Να εγκρίνει τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. για την περίοδο 2014-2020, για τον οποίο η διαπραγμάτευση διαρκεί από τις αρχές του Φεβρουαρίου, κάλεσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η καγκελάριος Μέρκελ, σε μία προσπάθεια να μετριάσει τις αντιδράσεις των περισσότερων ευρωβουλευτών, που φτάνουν μέχρι την απειλή για την άσκηση βέτο.

«Γνωρίζω ότι υπάρχουν ακόμη δύσκολες συζητήσεις που πρέπει να γίνουν με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αυτή είναι η φύση των πραγμάτων. Θέλω απλώς να τονίσω ότι χωρίς μια συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δεν υπάρχει απολύτως καμιά βάση για μια απόφαση από μέρους του Κοινοβουλίου», είπε η καγκελάριος.

Η Μέρκελ σημείωσε ότι θέλει να «αποφύγει τον δρόμο του διχασμού», και διαβεβαίωσε ότι, αντιθέτως, η κυβέρνησή της θέλει «να επικεντρωθούμε σε αυτό που ενώνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο».

Μιλώντας για τη συμφωνία που επιτεύχθηκε έπειτα από σκληρές διενέξεις κι αντεγκλήσεις ανάμεσα στα κράτη – μέλη της Ε.Ε. στη Σύνοδο Κορυφής της 7ης-8ης Φεβρουαρίου, η καγκελάριος της Γερμανίας δήλωσε ότι το αποτέλεσμά της είναι «ανεκτίμητης αξίας», προσθέτοντας ότι «ήταν δίκαιο ότι δεν επιτεύχθηκε συμφωνία» στη σύνοδο κορυφής του Νοεμβρίου του 2012 ως «λύση έκτακτης ανάγκης», διότι η Βρετανία «δεν ήταν εκεί».

Επαινώντας την δυνατότητα συμβιβασμού των 27 κρατών-μελών, εκτίμησε ότι η συμφωνία για τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. είναι «για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση. Είναι καλό νέο για το μέλλον της Ευρώπης».

«Το λέω με σαφή τρόπο: κανείς, ούτε ανάμεσα στις χώρες-θύματα της κρίσης, ούτε ανάμεσα στις χώρες που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της αλληλεγγύης, δεν θα μπορούσε να δεχθεί ότι όλοι πρέπει να προχωρήσουν σε οικονομίες στην Ευρώπη, εκτός από την ίδια την Ευρώπη», ανέφερε η κ. Μέρκελ.

Σε μία πρωτοφανή εξέλιξη, οι επικεφαλής των τεσσάρων μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – που διαθέτουν ευρεία πλειοψηφία μεταξύ των 736 ευρωβουλευτών -, απείλησαν από κοινού να ασκήσουν βέτο.

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί» αυτή τη συμφωνία ως έχει, διαβεβαίωσαν σε κοινή ανακοίνωσή τους ο Ζοζέφ Ντολ (Σοσιαλιστές), Χάνες Σβόμποντα (Σοσιαλιστές), Γκι Φέρχοφστατ (Φιλελεύθεροι), Ρεμπέκα Χαρμς και Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ (Πράσινοι).

Σύμφωνα με την ανακοίνωσή τους, η συμφωνία «δεν θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αντιθέτως, θα την εξασθενίσει. Αυτό δεν είναι προς το συμφέρον των ευρωπαίων πολιτών».