Η βαριά μυρωδιά γνωστών αρωμάτων και ακριβών τσιγάρων αιωρούταν στον αέρα, γέλια αντηχούσαν στους διακοσμημένους διαδρόμους και η καλύτερη σαμπάνια έρεε ελεύθερα. Ήταν η δεκαετία του 1960 και τα κορίτσια στον πιο exclusive οίκο ανοχής του κόσμου, που βρισκόταν στο Παρίσι, προετοιμάζονταν για μια ακόμη βραδιά με αρκετή δουλειά.

Δούκες, ακόμη και βασιλιάδες, συχνά επισκέπτονταν τον χώρο και κάποιες από τις συνοδούς μπορεί να κατέληγαν να παντρεύονται κάποιον από τους πλούσιους πελάτες. Δεν ήταν όμως όλα μέσα στη λάμψη και τα πάρτι. Μια νέα ταινία του Netflix επικεντρώνεται στη μαντάμ Κλοντ, τη γυναίκα που διηύθυνε τον οίκο ανοχής και φέρεται να μισούσε το σεξ, κυκλοφορεί σήμερα και σκοπεύει να δείξει τη σκοτεινή πραγματικότητα.

Από τις Βίβλους… στους οίκους ανοχής

Γεννημένη Φερνάντ Γκρουντέτ το 1923, η μαντάμ Κλοντ, η οποία είχε μία κόρη την οποία σπάνια έβλεπε. Πολλά είχε πει για το παρελθόν της, κάποια από τα οποία έχουν διαψευστεί. Στα απομνημονεύματά της το 1974 είχε υποστηρίζει ότι γεννήθηκε στην αριστοκρατία και πως φυλακίστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ravensbruck για τη συμμετοχή της στην Αντίσταση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πώληση Βίβλων από πόρτα σε πόρτα.

Ωστόσο, έχει ειπωθεί ότι στην πραγματικότητα είχε μια σχετικά φυσιολογική παιδική ηλικία και ότι ο μπαμπάς της είχε έναν πάγκο σε έναν τοπικό σταθμό τρένου. Έχει ειπωθεί επίσης ότι ερωτεύτηκε εγκληματίες και πιθανότατα πούλησε το κορμί της για σεξ, όταν έφτασε στο Παρίσι τη δεκαετία του 1950, σύμφωνα με τη βρετανική Sun.

Οι «κύκνοι» της μαντάμ Κλοντ

Η μαντάμ Κλοντ διηύθυνε ένα δίκτυο περίπου 500 κοριτσιών, πανέμορφων και λαμπερών, γνωστών ως «Claudettes». Όχι μόνο έμοιαζαν με μοντέλα, αλλά έπρεπε να μπορούν να μιλούν σωστά και να μπορούν να μιλήσουν έξυπνα και στα αγγλικά.

Όταν τις συναντούσε, η μαντάμ επιθεωρούσε τα δόντια τους, τα μαλλιά και τα μάτια, προτού τις βάλει να γδυθούν μπροστά της για να δει πώς θα αντιδράσουν.

Πλήρωνε για τις πλαστικές επεμβάσεις τους, αν χρειαζόταν, και τα top κορίτσια της ή «κύκνοι», όπως τις αποκαλούσε, ήταν part-time μοντέλα ή ηθοποιοί που δεν είχαν κάνει επιτυχία, οι οποίος απαιτούσαν 10.000 δολάρια την ημέρα, προτού αργότερα αποσυρθούν και παντρευτούν πλούσιους άντρες.

Ένας τραπεζίτης από τη Νέα Υόρκη και πελάτης στον οίκο ανοχής, είχε πει κάποια στιγμή: «Αν έμπαινες σε ένα δωμάτιο στο Λονδίνο ή στη Ρώμη και έβλεπες μια κοπέλα που ήταν η πιο όμορφη, η πιο καλοντυμένη και η πιο ξεχωριστή από τις άλλες, υπέθετες ότι ήταν ένα κορίτσι της Κλοντ».

Οι ισχυροί πελάτες – ανάμεσά τους και ο Ωνάσης

Οι όμορφες αυτές γυναίκες και οι υπηρεσίες που παρέχονταν προσέλκυαν τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου με τη μεγαλύτερη επιρροή. Ανάμεσα στους πελάτες ήταν πρόεδροι, λόρδοι και ηθοποιοί.

Ανάμεσά τους ο λόρδος Μαουντμπάτεν, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Κένεντι, ο οποίος φέρεται να ζήτησε μια κοπέλα που μοιάζει με τη Τζάκι «αλλά καυτή».

Ο δεύτερος σύζυγος της Τζάκι, Αριστοτέλης Ωνάσης, ήταν επίσης τακτικός πελάτης με την Μαρία Κάλλας. Συχνά μάλιστα είχε τέτοιες σεξουαλικές προτιμήσεις που έκαναν ακόμη και τη μαντάμ Κλοντ να κοκκινίζει, σύμφωνα με το δημοσίευμα.

Οι ηθοποιοί Μάρλον Μπράντο και ο Ρεξ Χάρισον ήταν επίσης ανάμεσα στους πελάτες του πολυτελούς οίκου ανοχής.

Η εξορία και η φυλακή

Παρά την απίστευτη ζωή πουν ζούσε, δεν ήταν όλα λαμπερά για τη μαντάμ Κλοντ. Κυνηγήθηκε για απλήρωτους φόρους περίπου εκατομμυρίων λιρών, έτσι διέφυγε στις ΗΠΑ, όπου έζησε στην «εξορία».

Επέστρεψε στη Γαλλία το 1986 όπου πέρασε 4 μήνες στη φυλακή, όπου φέρεται να είχε τη δική της υπηρέτρια και κομμώτρια. Καταδικάστηκε ξανά το 1992 όταν μια κοπέλα την κατήγγειλε για να την εκδικηθεί που της είπε ότι είχε παραπάνω κιλά.

Τα τελευταία της χρόνια έζησε μια ήσυχη ζωή στη νότια Γαλλία, ενώ πέθανε στην ηλικία των 92 ετών το 2015.