Σε συνέντευξή του ο Γιώργος Σουξές μίλησε για ένα τρομακτικό περιστατικό που βίωσε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της σειράς «Hotel Ελβίρα». Ο γνωστός ηθοποιός περιέγραψε λεπτό προς λεπτό τις αγωνιώδεις στιγμές που έζησε, αναφέροντας πώς χρειάστηκε να διαχειριστεί την κατάσταση μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα.

«Είχαμε με τον συνάδελφο Βαγγέλη Δαούση ένα γύρισμα μέσα στη θάλασσα και ξαφνικά είδαμε το σκάφος να έρχεται καταπάνω μας. Κοντέψαμε να σκοτωθούμε και οι δυο! Ήμασταν μέσα στη θάλασσα, γιατί υποτίθεται ότι μας είχαν κλέψει το σκάφος το οποίο απομακρυνόταν και εμείς βουτήξαμε με τα ρούχα για να τους κυνηγήσουμε φωνάζοντας «μας έκλεψαν το σκάφος».

Η κάμερα ήταν έξω στην ακτή και κατέγραφε αυτή τη σκηνή. Μόλις είχε γίνει η πρόβα και το σκάφος θα ερχόταν για τη λήψη. Έκανε μια στροφή ο χειριστής του σκάφους για να γυρίσουμε τη σκηνή αλλά, επειδή ήταν ψηλό, δεν είδε ούτε εκείνος ούτε οι συνάδελφοι που ήταν καθισμένοι μέσα σε αυτό ότι εμείς ήμασταν μέσα στη θάλασσα», λέει στην εφημερίδα On Time και τη Σίσσυ Μενεγάτου, ο Γιώργος Σουξές και συνεχίζει:

«Δεν φταίει ο χειριστής, ήταν αυτό που λέμε η κακιά η ώρα όπου ευτυχώς δεν έγινε το χειρότερο. Ο συνάδελφος μου ήταν ελάχιστα πιο πέρα αλλά, βλέποντας το σκάφος να έρχεται καταπάνω μου, πήρε τέτοια τρομάρα που κοκάλωσε. Εγώ εκείνη την ώρα, επειδή έβλεπα την πλώρη του σκάφους που ερχόταν καταπάνω μου, έσπρωξα το σώμα μου με όση δύναμη είχα ώστε να μπορέσω να πάω όσο πιο δεξιά μπορούσα για να ξεφύγω. Αυτό που σκέφτηκα ήταν ότι θα μου έπαιρνε η προπέλα τα πόδια. Ευτυχώς, στο τσακ τα κατάφερα και σώθηκα».

Ρωτήθηκε τι σκέφτηκε εκείνα τα δευτερόλεπτα που είδε το σκάφος να κατευθύνεται προς το μέρος του, αν δηλαδή πέρασε από το μυαλό του ότι «πάει, τελείωσε, μέχρι εδώ ήταν» και σημειώνει:

«Δεν ξέρω πως λειτουργούν άλλοι άνθρωποι. Σε μένα λειτούργησε αστραπιαία το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, το να σωθώ. Έσπρωξα το σώμα μου με το αριστερό μου χέρι, δυνατά, τραυματίστηκε ο ώμος μου από την πίεση, ενώ ταυτόχρονα σκεφτόμουν ότι έρχεται καταπάνω μου και θα μου κόψει τα πόδια η προπέλα του του σκάφους, αλλά ευτυχώς τη γλίτωσα στο τσακ.»