Στα Σούβουρα, σε μια πυκνοκατοικημένη και αρκετά λαϊκή συνοικία της Ρώμης, δυτικά του Φόρουμ, περίπου στην περιοχή της σημερινής Via Cavour, ήταν το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε στις 13 Ιουλίου το 100 π.Χ. ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας. Γάιος ήταν το όνομα του πατέρα του, που του είχε δοθεί σύμφωνα με τη ρωμαϊκή συνήθεια να παίρνει το παιδί το όνομα του πατέρα του. Ιούλιος ήταν το επώνυμό του, μιας και καταγόταν από το γένος των Ιουλίων. Καίσαρ ήταν το παρωνύμιό του, που το πήρε εξαιτίας του εξαιρετικού τρόπου με τον οποίο ήρθε στον κόσμο, δηλαδή με τομή (λατινικά καίσους) στην κοιλιά της μητέρας του. Από τον Καίσαρα, λοιπόν, έμεινε η τομή αυτή γνωστή ως καισαρική.

Έτυχε επιμελημένης ανατροφής, σύμφωνα με τις παραδόσεις των οικογενειών των Πατρικίων. Έμαθε ανάγνωση και γραφή τόσο στα Λατινικά όσο και στα Ελληνικά (μέσω μιας παλιάς μετάφρασης της «Οδύσσειας» του Λίβιου Ανδρόνικου, καθώς και από το πρωτότυπο) και μελέτησε τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας και των δύο αυτών γλωσσών. Στα δέκα του χρόνια είχε δάσκαλο τον Μάριο Αντώνιο Γνίφο. Με τον τρόπο αυτό απέκτησε τις βάσεις της Ρητορικής τέχνης, που ήταν απαραίτητη για έναν πολιτικό, καθώς επίσης και της ποίησης, την οποία χρησιμοποίησε αργότερα. Επισκεπτόταν τακτικά το Φόρουμ, άκουγε προσεκτικά τους μεγάλους ρήτορες της εποχής του και ήταν συνήθως παρών στις αποφάσεις και συνομιλίες των μεγάλων νομομαθών, για να εισδύει στα κύρια προβλήματα του δικαίου.

Ήταν πάντα οπαδός των δημοκρατικών, σε αντίθεση με τους άλλους της εποχής του, που συνήθιζαν συχνά πυκνά να αλλάζουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Αυτό όμως δεν το έκανε για ιδεολογικούς λόγους, όπως ο Κάτωνας, αλλά γιατί ήξερε πολύ καλά τι σημαίνει για έναν πολιτικό η εμπιστοσύνη του λαού. Πάντοτε ενεργούσε κρυφά. Στο δρόμο του για την εξουσία εμπόδιά του στάθηκαν η Γερουσία και ο Πομπήιος. Η πρώτη δημόσια Υπηρεσία που ανέλαβε ήταν το αξίωμα του αρχιερέως του Διός. Ένα αξίωμα που δεν έδινε δύναμη, αλλά πολύ κύρος και ταίριαζε σε έναν απόγονο της Αφροδίτης. Οι Αρχιερείς ήταν υπεύθυνοι για τη διατήρηση των δικαστικών και θρησκευτικών παραδόσεων της πόλης. Ασκούσαν τον έλεγχο της δημόσιας και ιδιωτικής λατρείας και πρότειναν τρόπους διεκπεραίωσης των θρησκευτικών υποχρεώσεων. Ήταν ακόμα θεματοφύλακες των τύπων της προσευχής και του δικαιώματος του γάμου, συνέθεταν τον πίνακα των ετήσιων αρχόντων και τα χρονικά των συμβάντων. Οι ιερείς κατοικούσαν στη «Βασιλική», το παλαιό παλάτι, και φορούσαν την ιερατική τήβεννο.

Ήταν 54 χρονών και είχε πίσω του πάνω από τρεις δεκαετίες πολιτικής δραστηριότητας, που τον είχαν οδηγήσει στο σκοπό του, την ανακήρυξή του σε Καίσαρα. Βέβαια όχι μέσα από έναν άκαμπτο και προσχεδιασμένο δρόμο, αλλά με το όραμα του σκοπού του πάντα μπρος στα μάτια του και με μεγάλη πίστη στην ύπαρξή του, δημιουργώντας συνεχώς καινούρια μέσα και καινούριους δρόμους. Η προσωπικότητά του ήταν μοναδικά πολύπλευρη κι ενεργητική. Ήταν πολιτικός, νομοθέτης, νομικός, ρήτορας, ιστορικός συγγραφέας, ποιητής, έγραψε ένα έργο γραμματικής, ασχολήθηκε με τα μαθηματικά, τα τεχνικά, την αρχιτεκτονική και πάντα είχε δίπλα του τους κατάλληλους ανθρώπους που θα τον βοηθούσαν. Μπορούσε να υπαγορεύει έφιππος έξι διαφορετικά γράμματα συγχρόνως στους γραφείς που ακολουθούσαν γύρω του σε φορεία.

Είχε μια έμφυτη τάση για τελειότητα, πράγμα που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι όταν κάποτε έχτισε μια βίλα που δεν ήταν ακριβώς όπως την ήθελε, την γκρέμισε και την έχτισε πάλι από την αρχή. Εξαιτίας αυτής του της τάσης πίστευε ότι, για να εκπληρώσει το καθήκον του, έπρεπε να γίνει αρχηγός του κράτους. Η γοητεία του ήταν μεγάλη και πήγαζε από έμφυτη ευγένεια, που προερχόταν από τα βάθη της καρδιάς του. Η τέχνη του Καίσαρα στη μεταχείριση των ανθρώπων φαίνεται ολοκάθαρα στις σχέσεις του με τους στρατιώτες του. Η μεγαλοφυΐα της στρατηγικής του και ο δεσμός του με τους στρατιώτες του είχαν σαν αποτέλεσμα μια εξουσία που έφερνε στα χέρια του ακόμη και τον τελευταίο στρατιώτη. Μετά από μια ήττα ενθάρρυνε ψυχολογικά τους στρατιώτες του. Από την άλλη, τους επέπληττε, τους τιμωρούσε, τους ανέλυε τα πράγματα ανοιχτά και ξεκάθαρα, και στο τέλος τους έπειθε ότι μπορούσαν να αποφύγουν την ήττα κι ότι μπορούσαν να διορθώσουν τα πράγματα.

Ποτέ δεν προσπάθησε να δώσει θάρρος στους στρατιώτες του κρύβοντάς τους την πραγματικότητα και λέγοντας ψέματα. Γενικά πίστευε ότι μόνο μέσω της ειλικρίνειας επιτυγχάνεται η εμπιστοσύνη ανάμεσα σε αυτόν και τους στρατιώτες του. Πάντοτε πολεμούσε μαζί τους κι όχι μόνο όταν υπήρχε περίπτωση ανάγκης. Δεν παρέλειπε να εκπαιδεύει ο ίδιος μερικές φορές τους στρατιώτες του και να ασχολείται πολλές φορές με τον καθένα ξεχωριστά.. Πάντα ήταν έτοιμος να αναγνωρίσει γενναίες υπηρεσίες, δίνοντας πολύτιμα όπλα και παράσημα. Με παρόμοιο τρόπο κέρδιζε και το λαό, ιδιαίτερα στην αρχή της πολιτικής του δραστηριότητας. Ένας άνδρας με τέτοια ακτινοβολία έκανε εντύπωση στις γυναίκες. Τα ερωτικά του κατορθώματα ακούγονταν παντού. Μετά το θάνατο του πατέρα του ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο η σχέση του με τη μητέρα του και την αδερφή του. Οι άνδρες που είχαν στη νεότητά τους μια καλή και αγαπημένη μητέρα ψάχνουν στη ζωή τους να βρουν την ολοκλήρωση στις πιο διαφορετικές μορφές της στο πρόσωπο της γυναίκας. Αυτό συνέβη και με τον Καίσαρα. Η ωραιότερη, ίσως, πλευρά του χαρακτήρα του γίνεται εμφανής στη σχέση του με τους εχθρούς του.

Μεγάλος στρατηγός, γοητευτικός και καλοσυνάτος με τους φίλους, διαλλακτικός με τους εχθρούς, ευγενικός με όλους, θαυμάσιος ρήτορας και εκτός των άλλων δημιουργός τρομερών σχεδίων που ωφέλησαν το κράτος. Τελικά, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, θα μπορούσε να ήταν αληθινά γιος της Αφροδίτης!

πηγή: Βίοι και έργα «Καίσαρ»,εκδ. Οργανισμός Κλασσικών Εκδόσεων