Η ελληνική ξενοδοχειακή αγορά βρίσκεται σε μια θαλερή περίοδο, επενδυτές με ευρύνοια βλέπουν στον τουρισμό υψηλότερα projects σε συνδυασμό με την υπεραξία του ακινήτου με αποτέλεσμα νέα επιχειρηματικά σχέδια να προχωρούν σε διαφορετικές γωνιές της χώρας.
Από τη Μεσσηνία, όπου ο οινοποιός Σπύρος Λαφαζάνης ετοιμάζεται να παντρέψει τον κόσμο του κρασιού με τον τουρισμό, μέχρι το ιστορικό κέντρο της Αθήνας, όπου ο e-ΕΦΚΑ επιχειρεί να αναβιώσει το κτίριο του παλιού Εφετείου, με Ισραηλινούς επενδυτές να καραδοκούν, οι εξελίξεις καταδεικνύουν τη διεύρυνση του ξενοδοχειακού τοπίου με νέα και διαφορετικά μεγέθη επενδύσεων.
Η στροφή του Σπύρου Λαφαζάνη στον τουρισμό

Στον Πύργο Τριφυλίας, σε μια από τις πιο εύφορες περιοχές της νοτιοδυτικής Μεσσηνίας, η «Νέστωρ Οινοποιητική Α.Ε.» ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο. Η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Τριφυλίας ενέκρινε την προέγκριση για την αλλαγή χρήσης τμήματος του υφιστάμενου οινοποιείου σε ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων.
Το σχέδιο προβλέπει μονάδα 49 δωματίων και 124 κλινών, με σύγχρονες υποδομές και πισίνες. Η επένδυση αυτή δεν είναι τυχαία. Η «Νέστωρ Οινοποιητική», που ιδρύθηκε το 2015, αποτελεί προϊόν σύμπραξης του Αγροτικού Οινοποιητικού Συνεταιρισμού Μεσσηνίας «ο Νέστωρ» και της οικογένειας Λαφαζάνη.

Ο Σπύρος Λαφαζάνης, γνωστός για την εδραίωση της οινοποιίας του στη Νεμέα, επιχειρεί τώρα να κάνει το «άλμα» από την παραγωγή κρασιού στη φιλοξενία, μετατρέποντας την παράδοση και τον αμπελώνα σε πόλο έλξης για ταξιδιώτες.
Η επιλογή της τοποθεσίας είναι στρατηγική: η περιοχή συνδυάζει φυσικό κάλλος, πολιτιστική κληρονομιά και αγροτικό χαρακτήρα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη οινοτουρισμού. Η σύνδεση του ξενοδοχείου με τις γευσιγνωσίες, τις επισκέψεις σε αμπελώνες και τη μεσσηνιακή γαστρονομία μπορεί να προσφέρει μια αυθεντική εμπειρία που ξεφεύγει από το κλασικό πρότυπο τουρισμού. Πρόκειται για ένα project που εντάσσει τη φιλοξενία στον ευρύτερο κύκλο της αγροδιατροφικής οικονομίας, δίνοντας νέα προοπτική στην περιοχή.
Η αξιοποίηση του παλιού Εφετείου από τον e-ΕΦΚΑ

Την ίδια στιγμή, στο κέντρο της Αθήνας, ένα κτίριο με μακρά ιστορία επιχειρεί να ξαναμπεί στον τουριστικό χάρτη. Ο e-ΕΦΚΑ προκήρυξε νέο διαγωνισμό για την αξιοποίηση του ακινήτου της οδού Σωκράτους 65-67, όπου λειτουργούσε το ξενοδοχείο «Ambassadeur» και αργότερα στεγάστηκε το παλιό Εφετείο Αθηνών. Σύμφωνα με πληροφορίες ήδη υπάρχει ενδιαφέρον από Ισραηλινούς επενδυτές και ένα fund και έπεται συνέχεια.
Οι όροι του διαγωνισμού έχουν τροποποιηθεί, με τη διάρκεια της εκμίσθωσης να ορίζεται στα 35 έτη και δυνατότητα παράτασης για ακόμη 10. Το ελάχιστο μίσθωμα ανέρχεται στα 35.000 ευρώ μηνιαίως, ενώ ο μισθωτής αναλαμβάνει να υλοποιήσει επένδυση ύψους τουλάχιστον 20 εκατ. ευρώ πλέον ΦΠΑ. Στόχος είναι η πλήρης ανακατασκευή και μετατροπή του κτιρίου σε ξενοδοχειακή μονάδα τουλάχιστον τριών αστέρων, με ευθύνη και δαπάνες του επενδυτή.
Η αναβίωση του ακινήτου έχει ιδιαίτερη σημασία για το κέντρο της Αθήνας. Το κτίριο, που για χρόνια παρέμενε αναξιοποίητο, μπορεί να μετατραπεί σε σημείο αναφοράς, ενισχύοντας την τουριστική υποδομή και αναβαθμίζοντας την εικόνα μιας περιοχής που χρειάζεται νέες επενδύσεις.
Ο συνδυασμός της ιστορικής βαρύτητας με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική ανακαίνιση δημιουργεί προϋποθέσεις για ένα landmark city hotel που θα απευθύνεται τόσο σε business όσο και σε leisure ταξιδιώτες.
Eπενδύσεις που αλλάζουν τον ξενοδοχειακό χάρτη
Οι δύο αυτές κινήσεις –μία από την επαρχία και μία από την πρωτεύουσα– δείχνουν την ποικιλομορφία και την προσαρμοστικότητα της ελληνικής ξενοδοχειακής αγοράς. Στη Μεσσηνία, ο τουρισμός «κουμπώνει» πάνω στο κρασί και την αγροτική παραγωγή, δημιουργώντας εμπειρίες που ενισχύουν την τοπική οικονομία. Στην Αθήνα, η αξιοποίηση ενός κεντρικού ακινήτου αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για την αναζωογόνηση της πόλης και την προσέλκυση city break ταξιδιωτών.
Κοινός παρονομαστής είναι η αναγνώριση της αξίας της φιλοξενίας ως μοχλού ανάπτυξης. Είτε πρόκειται για boutique επενδύσεις που συνδέονται με τον πολιτισμό και τη γαστρονομία είτε για μεγάλα projects αστικής αναγέννησης, η κατεύθυνση είναι σαφής: η ελληνική ξενοδοχία εξελίσσεται και διευρύνεται, αναζητώντας νέες αγορές και νέες εμπειρίες.
Με τον ελληνικό τουρισμό να παραμένει πυλώνας της οικονομίας, οι επενδύσεις αυτές προσφέρουν αισιοδοξία για την πορεία του κλάδου και ανάγκη για στρατηγικές που θα συνδυάζουν τη βιωσιμότητα με την ανάπτυξη. Το μέλλον της φιλοξενίας στη χώρα χτίζεται τόσο στους αμπελώνες της Μεσσηνίας όσο και στα αστικά τοπόσημα της Αθήνας.