περισσότερα στα media της Αγγλίας ακόμα και από τον Ρούπερτ Μέρντοχ.

Και έχει στο ενεργητικό του μερικές τόσο πετυχημένες επενδύσεις που θα έκαναν ακόμα και τον Γουόρεν Μπάφετ να κοκκινίσει από ντροπή. Κι όμως, παραμένει σχεδόν άγνωστος στον πολύ κόσμο.

Η μακρά του διαδρομή στον χώρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης τον έφερε πρόεδρο και μεγαλομέτοχο της Liberty Media, γεγονός που τον στέφει ως έναν από τους σημαντικότερους ανθρώπους παγκοσμίως στον χώρο των media.

Κατέχει επίσης το 28% της Discover Communications, το 25% της Liberty Global (του μεγαλύτερου διεθνή παρόχου καλωδιακής τηλεόρασης, με 30 εκατ. συνδρομητές) και το 8% της ομάδας μπέιζμπολ, Atlanta Braves, μεταξύ πολλών άλλων.

Γεννημένος το 1941 στο Κονέκτικατ, πέρασε από τα περίβλεπτα πανεπιστήμια Yale και John Hopkins. Πήρε πτυχίο στην ηλεκτρολογία από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, έκανε το μεταπτυχιακό του στο John Hopkins και το 1967 ολοκλήρωσε και το διδακτορικό του στο ίδιο πανεπιστήμιο.

Και μετά έπιασε αμέσως δουλειά στη συμβουλευτική φίρμα McKinsey & Company (1968). Πέντε χρόνια αργότερα, και κουρασμένος από τα συνεχή ταξίδια, μετακινήθηκε στην General Instrument, επιβλέποντας μια θυγατρική (Jerrold) που έφτιαχνε κυκλώματα για τη βιομηχανία της καλωδιακής τηλεόρασης.

Οι επιδόσεις του ως μάνατζερ ήταν εξαιρετικές, γι’ αυτό και τον επέλεξε το 1973 ο Bob Magness, ιδιοκτήτης του μικρού τότε παρόχου καλωδιακής τηλεόρασης Tele-Communications Inc (TCI), ως γενικό διευθυντή. Ο νέος CEO ήταν μόλις 29 ετών.

Εκεί πέρασε τα χρόνια του από τη δεκαετία του 1970 ως και του 1990, αναπτύσσοντας την εταιρία ως δεξί χέρι του αφεντικού. Το 1999 η TCI ήταν τέτοιος κολοσσός, πίσω μόνο από την Time Warner, που εξαγοράστηκε από την AT&T έναντι 50 δισ. δολαρίων.

Ο Μαλόουν επέβλεπε το δεύτερο μεγαλύτερο καλωδιακό δίκτυο των ΗΠΑ και η θέση του ήταν αποφασιστικής σημασίας για την πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Σε τέτοιον βαθμό που ο Αλ Γκορ έφτασε να τον συγκρίνει με τον κακό των Star Wars, τον ίδιο τον Darth Vader!

Ο Μαλόουν κράτησε τη θυγατρική της TCI, Liberty Media, και άλλαξε τον τρόπο που δούλευε: αντί να παρέχει απλώς υπηρεσίες καλωδιακής τηλεόρασης, το δίκτυο κατείχε πλέον και τους τηλεοπτικούς σταθμούς.

Έτσι απέκτησε τα Discovery Channel, QVC και Virgin Media, τρύπωσε στη βρετανική αγορά, μονοπώλιο ως τότε του Μέρντοχ, και έγινε μεγιστάνας.

Μόνο που δεν είχε σκοπό να κυριαρχήσει απλώς στην αγορά της καλωδιακής τηλεόρασης. Σειρά είχε τώρα η γη…

Πώς γίνεσαι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης γης των ΗΠΑ

Από ένα καλοκαίρι που πέρασε σε μια φάρμα συγγενών του στην Πενσιλβάνια, ο Μαλόουν συνέλαβε την ιδέα της γης. Και πλέον τα έριχνε όλα εκεί, όλα τα δισεκατομμύρια που είχε κερδίσει από τη δουλειά του.

Η πρώτη του μεγάλη αγορά ήταν ένα ιστορικό ράντσο (Bell Ranch) στο Νέο Μεξικό, έκτασης 1,1 εκατ. στρεμμάτων. Σειρά είχε κατόπιν η Φλόριντα, το Μέριλαντ, το Μέιν, το Κολοράντο, το Γουαϊόμινγκ κ.λπ.

Σήμερα κατέχει εύφορα χωράφια, αγροκτήματα, βοσκοτόπια και δασικές εκτάσεις. Ήταν το 2011 ωστόσο, όταν αγόρασε άλλη μια πελώρια έκταση στο Μέιν (4,8 εκατ. στρεμμάτων), που θα γινόταν ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης γης των ΗΠΑ, ξεπερνώντας τον καλό του φίλο και επίσης κροίσο Τεντ Τέρνερ του CNN.

Σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό The Land Report, κατέχει σήμερα περισσότερο από το 5% της πολιτείας του Μέιν!

Λίγο αργότερα, οι Irish Times τον φιλοξένησαν στο χαρακτηριστικό πρωτοσέλιδό τους: «Τζον Μαλόουν: Ο αμερικανός δισεκατομμυριούχος αγοράζει την Ιρλανδία!».

Ήταν η πρώτη φορά που ο κροίσος επένδυε σε γη εκτός ΗΠΑ, αποκτώντας ένα κάστρο στην ύπαιθρο της Ιρλανδίας, αλλά και τρία ξενοδοχεία στο Δουβλίνο, συνολικής αξίας 200 εκατ. δολαρίων.

«Φτάσαμε στα 9.000 στρέμματα και νομίζω πως είναι αρκετά», είπε αστειευόμενος το 2015 σε τηλεφωνική συνέντευξη στους Irish Times για την επένδυσή του στην Ιρλανδία. Είπε πως ερωτεύτηκε τη χώρα σε μια επίσκεψή του, καθώς κατέχει το μεγαλύτερο δίκτυο καλωδιακής τηλεόρασης της χώρας (UPC).

Γιατί τα έχει ρίξει όλα στη γη; Δεν μιλά συχνά γι’ αυτό, μία φορά πάντως παρέθεσε χιουμοριστικά τη ρήση του Μαρκ Τουέιν, πως «δεν τη φτιάχνουν έτσι πια». Άλλες φορές έχει πει πως αγοράζει γη επειδή του αρέσει να βρίσκεται στην εξοχή καβάλα στο άλογό του.

Κάποια στιγμή ομολόγησε πάντως πως κόλλησε το μικρόβιο της γης από τον φίλο του, Τεντ Τέρνερ.

«Φυσικά, δεν είσαι ποτέ πραγματικά ιδιοκτήτης της γης, είσαι απλώς κάτι σαν επιστάτης της, κι έτσι θέλεις πραγματικά να είσαι καλός επιστάτης», έχει δηλώσει χαρακτηριστικά.

Στο Bloomberg έχει πει επίσης πως ποτέ του δεν τον ενδιέφερε να αποκτήσει τόσα λεφτά. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν η «συγκίνηση του παιχνιδιού».

«Δεν τρελαίνομαι με τα λεφτά μου», κατέληξε, καθώς τα λεφτά «είναι μόνο ένα σύστημα μέτρησης για το πώς ακριβώς τα πας. Είσαι ανταγωνιστικός; Για μένα μόνο αυτό έχει σημασία».

Τα περισσότερα από τα λεφτά του θα καταλήξουν εξάλλου στα φιλανθρωπικά του ιδρύματα. Τα διοικητικά συμβούλια των οποίων ελέγχουν βέβαια τα παιδιά και τα εγγόνια του…