Οι ένοπλες δυνάμεις της Ινδίας και του Πακιστάν ανταλλάσσουν σήμερα σφοδρά πυρά πυροβολικού στα αμφισβητούμενα σύνορά τους στο Κασμίρ, μερικές ώρες μετά τους ινδικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς στο πακιστανικό έδαφος σε αντίποινα για την πολύνεκρη επίθεση της 22ης Απριλίου.

Αυτή η νέα σύρραξη σηματοδοτεί τώρα μια στροφή από τις παραδοσιακές γεωπολιτικές συμμαχίες της ευρύτερης περιοχής, ενώ σύμφωνα με τους New York Times, η διαμάχη της Ινδίας με το Πακιστάν είναι στην πραγματικότητα μία διαμάχη των ΗΠΑ με την Κίνα όταν πρόκειται για πωλήσεις όπλων.

Η Ινδία, μια χώρα που έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης ιστορίας ανήκοντας στο Κίνημα των Αδεσμεύτων, φαίνεται πλέον να έχει εγκαταλείψει την ιστορική της διστακτικότητα απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, αγοράζοντας εξοπλισμό αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ και άλλους δυτικούς προμηθευτές. Ταυτόχρονα, η χώρα έχει μειώσει δραστικά τις αγορές φθηνών όπλων από τη Ρωσία, τον παραδοσιακό σύμμαχό της από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

Αναφορικά με το αντίπαλο δέος της Ινδίας, το Πακιστάν, του οποίου η στρατηγική σημασία για τις ΗΠΑ έχει μειωθεί μετά τη λήξη του πολέμου στο Αφγανιστάν, δεν αγοράζει πλέον αμερικανικό εξοπλισμό, αλλά έχει στραφεί στην Κίνα για τη συντριπτική πλειονότητα των στρατιωτικών του αγορών.

Το Κασμίρ στις φλόγες
Ινδοί στρατιώτες στέκονται φρουροί, καθώς μια γυναίκα περπατά σε μια αγορά στο Σριναγκάρ, στο υπό ινδικό έλεγχο Κασμίρ.

Αυτές οι σχέσεις έχουν ενισχύσει, σύμφωνα με τους New York Times, τη διείσδυση των υπερδυνάμεων στη μακροβιότερη και πιο δυσεπίλυτη σύγκρουση της Νότιας Ασίας.

Οι Times γράφουν πως οι Ηνωμένες Πολιτείες καλλιεργούν τη συνεργασία τους με την Ινδία ως μέρος της στρατηγικής τους για την ανάσχεση της Κίνας, ενώ το Πεκίνο έχει ενισχύσει την επένδυσή του στη στήριξη και την εύνοια προς το Πακιστάν.

Οι σχέσεις μεταξύ Ινδίας και Κίνας έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω ανταγωνιστικών εδαφικών διεκδικήσεων. Ταυτόχρονα οι σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων παγκόσμιων δυνάμεων, Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, έχουν φτάσει σε ιστορικό χαμηλό, ύστερα από την έναρξη του εμπορικού πολέμου του Τραμπ κατά του Πεκίνου.

Αυτό το εκρηκτικό μείγμα αποτυπώνει, σύμφωνα με τους Times πόσο περίπλοκες και ασταθείς έχουν γίνει οι συμμαχίες, καθώς η παγκόσμια τάξη πραγμάτων που διαμορφώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο διαλύεται. Η αστάθεια εντείνεται από την ιστορία συχνών στρατιωτικών συγκρούσεων στη Νότια Ασία, με ένοπλες δυνάμεις και από τις δύο πλευρές επιρρεπείς σε σφάλματα, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης.

Το Κασμίρ στις φλόγες
Στρατιώτες της ινδικής πολεμικής αεροπορίας ανοίγουν δρόμο για ένα πυροσβεστικό όχημα στο Pampore στην περιοχή Pulwama του Κασμίρ.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πλέον κεντρικής σημασίας για τα συμφέροντα ασφάλειας της Ινδίας, ενώ η Κίνα διαδραματίζει ολοένα και πιο αντίστοιχο ρόλο για το Πακιστάν», δήλωσε ο Άσλεϊ Τέλις, πρώην διπλωμάτης και ανώτερος ερευνητής στο Carnegie Endowment for International Peace.

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, επικοινώνησε τόσο με τον πρόεδρο Τραμπ όσο και με τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς τις πρώτες ημέρες μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Κασμίρ στις 22 Απριλίου. Η έντονη στήριξη που εξέφρασαν αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ εκλήφθηκε από πολλούς αξιωματούχους στο Νέο Δελχί ως «πράσινο φως» για το ινδικό σχέδιο αντιποίνων κατά του Πακιστάν, ακόμα κι αν οι ΗΠΑ τυπικά προέτρεπαν σε αυτοσυγκράτηση.

Ο Mujib Mashal των New York Times υπογραμμίζει την εμφανής απουσία του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, από τις επικοινωνίες του Μόντι με πάνω από δώδεκα παγκόσμιους ηγέτες τις ημέρες μετά την επίθεση σαν ένδειξη της αλλαγής των γεωπολιτικών ισορροπιών. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών μίλησε με τον Ινδό ομόλογό του μία εβδομάδα αργότερα, και τελικά οι Μόντι και Πούτιν συνομίλησαν αυτή την εβδομάδα, σύμφωνα με Ινδούς αξιωματούχους.

Από την πλευρά της, η Κίνα ηγήθηκε της δημόσιας στήριξης προς το Πακιστάν, περιγράφοντάς το ως «σταθερό φίλο και στρατηγικό εταίρο παντός καιρού».

Το Κασμίρ στις φλόγες
Γυναίκα που τραυματίστηκε από πακιστανικούς βομβαρδισμούς μεταφέρεται σε νοσοκομείο στο Ουρί, στο υπό ινδικό έλεγχο Κασμίρ.

Παρόλο που το Πακιστάν έχει κατηγορηθεί πως προσέφερε καταφύγιο στους ηγέτες των Ταλιμπάν στο έδαφός του, ενώ ταυτόχρονα υποστήριζε τη στρατιωτική παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στο Αφγανιστάν, μετά από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, ο αμερικανικός στρατός διοχέτευσε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτική βοήθεια.

Καθώς όμως η στρατηγική σημασία του Πακιστάν για τις ΗΠΑ μειώθηκε, η χώρα στράφηκε στην Κίνα.

Το Πεκίνο, το οποίο στα μέσα της δεκαετίας του 2000 προμήθευε μόνο το 38% των όπλων του Πακιστάν, έχει παράσχει περίπου το 80% κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), το οποίο μελετά στενά τις παγκόσμιες ροές όπλων.

Ταυτόχρονα, η Ινδία έχει μειώσει την εξάρτησή της από ρωσικά όπλα περισσότερο από το μισό. Μεταξύ 2006 και 2010, περίπου το 80% των μεγάλων οπλικών συστημάτων της Ινδίας προερχόταν από τη Ρωσία. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί στο περίπου 38%, με πάνω από το ήμισυ των εισαγωγών της Ινδίας να προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και συμμάχους όπως η Γαλλία και το Ισραήλ.

Αυτές οι τάσεις ενδέχεται να αποτυπωθούν όλο και περισσότερο στο μέλλον, ενώ αναμένεται να φανεί αν η νέα σύγκρουση στα αμφισβητούμενα σύνορά της Ινδίας και Πακιστάν στο Κασμίρ θα επεκταθεί σε ένα νέο εκτεταμένο πόλεμο διά αντιπροσώπων ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Σε κάθε περίπτωση παρόλο που οι ισορροπίες έχουν αλλάξει, τα συμφέροντα των «μεγάλων δυνάμεων» στην ευρύτερη περιοχή παραμένουν πιο ισχυρά από ποτέ.