Με αφορμή τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Σκοπιανό πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ, στο πλαίσιο της συνόδου του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, όπου ο πρωθυπουργός είπε πως δε θα υπέγραφε τη Συμφωνία, αλλά τώρα πρέπει να τη δεχτεί, απάντησε ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος.

Συγκεκριμένα ο κ. Κατρούγκαλος έκανε λόγο για «γνωστή τακτική της διγλωσσίας».

«Ο Πρωθυπουργός δυστυχώς συνεχίζει και στο ταξίδι του στην Αμερική την γνωστή τακτική της διγλωσσίας και δεν αξιοποιεί το διπλωματικό κεφάλαιο που αποκόμισε η χώρα από τη Συμφωνία των Πρεσπών, για να προωθήσει τα εθνικά μας συμφέροντα. Και όλα αυτά ενώ παρά τους κυβερνητικούς λεονταρισμούς και εξαγγελίες, καθυστέρηση παρατηρείται τόσο σε ό,τι αφορά την λειτουργία της Επιτροπής για τα εμπορικά σήματα όσο και αυτής για τα σχολικά βιβλία. Κατέθεσα σήμερα επίκαιρη ερώτηση προς τον Υπουργό Εξωτερικών με την οποία του ζητώ να τοποθετηθεί επί όλων αυτών των θεμάτων, ώστε να μη χαθεί, λόγω αδράνειας και υποκρισίας, η προωθητική δύναμη της Συμφωνίας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σήκωσε το γάντι ο Βαρβιτσιώτης

Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Κανάλι Ένα», ο κ. Βαρβιτσιώτης απάντησε στις επικρίσεις του τομεάρχη Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργου Κατρούγκαλου περί καθυστέρησης στη λειτουργία των Επιτροπών για τα σχολικά βιβλία και τα εμπορικά σήματα.

«Ο κ. Κατρούγκαλος κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν επισπεύδει την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών πάνω σε ζητήματα τα οποία θα έπρεπε ο ίδιος ως υπουργός Εξωτερικών και ως ένας από αυτούς που είχαν υπερακοντίσει υπέρ της να τα έχει λύσει», απάντησε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.

«Εμείς αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας στο μέσον του καλοκαιριού. Τα σχολικά βιβλία δεν φτιάχνονται μέσα σε ένα μήνα μέσα στο καλοκαίρι πριν ανοίξουν τα σχολεία, τον Σεπτέμβριο. Είναι μια διαδικασία η οποία θέλει αρκετούς μήνες προετοιμασίας. Δεν είχε κάνει καμία κίνηση από τον Φεβρουάριο το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ούτε ο κ. Κατρούγκαλος ως τότε υπουργός Εξωτερικών -από τότε που κυρώθηκε η Συμφωνία των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο- προς την άλλη πλευρά, ώστε να αλλάξουν τα βιβλία και μας εγκαλεί που εμείς Αυγουστιάτικα δεν ζητήσαμε από τους Σκοπιανούς να μην τυπώσουν αυτά που είχαν έτοιμα, αλλά να καθίσουν να γράψουν τα καινούργια βιβλία, μέσα σε ένα μήνα. Να τα γράψουν, να τα εκδώσουν και να τα μοιράσουν» σημείωσε.

Ως προς το θέμα με τα εμπορικά σήματα, ο κ. Βαρβιτσιώτης είπε η Επιτροπή που δημιουργήθηκε επί υπουργίας Κατρούγκουλου, η οποία έκανε μια συνεδρίαση γνωριμίας τον Ιούνιο, αποφάσισε ότι η επόμενη συνεδρίαση θα είναι τον Νοέμβριο. Αυτή είναι η κληρονομιά «που άφησε ο κ. Κατρούγκαλος» επισήμανε περαιτέρω.

Παράλληλα, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών έστειλε το μήνυμα πως η κυβέρνηση θα προσπαθήσει «να αμβλύνει και τις συνέπειες που έχει η κακή Συμφωνία των Πρεσπών», όπως τη χαρακτήρισε και ότι θα πιέσει «να εφαρμοστούν αυτές οι παράμετροι και οι προβλέψεις της που δεν θα ήθελαν πολύ οι Σκοπιανοί γείτονες να εφαρμοστούν». Τόνισε μάλιστα πως η κυβέρνηση θα πιέσει να εφαρμοστούν αυτές και να κατοχυρώσει τα εθνικά δίκαια και την εθνική μας κληρονομιά.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών επισήμανε πως «ήδη, ακόμα και σήμερα, αρκετούς μήνες μετά την κύρωση της Συμφωνίας και αφού η Ελλάδα έχει ψηφίσει ώστε η γειτονική χώρα να μπει στο ΝΑΤΟ, μια διαδικασία που θα ολοκληρωθεί στις αρχές του 2020, οι γείτονες δεν έχουν εφαρμόσει ακόμα τη Συμφωνία των Πρεσπών». Ειδικότερα, παρατήρησε πως «δεν έχουν αλλάξει τις ταμπέλες στα αγάλματα, δεν έχουν αλλάξει ονόματα στους δρόμους, δεν έχουν αφαιρέσει τα σύμβολα από πάρα πολλά δημόσια κτίρια».

Τέλος, κληθείς να απαντήσει για την κριτική του κ. Κατρούγκαλου στην κυβέρνηση περί διγλωσσίας, ο κ. Βαρβιτσιώτης είπε: «Δεν έχουμε καμία διγλωσσία, δεν πηγαίνουμε στους έξω να λέμε άλλα και ερχόμαστε στην Ελλάδα να λέμε εντελώς διαφορετικά. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που συναντήθηκε χθες με τον Ζόραν Ζάεφ τού είπε ξεκάθαρα ότι εγώ δεν θα υπέγραφα τη συμφωνία των Πρεσπών. Από τη στιγμή όμως που έχει υπογραφεί από τη χώρα και έχει κυρωθεί από το ελληνικό κοινοβούλιο με νόμιμες διαδικασίες, μάς δεσμεύει. Αυτό δεν αποτελεί καμία διγλωσσία ούτε καμία διάθεση απεμπόλησης εθνικών κεκτημένων».