Το «κούρεμα» των ομολόγων δεν θα αναζωογονήσει την ελληνική οικονομία, χωρίς μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Ολιβιέ Μπλανσάρ, σε συνέντευξη Tύπου που έδωσε στην Ουάσινγκτον.

«Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα: το πρόβλημα του δημόσιου χρέους και το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας» δήλωσε ο κ. Μπλανσάρ, όπως μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg.

Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους για τους όρους του PSI, ο κ. Μπλανσάρ είπε ότι το ΔΝΤ «έχει καταστήσει σαφές» πως το χρέος της Ελλάδας δεν πρέπει να υπερβαίνει το 120% του ΑΕΠ το 2020, προσθέτοντας ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί με την ανταλλαγή των ομολόγων.

Μελέτη του γερμανικού Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Οικονομία (IfW), που έχει έδρα το Αμβούργο, αναφέρει ότι οι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας πρέπει να αποδεχθούν ζημιές πάνω από 80% για τα ομόλογα που κατέχουν, προκειμένου να σταθεροποιηθεί η δημοσιονομική θέση της χώρας, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Boersen Zeitung που αναμεταδίδει το Bloomberg.

Δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times, που επικαλείται αξιωματούχους της Ευρωζώνης, αναφέρει ότι το ΔΝΤ έχει αυξήσει την πίεση που ασκεί προς αξιωματούχους της ΕΕ, ώστε αυτοί με τη σειρά τους να πιέσουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για να αποδεχθεί την απώλεια του δυνητικού κέρδους που θα είχε από τη διακράτηση του χαρτοφυλακίου της σε ελληνικά ομόλογα.

Η ΕΚΤ έχει στο χαρτοφυλάκιό της ελληνικά ομόλογα αξίας 40 δισ. ευρώ, τα οποία αγόρασε το 2010 σε τιμές χαμηλότερες από την ονομαστική τους αξίας. Αν διακρατήσει τους τίτλους αυτούς έως τη λήξη τους, η ΕΚΤ θα έχει σημαντικό κέρδος, καθώς η απόδοσή τους εκτιμάται στο 7%, σύμφωνα με το δημοσίευμα. Το ίδιο δημοσίευμα, αναφέρει ότι η ΕΚΤ έχει αποκρούσει με έντονο τρόπο τις πιέσεις που έχει δεχθεί στην κατεύθυνση αυτή.

Σημειώνει, ωστόσο, ότι το 23μελές Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει συζητήσει θέσεις υποχώρησης, οι οποίες περιλαμβάνουν το ενδεχόμενο διαγραφής των αναμενόμενων μελλοντικών κερδών της από τα ελληνικά ομόλογα ή την αποδοχή ζημιών από εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης που έχουν ελληνικά ομόλογα στα δικά τους χαρτοφυλάκια.