Την εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων λειτουργίας και διαχείρισης στον ΕΟΠΠΥ και τα δημόσια νοσοκομεία προτείνει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
«Αυτό που απαιτείται να γίνει είναι να συμπιεσθούν περαιτέρω τα ελλείμματα, κυρίως στα νοσοκομεία, τα οποία θα μπορούσαν να αυξήσουν τα ίδια έσοδα τους προσφέροντας καλύτερες υπηρεσίες και χρεώνοντας κάποιες υπηρεσίες υγείας στους ασθενείς που προσφεύγουν σήμερα στα ιδιωτικά νοσοκομεία», αναφέρει συγκεκριμένα ο Σύνδεσμος, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, «Συνολικά, το σύστημα ασφάλισης, περίθαλψης, και κοινωνικής προστασίας έχει νοικοκυρευθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια», αντίθετα εκτιμά ότι στους ΟΤΑ και τις ΔΕΚΟ, παρατηρείται στασιμότητα όσον αφορά την περαιτέρω εξυγίανσή τους. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία το 2018, οι ΔΕΚΟ προβλέπεται να εμφανίσουν ένα έλλειμμα 2,2 δισ. ευρώ , έναντι ελλείμματος 2,7 δισ. το 2017, κυρίως, λόγω της ιδιωτικοποίησης της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, που δεν περιλαμβάνεται στα στοιχεία του 2018, ενώ οι ΟΤΑ εμφανίζουν ταμειακό έλλειμμα 3,3 δισ. ευρώ περίπου, που χρηματοδοτείται κατά 550 εκατ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και άνω των 3 δισ. ευρώ από τον Τακτικό Προϋπολογισμό.
Για τον προϋπολογισμό του 2018 ο ΣΕΒ αναφέρει ότι «η επιδίωξη μεγαλύτερου πλεονάσματος είναι συμβατή με τις αβεβαιότητες που υπάρχουν όσον αφορά στην επίτευξη των σχετικά φιλόδοξων στόχων, αφενός του προϋπολογισμού τόσο στα έσοδα όσο και στις δαπάνες και αφετέρου του προβλεπόμενου ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας (2,5%)» και προσθέτει: «Οι προκλήσεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού το 2018 προέρχονται κυρίως από την κόπωση που έχει προκαλέσει η συνεχής αύξηση της φορολογικής πίεσης στο διαθέσιμο εισόδημα και από την αυξητική τάση των αμοιβών προσωπικού στο δημόσιο που προβλέπεται να χρηματοδοτηθούν από περαιτέρω (αν και αβέβαιη) συμπίεση των λειτουργικών δαπανών του δημοσίου, καθώς και καθήλωση των κονδυλίων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
Η διανομή «κοινωνικού μερίσματος», στην πλάτη της ιδιωτικής οικονομίας και χωρίς πρόβλεψη για κάποια φορολογική ελάφρυνση της μισθωτής εργασίας ή των επιχειρήσεων, τείνει να αντιστρατεύεται την επιδιωκόμενη και αναγκαία δυναμική ανάπτυξη. Η «αναδιανομή» προς τις ασθενέστερες κοινωνικές τάξεις έχει νόημα όταν παράγεται νέος πλούτος και όχι μέσω της υπερφορολόγησης. Στο πλαίσιο αυτό, η αμήχανη συναίνεση των Θεσμών στη διανομή «κοινωνικού μερίσματος» χωρίς κάποια αντισταθμιστικά μέτρα υπέρ της πραγματικής οικονομίας προκαλεί ερωτηματικά για ακόμη μία φορά, ως προς την καταλληλότητα του εφαρμοζόμενου μείγματος οικονομικής πολιτικής, που ασκείται σε βάρος της βιωσιμότητας, της απασχόλησης, των ιδιωτικών επενδύσεων και των ελληνικών επιχειρήσεων».