Απίθανο θεωρεί η υπουργός Έρευνας της Γερμανίας Άνια Κάρλιτσεκ εμβόλιο για τον κορονοϊό να είναι ευρέως διαθέσιμο πριν τα μέσα του επόμενου έτους.

Η Γερμανία έχει διαθέσει επιχορηγήσεις σε τρεις εταιρίες βιοτεχνολογίας για να τις βοηθήσει να επισπεύσουν την ανάπτυξη υποψήφιων εμβολίων για τον κορονοϊό.

Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία έχει ανακοινώσει αύξηση στα κρούσματα τις τελευταίες ημέρες, με τον επικεφαλής του γερμανικού Ινστιτούτο Επιδημιολογίας Robert-Koch (RKI) να μιλά για χαλάρωση της εγρήγορσης λέγοντας ότι δεν είναι σαφές εάν βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ένα δεύτερο κύμα, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ.

«Δεν θα πρέπει να αναμένουμε ένα θαύμα», δήλωσε η Κάρλιτσεκ σε συνέντευξη Τύπου, ζητώντας από τους πολίτες να τηρούν την κοινωνική αποστασιοποίηση και να φορούν μάσκα προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο ό,τι έχει επιτύχει η Γερμανία τις τελευταίες εβδομάδες αναφορικά με το να τεθεί σε έλεγχο η πανδημία.

«Πρέπει να συνεχίσουμε να διαβεβαιώνουμε ότι τα εμβόλια για τον ευρύτερο πληθυσμό θα είναι μόνο διαθέσιμα το νωρίτερο από τα μέσα της επόμενης χρονιάς».

Κυβερνητικοί σύμβουλοι είχαν συστήσει να διατεθούν κεφάλαια από ένα ταμείο 750 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη εμβολίων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση τον περασμένο μήνα στις γερμανικές εταιρίες βιοτεχνολογίας BioNtech, CureVac και IDT Biologika, που εργάζονται επί εμβολίων για τον κορονοϊό, δήλωσε η υπουργός.

«Και οι τρεις τους είναι υποσχόμενοι υποψήφιοι αλλά πρέπει φυσικά πάντα να αναμένουμε πισωγυρίσματα κατά τη διάρκεια της φάσης δοκιμών διότι είναι άλλο να έχεις ένα αποτελεσματικό εμβόλιο και άλλο να έχεις ένα ασφαλές εμβόλιο που θέλουν οι πολίτες», δήλωσε η Κάρλιτσεκ. Τα χρήματα αυτά έχουν στόχο να βοηθήσουν τις εταιρίες να αυξήσουν την παραγωγή και τις κλινικές δοκιμές για τα σκευάσματά τους.

Πάνω από 150 υποψήφια εμβόλια βρίσκονται σε διάφορες φάσεις ανάπτυξης, με 23 να βρίσκονται σε φάση δοκιμών σε ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.

Με 206.000 επιβεβαιωμένα κρούσματα και πάνω από 9.000 θανάτους, η Γερμανία θέλει να αποφύγει ένα δεύτερο κύμα, που θα μπορούσε να επαναφέρει τα lockdowns ύστερα από τους οικονομικά επιζήμιους περιορισμούς που είχαν ως αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις να κλείσουν για έξι εβδομάδες τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.