Χρειαζόμαστε αποτελεσματικότερο σύστημα επιστροφών, υπογράμμισε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Μάκης Βορίδης, ο οποίος ενημέρωσε τα μέλη των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών επί της Πρότασης Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τη θέσπιση κοινού συστήματος για την επιστροφή των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν παράνομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο κ. Βορίδης ανέφερε ότι εντός του Μαΐου παρουσιάζει στο υπουργικό συμβούλιο το σχέδιο νόμου που στόχο θέτει να γίνει περισσότερο αποτελεσματικό όλο το νομικό πλαίσιο για τις επιστροφές. Η παρέμβαση, όπως εξήγησε, θα είναι στην Οδηγία του 2008, για τις επιστροφές των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, θα συνιστά επικαιροποίηση. Ταυτοχρόνως όμως, θα ενσωματώνει «εμπροσθοβαρώς» αρκετές από τις προβλέψεις και τις προτάσεις που κάνει η ΕΕ για την τροποποίηση του υφιστάμενου πλαισίου.
«Χρειαζόμαστε ένα αποτελεσματικότερο και λειτουργικότερο πλαίσιο επιστροφών. Χωρίς επιστροφές, οποιαδήποτε μεταναστευτική πολιτική, στην πραγματικότητα, ακυρώνεται και δεν έχει νόημα. Αν δεν έχεις αποτελεσματικό πλαίσιο επιστροφών, για τους παρανόμως ευρισκομένους στα όρια της ΕΕ, οποιαδήποτε μεταναστευτική πολιτική θέλεις να υλοποιήσεις είναι άνευ αντικειμένου, είπε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου. Για να γίνει κατανοητή η ανάγκη τροποποιήσεων, ο Μάκης Βορίδης έσπευσε να επισημάνει ότι ποσοστό 97% των εισερχομένων στη χώρα, δηλώνει ότι επιθυμεί να καταθέσει αίτημα ασύλου και τότε ο εισαγγελέας απόσχει της ποινικής διώξεως μέχρι να κριθεί το ζήτημα του ασύλου. Ο Κανονισμός επιδιώκει να φτιάξει ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα επιστροφών, την ευρωπαϊκή εντολή επιστροφής, δηλαδή μια απόφαση απομακρύνσεως ενός πολίτη τρίτης χώρας, η οποία θα λαμβάνεται σε ένα κράτος, θα αναγνωρίζεται η ισχύς της σε όλα τα κράτη μέλη, είπε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου.
Ο κ. Βορίδης ανέφερε ότι θα υπάρξουν αυστηρότεροι κανόνες για τον περιορισμό των περιπτώσεων κατάχρησης και την αντιμετώπιση της διαφυγής. «Τι σημαίνει αυτό; Ενισχύονται περισσότερο τα λεγόμενα περιοριστικά μέτρα. Αυτό συνδέεται με τη διοικητική κράτηση. Η διοικητική κράτηση δεν είναι ποινή, η διοικητική κράτηση είναι μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως απομακρύνσεως. Επομένως, η διοικητική κράτηση πρέπει να εφαρμόζεται αναλογικά και πάντως σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό που είναι η απομάκρυνση», είπε ο υπουργός και προσέθεσε: «Εδώ μπορεί κανείς να υιοθετήσει και εναλλακτικά μέτρα. Εναλλακτικά μέτρα που θα οδηγήσουν στην απομάκρυνση. Θα μπορούσε να είναι οι αντίστοιχες προβλέψεις με αυτές που βάζουμε στους περιοριστικούς όρους, εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα, το ηλεκτρονικό βραχιολάκι, η καταβολή χρηματικής εγγύησης ή η δήλωση της κατοικίας.
Επομένως, είναι μια σειρά από μέτρα, τα οποία δίνουν τη δυνατότητα στις αρχές, όταν είναι έτοιμες, να μπορούν να βρουν τον προς απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας και να μπορέσουν να εκτελέσουν την απομάκρυνση. Αυτά τα μέτρα, λοιπόν, εδώ διευρύνονται με την πρόταση του Kανονισμού, προκειμένου να καταστήσουν αποτελεσματικότερη τη διαδικασία της επιστροφής και για τον ίδιο λόγο αυξάνεται ο χρόνος της διοικητικής κράτησης. Ο χρόνος διοικητικής κράτησης μέχρι τούδε ήταν μέχρι 18 μήνες. Τώρα επεκτείνεται και πηγαίνει μέχρι τους 24 μήνες, προκειμένου να μπορεί να εκτελεσθεί η απόφαση αυτή. Επίσης, υπάρχει η δυνατότητα αποτρεπτικών μέτρων, που προβλέπεται μέσα στην πρόταση του Κανονισμού, για παράδειγμα η άρνηση ή η μείωση ορισμένων παροχών και επιδομάτων που χορηγούνται από την εθνική νομοθεσία. Θα μπορούσε να είναι ένα τέτοιο περιοριστικό μέτρο. Η άρνηση μείωσης των κινήτρων που χορηγούνται για την προώθηση της εθελοντικής επιστροφής ή μείωση της βοήθειας στα προγράμματα επιστροφής και επανένταξης, αν δεν είναι συνεργάσιμος o προς επιστροφή αλλοδαπός, σε ορισμένες περιπτώσεις, εφόσον αρνείται την κατάσχεση ταξιδιωτικών εγγράφων ή άλλων, τα οποία ουσιαστικά του διευκολύνουν την κίνηση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η άρνηση ανάκλησης άδειας εργασίας, η παράταση διαρκείας απαγόρευσης εισόδου».
Επομένως, είπε ο κ. Βορίδης, στην πραγματικότητα διαμορφώνεται ένα πιο αυστηρό πλαίσιο και αυτό περιλαμβάνει και διοικητικο-δικονομικές διατάξεις, οι οποίες έχουν να κάνουν με την ανασταλτική ισχύ των ένδικων μέσων. «Επίσης, προβλέπει ακόμη ο Κανονισμός και κάτι για το οποίο έχει γίνει αρκετά μεγάλη συζήτηση. Τους κόμβους επιστροφής, τα λεγόμενα return hubs, όπου εκεί θεσπίζεται η νομική δυνατότητα για επιστροφή ατόμων που διαμένουν παράνομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν λάβει τελεσίδικη απόφαση επιστροφής σε τρίτη χώρα, βάσει συμφωνίας ή ρύθμισης και αυτή η συμφωνία ή ρύθμιση μπορεί να συναφθεί με τρίτη χώρα που όμως σέβεται τα διεθνή πρότυπα και αρχές για τα ανθρώπινα δικαιώματα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο».