Αμετάβλητα για ακόμη δυο χρόνια διατηρεί το υπουργείο Οικονομικών τα επιτόκια που επιβαρύνουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία, δίνοντας ανάσα στους φορολογούμενους στην εξόφληση φόρων και τελών.

Με απόφαση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη, τα ποσοστά παραμένουν ως έχουν έως τις 10 Αυγούστου 2027, τόσο για τους τόκους εκπρόθεσμης πληρωμής όσο και για τις επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων.

Το επιτόκιο για καθυστερημένη πληρωμή φόρου παραμένει στο 0,73% τον μήνα (8,76% ετησίως), ενώ για επιστροφή φόρων που καταβλήθηκαν χωρίς να οφείλονται, διατηρείται στο 0,50% μηνιαίως (6% τον χρόνο).

Σταθερές και οι δόσεις της πάγιας ρύθμισης

Αμετάβλητα έχουν μείνει και τα επιτόκια της πάγιας ρύθμισης για την αποπληρωμή φορολογικών οφειλών έως 24 μηνιαίες δόσεις, τουλάχιστον έως το τέλος Μαρτίου 2026.

Οποιοσδήποτε φόρος δεν πληρωθεί εντός προθεσμίας επιβαρύνεται με τόκο από την επόμενη ημέρα λήξης της, ενώ για επιστροφές υπερβάλλοντος ποσού το Δημόσιο χρεώνεται τόκους από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης έως την ημερομηνία ειδοποίησης, εκτός αν η διαδικασία ολοκληρωθεί εντός 90 ημερών.

Πάγια ρύθμιση

Με περισσότερους από 4 εκατομμύρια φορολογούμενους να έχουν ανοιχτές οφειλές, το υπουργείο Οικονομικών έχει «παγώσει» και τα επιτόκια των ρυθμίσεων, τα οποία δεν έχουν αλλάξει εδώ και περίπου τέσσερα χρόνια – από τότε που ξεκίνησε η ανοδική πορεία του Euribor. Η πρόσφατη απόφαση ορίζει ότι:

– Για εξόφληση οφειλών έως 12 δόσεις, το επιτόκιο παραμένει στο 4,34%

– Για καταβολή των οφειλών σε πάνω από 12 δόσεις έως 24 δόσεις το επιτόκιο ανεβαίνει, στο 5,84%

Η ρύθμιση ισχύει τόσο για παλιές όσο και για νέες υπαγωγές, ενισχύοντας την προσπάθεια των οφειλετών να παραμείνουν συνεπείς.

Ποιοι ρυθμίζουν τα χρέη τους

Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, από τα 110,8 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμων οφειλών, μόλις 3,62 δισ. έχουν ενταχθεί σε κάποια ρύθμιση. Το μεγαλύτερο μέρος των ρυθμισμένων ποσών (35,2%) αφορά οφειλές μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ, με τα υψηλότερα ποσοστά να εμφανίζονται σε ποσά 2.000–3.000 ευρώ (19,8%). Για τα φυσικά πρόσωπα, το μεγαλύτερο μερίδιο ρυθμίσεων (17,1%) εντοπίζεται στην κλίμακα 500–10.000 ευρώ, ενώ για τις επιχειρήσεις, τα υψηλότερα ποσοστά (23,7%) καταγράφονται σε οφειλές 10.000–100.000 ευρώ, με κορυφή τα 10.000–20.000 ευρώ (27,5%).

Αντίθετα, χαμηλή διάθεση ρύθμισης παρατηρείται για μικρά ποσά (κάτω των 500 ευρώ) και για μεγάλα χρέη (άνω των 20.000 ευρώ για φυσικά πρόσωπα και 150.000 ευρώ για επιχειρήσεις).