Πέρασαν 37 χρόνια, από την πτήση που συγκλόνισε την παγκόσμια πολιτική αεροπορία.

Ήταν 28 Απριλίου 1988, όταν το Boeing 737-297 της Aloha Airlines που εκτελούσε τη σύντομη πτήση 243 από το Χίλο προς τη Χονολουλού, ξαφνικά –σε ύψος 24.000 ποδιών– υπέστη εκρηκτική αποσυμπίεση.

Ένα τμήμα της οροφής, μήκους περίπου 5,5 μέτρων, αποκολλήθηκε, αφήνοντας ένα τεράστιο άνοιγμα στην άτρακτο του αεροσκάφους. Παρά την καταστροφή, οι πιλότοι κατάφεραν με ηρωικό τρόπο να προσγειώσουν το αεροπλάνο με ασφάλεια στο αεροδρόμιο Kahului, στο νησί Μάουι της Χαβάης.

Η τραγωδία, ωστόσο, δεν αποφεύχθηκε πλήρως. Η 58χρονη αεροσυνοδός Clarabelle “C.B.” Lansing παρασύρθηκε στο κενό και σκοτώθηκε ακαριαία. Επιπλέον, 65 επιβάτες και μέλη του πληρώματος τραυματίστηκαν – οκτώ από αυτούς σοβαρά.

Η έρευνα του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας Μεταφορών των ΗΠΑ (NTSB) αποκάλυψε ότι η αιτία του ατυχήματος ήταν η κόπωση μετάλλου και η διάβρωση – αποτέλεσμα των συχνών πτήσεων μικρής διάρκειας μεταξύ των νησιών της Χαβάης. Το συγκεκριμένο Boeing είχε πραγματοποιήσει περίπου 89.680 κύκλους πτήσης, περισσότερο από το διπλάσιο των προβλεπόμενων ορίων σχεδίασης.

Το περιστατικό αυτό αποτέλεσε καμπανάκι κινδύνου για ολόκληρη τη βιομηχανία των αερομεταφορών.

O αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, (μετέπειτα πρόεδρος) στη βράβευση των δύο πιλότων της πτήσης, Ρόμπερτ Σχορτσχάϊμερ και Μαντλίν Τόμπκινς

Ακολούθησαν αλλαγές στους κανόνες συντήρησης και επιθεώρησης αεροσκαφών, με ιδιαίτερη έμφαση στα παλαιότερα αεροσκάφη που εκτελούν συχνές, σύντομες πτήσεις. Τέθηκαν νέες προδιαγραφές για την ανίχνευση κόπωσης υλικών και τον εντοπισμό προβλημάτων στις ενώσεις μεταλλικών επιφανειών – μέτρα που μέχρι και σήμερα εφαρμόζονται διεθνώς.