Λίγες μόλις εβδομάδες πριν από την έναρξη των γυρισμάτων της νέας του ταινίας «The Hateful Eight», ο Ταραντίνο δήλωσε πως είναι έτοιμος να εγκαταλείψει το σινεμά, εκεί στο απόγειο της δόξας του. «Δεν νομίζω ότι πρέπει να μείνεις στη σκηνή μέχρι οι άνθρωποι να σε παρακαλούν να κατέβεις. Μου αρέσει η ιδέα να τους αφήνεις να θέλουν λίγο παραπάνω. Νομίζω ότι η σκηνοθεσία είναι για τους νέους και μου αρέσει η ιδέα ενός ομφάλιου λώρου ανάμεσα στην πρώτη και την τελευταία μου ταινία … Θέλω να φύγω όσο είμαι ακόμα αναμμένος … Μου αρέσει ότι θα αφήσω μια φιλμογραφία δέκα ταινιών, οπότε έχω ακόμη δύο έπειτα από αυτή [«Hateful Eight»]. Δεν είναι πέρα για πέρα σίγουρο, αλλά αυτό είναι το σχέδιο». Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στην κινηματογραφική κοινότητα, καθώς πώς θα είναι το Χόλιγουντ χωρίς τον πλέον ιδιαίτερο δημιουργό του; Και από την άλλη, πώς θα ζήσει χωρίς κινηματογράφο ο ακόρεστα διψασμένος για σινεμά Ταραντίνο; Γιατί βλέπετε ο αυτοδίδακτος σκηνοθέτης λάτρεψε την έβδομη τέχνη από τα μικράτα του, με τον κινηματογράφο να διατρέχει κυριολεκτικά κάθε σημείο της πορείας του, από την εποχή που δούλευε σε βιντεοκασετάδικο και τρεφόταν με σινεμά μέχρι και τον τρόπο που εντάσσει στις δικές του δημιουργίες όλων των λογιών τις σινεφιλικές αναφορές. Ο ιδιαίτερος δημιουργός παραμένει μοναδική περίπτωση καλλιτέχνη, καθώς κάθε αναφορά στις ταινίες του προέρχεται από τη δουλειά άλλων, κάτι που τον μετατρέπει σε σωστή ιδιοφυΐα επαναπροσέγγισης παλιών ταινιών, χαρακτήρων και ιδεών, τα οποία επανατοποθετεί ωστόσο σε εντελώς νέο πλαίσιο. Αναμφίβολα μια από τις πιο ιδιόμορφες κινηματογραφικά περιπτώσεις των καιρών μας, ο απόλυτος αμερικανός auteur κάνει κινηματογράφο για χάρη του κινηματογράφου, από κει αρχίζουν οι ταινίες του και εκεί καταλήγουν. Δεν έχει εξάλλου κανένα πρόβλημα να ομολογήσει τα κινηματογραφικά του δάνεια, τις αναφορές και τους πρόδηλους επηρεασμούς του δηλαδή, δηλώνοντας εμφατικά: «Κλέβω από κάθε ταινία που έχει γυριστεί ποτέ»! Και βέβαια σε όσους τον κατηγορούν για την απίστευτη βία των ιδιοσυγκρασιακών φιλμ του, ο Κουέντιν απαντά χωρίς περιστροφές: «Η βία είναι ένα από τα πιο διασκεδαστικά πράγματα να βλέπεις». Κι όλα αυτά από έναν άνθρωπο που δεν ξεπήδησε από κάποια τρανή κινηματογραφική σχολή, αλλά από το ταπεινό ταμείο ενός βιντεοκλάμπ! Ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος, ηθοποιός και παραγωγός Κουέντιν Ταραντίνο είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο του σινεμά και ως τέτοιο πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε… Πρώτα χρόνια Ο Κουέντιν Τζερόμ Ταραντίνο γεννιέται στις 27 Μαρτίου 1963 στο Νόξβιλ του Τενεσί ως το μόνο παιδί του 21χρονου ηθοποιού Τόνι Ταραντίνο και της 16χρονης ινδιανο-ιρλανδικής καταγωγής συζύγου του. Ο πατέρας εγκατέλειψε όμως τη μητέρα του πριν καν γεννηθεί ο Κουέντιν. Εκείνη μετακόμισε με τον γιο της στην Καλιφόρνια όταν ο μικρός ήταν 4 ετών και από κείνη τη στιγμή μαγεύτηκε με το σινεμά. Μια από τις πρώτες μνήμες του είναι όταν η γιαγιά του τον πήγε να δει ένα γουέστερν με τον Τζον Γουέιν, την ίδια στιγμή που για τη μητέρα του και εκείνον ο κινηματογράφος ήταν η μόνη μορφή διασκέδασης: «Η μητέρα μου με πήγαινε να δω την ‘‘Άγρια Συμμορία’’ και τέτοιου είδους ταινίες όταν ήμουν μικρός». Το σχολείο το μισούσε και περνούσε τον χρόνο του βλέποντας ταινίες και διαβάζοντας κόμικς: «Κάτι με σταμάταγε στο σχολείο. Οτιδήποτε δεν με ενδιαφέρει, δεν μπορώ να προσποιηθώ ενδιαφέρον». Μόνο η Ιστορία του άρεσε ως μάθημα, κι αυτό γιατί «ήταν αυτό που με ενδιέφερε στις ταινίες». Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί λοιπόν ότι τα γράμματα δεν είναι γι’ αυτόν, εγκαταλείπει το γυμνάσιο και πιάνει δουλειά ως ταξιθέτης σε πορνοσινεμά! Ταυτοχρόνως, ξεκινά σεμινάρια στην υποκριτική και για να τα πληρώνει βρίσκεται τώρα να δουλεύει στο βιντεοκλάμπ Video Archives του καλιφορνέζικου Manhattan Beach. Εκεί είναι που θα γνωρίσει τον Roger Avary, καθώς οι δυο νέοι μοιράζονταν το απίστευτο πάθος τους για το σινεμά, και σύντομα θα αρχίσουν να σκαρώνουν τα δικά τους σενάρια, καθώς πια, παρά το νεαρό της ηλικίας τους, είχαν δει εκατοντάδες ταινίες! Πώς να περάσουν εξάλλου οι βαρετές ώρες στο ταμείο του βιντεοκλάμπ; Πρώτα φιλμ Ήταν στα χρόνια του βιντεοκλάμπ που ο Ταραντίνο ασχολήθηκε με τη σεναριογραφία και η πένα του απέδωσε δύο ολοκληρωμένα σενάρια. Μιλάμε φυσικά για το «True Romance» και το «Natural Born Killers», που έγραψε το 1988 και 1990 αντίστοιχα! Ο νεαρός Κουέντιν προσπάθησε να τα πουλήσει με τον όρο να τα σκηνοθετήσει ο ίδιος, αν και τα χολιγουντιανά στούντιο ούτε να ακούσουν δεν ήθελαν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Την ίδια εποχή, εξασφαλίζει τον πρώτο του ρόλο στη δημοφιλή αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά «The Golden Girls», οπού ενσάρκωσε έναν σωσία του «βασιλιά» Έλβις! Το 1990, ο Ταραντίνο παράτησε τα ταμεία του βιντεοκλάμπ για να δουλέψει σε μια εταιρία παραγωγής, τη Cinetel. Εκεί θα καταφέρει να πουλήσει το σενάριο του «True Romance» στον σκηνοθέτη Τόνι Σκοτ, ο οποίος θα γύριζε τελικά την ταινία το 1993. Με τα δικαιώματα που εισέπραξε από το εν λόγω σενάριο, αλλά και από την πώληση τελικά του «Natural Born Killers» (το οποίο γύρισε το 1994 ο Όλιβερ Στόουν), μπόρεσε να χρηματοδοτήσει εν μέρει το νέο σενάριο που έγραψε, το οποίο βάλθηκε να το γυρίσει μόνος του. Μιλάμε φυσικά για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο και underground καλτ αριστούργημα «Reservoir Dogs» (1992)! Ο λατρεμένος ηθοποιός Χάρβεϊ Καϊτέλ διάβασε το σενάριο, του άρεσε («δεν έχω δει εδώ και πολλά χρόνια χαρακτήρες σαν αυτούς») και με τον ίδιο πλέον στο καστ αλλά και σε ρόλο παραγωγού, ο Ταραντίνο βρήκε όλο το budget που αποζητούσε. Η κουλ κλίκα με τα μαύρα κοστούμια που περπατούσε σε διάταξη είχε μόλις γεννηθεί για να γίνει κινηματογραφικός θρύλος! Το καλτ αιματοβαμμένο διαμαντάκι έκανε μεγάλη αίσθηση στο ανεξάρτητο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Σάντανς την ίδια χρονιά, κάνοντας αυτόματα τον Ταραντίνο τον πιο πολυσυζητημένο σκηνοθέτη του Χόλιγουντ! Όσο για τις βιτριολικές κριτικές, που ήθελαν το νεο-νουάρ του Ταραντίνο φτηνή αντιγραφή του σκοτεινού θρίλερ από το μακρινό Χονγκ Κονγκ «City of Fire», το μόνο που έκαναν ήταν να δημιουργήσουν κι άλλο σάλο γύρω από το όνομά του. Παρά το γεγονός ότι το φιλμ δεν πήγε και πολύ καλά στα κινηματογραφικά ταμεία των ΗΠΑ, έζησε μεγάλες δόξες στην Ευρώπη και έγινε καλτ θρύλος μόλις βγήκε στα βιντεοκλάμπ… «Pulp Fiction» Την ώρα όμως που γινόταν όλα αυτά, ο Ταραντίνο ήταν ήδη στο στάδιο συγγραφής του νέου του σεναρίου, του ανεπανάληπτου «Pulp Fiction» (1994)! Γεμάτο βία αλλά και σινεφιλικές αναφορές σε τόσες και τόσες ταινίες, ο Ταραντίνο μπόλιασε ιδανικά διαφορετικές ιστορίες, σκαρώνοντας στο τέλος ένα μαγευτικό αποτέλεσμα. Το «Pulp Fiction» έμελλε να είναι τόσο εμπορική όσο και καλλιτεχνική επιτυχία: μόνο στις ΗΠΑ, το φιλμ μάζεψε περισσότερα από 108 εκατ. δολάρια στο box office και ήταν το μόνο ανεξάρτητο φιλμ που το κατάφερνε ποτέ αυτό (στοίχισε μόλις 8 εκατ. δολάρια)! Ταυτοχρόνως, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το «Pulp Fiction» αποσπούσε τον Μάιο το σημαντικότερο κινηματογραφικό βραβείο της οικουμένης, τον σπουδαίο Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Κανών, την ίδια στιγμή που έλαβε και 7 οσκαρικές υποψηφιότητες. Το χρυσό αγαλματίδιο που απέσπασε ο Ταραντίνο για το καλύτερο πρωτότυπο σενάριο και η άρνησή του να το μοιραστεί με τον συνεργάτη του Roger Avary έφερε μεγάλες διαμάχες και οι σχέσεις τους έπνεαν πλέον τα λοίσθια (στο τέλος ο Ταραντίνο παρέλειψε το όνομα του συνεργάτη του από τους τίτλους της ταινίας). Κριτική και συνεχιζόμενη επιτυχία Γνωστός για το οξύθυμο ταμπεραμέντο του, ο Ταραντίνο διαφώνησε δημόσια με τον Όλιβερ Στόουν για το «Natural Born Killers», θεωρώντας πως ο Στόουν είχε αλλάξει τα φώτα στο σενάριό του. Κι έτσι πάλεψε λυσσαλέα για να φύγει το όνομά του από τους τίτλους της ταινίας, την ίδια στιγμή που ξυλοκόπησε και έναν από τους παραγωγούς του φιλμ σε εστιατόριο του Λος Άντζελες! Το 1995, ο αμερικανός δημιουργός ξαναχτύπησε σκηνοθετώντας μία από τις τέσσερις ιστορίες του «Four Rooms», ενώ μετά την κυκλοφορία του φιλμ συνεργάστηκε με τον φίλο του πια Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ στο καλτ «From Dusk Till Dawn» (1996)! Ο Ταραντίνο έγραψε το σενάριο και έπαιξε δίπλα στον Τζορτζ Κλούνεϊ ως κακοποιοί που τα βάζουν με μια αγέλη βαμπίρ(!), αν και οι κριτικοί την έθαψαν τελικά την ταινία. Ο Κουέντιν ήταν όμως έτοιμος να πάει γι’ άλλα και συγκεκριμένα για το «Jackie Brown» (1997), που δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα εκτενές αφιέρωμα στη γενιά των blaxploitation φιλμ της δεκαετίας του 1970. Οι κριτικοί μίλησαν για την πιο ώριμη δουλειά του, αν και ο Σπάικ Λι την έθαψε καθώς θεώρησε πως ο Ταραντίνο υπερτόνισε τους μειωτικούς και στερεοτυπικούς χαρακτηρισμούς για την αφρο-αμερικανική κοινότητα. Μετά το «Jackie Brown», ο Ταραντίνο έκανε ένα διάλειμμα από τη σκηνοθεσία. Πλέον έκανε τον ηθοποιό στο Μπρόντγουεϊ, σε μια σαφώς τολμηρή κίνηση καθώς δεν είχε ξανανέβει ποτέ στο θεατρικό σανίδι. Οι κριτικοί δεν εντυπωσιάστηκαν ακριβώς από την ερμηνεία του, ούτε και το κοινό, και ο Ταραντίνο καταρρακώθηκε από τη χολή ειδικών και κόσμου… «Kill Bill» Αφού έγραψε όχι ένα αλλά τρία πολεμικά σενάρια για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και κανένα δεν ολοκληρώθηκε τελικά, ο Ταραντίνο όρμησε στον κόσμο των πολεμικών τεχνών. Η αρχική ιδέα μάλιστα για το «Kill Bill» γεννήθηκε σε μια κουβέντα που είχε με την Ούμα Θέρμαν κατά τα γυρίσματα του «Pulp Fiction». Το 2000 λοιπόν, σε ένα πάρτι, η Θέρμαν ρώτησε τον σκηνοθέτη αν είχε κάνει καμιά πρόοδο στην ανάπτυξη της ιδέας και εκείνος της απάντησε πως θα το είχε έτοιμο στα γενέθλιά της, ως δώρο. Ο Ταραντίνο έπρεπε να εντρυφήσει τώρα σε ταινίες κουνγκ φου και έγραφε και έσβηνε συνεχώς. Η ταινία πολεμικών τεχνών που περιστρέφεται γύρω από το θέμα της εκδίκησης δυσκόλεψε πολύ τον ίδιο και ξεπέρασε τόσο τον προϋπολογισμό όσο και το χρονικό περιθώριο των γυρισμάτων. Ο ίδιος γύρισε μάλιστα τόσο πολύ παραπανίσιο υλικό που σκάρωσε στο τέλος δύο ταινίες από το αρχικό σενάριο! Το «Kill Bill: Vol. 1» βγήκε στις αίθουσες το φθινόπωρο του 2003 και το δεύτερο μέρος του, «Kill Bill: Vol. 2», κυκλοφόρησε λίγους μήνες αργότερα (2004). Περιττό να αναφερθεί ότι αμφότερες έσπασαν τα ταμεία… Τελευταίες δουλειές Αφού εμφανίστηκε σε μικρορολάκια εδώ κι εκεί και σκηνοθέτησε διάφορα επεισόδια σε αμερικανικές τηλεοπτικές σειρές (όπως στο CSI το 2005, για το οποίο απέσπασε μάλιστα υποψηφιότητα για Emmy), αφού βοήθησε τον καλό του φίλο Ροντρίγκεζ στο γύρισμα του πολυαναμενόμενου «Sin City» (2005), το σκηνοθετικό δίδυμο συνεργάστηκε και πάλι σε μια ωδή αυτή τη φορά στα B-movies που ονόμασαν «Grindhouse» (2007). Το φιλμ πάτωσε εμπορικά και καλλιτεχνικά και οι Ταραντίνο και Ροντρίγκεζ αποφάσισαν να σπάσουν την ταινία στα δυο: το πρώτο μέρος, του Ταραντίνο, κυκλοφόρησε στην Ευρώπη ως «Death Proof» (με δραστική αλλαγή στο μοντάζ του), ενώ το κομμάτι του Ροντρίγκεζ έμεινε γνωστό ως «Planet Terror». Το «Death Proof» έφτασε μέχρι το επίσημο διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Κανών το 2007… Ο Ταραντίνο επέστρεψε κατόπιν στα σενάρια που είχε γράψει για τον Β’ Παγκόσμιο. Κι έτσι το 2009 βγήκε τελικά στις αίθουσες το πολυαναμενόμενο «Inglorious Basterds», αν και πάλι οι κριτικές ήταν ανάμεικτες. «Σέβομαι τις κριτικές», απάντησε ο σκηνοθέτης, «αλλά εγώ ξέρω περισσότερα για το σινεμά από τους περισσότερους ανθρώπους που γράφουν για μένα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά είμαι και καλύτερος συγγραφέας από τους περισσότερους που γράφουν για μένα». Και μάλλον ήξερε όντως καλύτερα, καθώς η ταινία απέσπασε 8 οσκαρικές υποψηφιότητες και έσπασε για άλλη μια φορά τα ταμεία! Αν και στην επόμενη δουλειά του τόσο ο εμπορικός όσο και ο καλλιτεχνικός θρίαμβος ήταν στο τσεπάκι του. Μιλάμε για το γουέστερν «Django Unchained», που κυκλοφόρησε στα τέλη του 2012 για να δώσει στον Ταραντίνο άλλο ένα Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου! Στην προσωπική του ζωή, φαίνεται ότι δεν έχει χρόνο για τίποτα άλλο εκτός από το κινηματογραφικό του πάθος. Παρά το γεγονός ότι διατηρούσε για χρόνια σχέση με την ηθοποιό Μίρα Σορβίνο, αποφάσισε τελικά να επικεντρωθεί στην καριέρα του, αφήνοντας την προσωπική του ζωή κατά μέρος, τουλάχιστον για την ώρα. «Όταν κάνω μια ταινία, δεν κάνω τίποτα άλλο. Όλα είναι η ταινία. Δεν έχω γυναίκα. Δεν έχω παιδί. Τίποτα δεν μπορεί να μπει στον δρόμο μου … Έχω κάνει μια επιλογή, μέχρι στιγμής, να πορευτώ στον δρόμο αυτό μόνος. Γιατί αυτή είναι η στιγμή μου. Αυτή είναι η στιγμή μου να κάνω ταινίες»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr