Η εμβληματική μη κυβερνητική οργάνωση της Ρωσίας, Memorial έριξε επί τρεις δεκαετίες φως πρώτα στις σταλινικές διώξεις και στη συνέχεια στην καταστολή της περιόδου του Βλαντίμρ Πούτιν, ανάμεσα στα θύματα της οποίας είναι πλέον και η ίδια. Σήμερα τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης 2022, μαζί με τον φυλακισμένο Λευκορώσο αντιφρονούντα Άλες Μπιαλιάτσκι και την ουκρανική οργάνωση Κέντρο για τις Πολιτικές Ελευθερίες.

Τον περασμένο χειμώνα, η ρωσική δικαιοσύνη αποφάσισε την διάλυση της οργάνωσης Memorial για την παραβίαση του νόμου περί «ξένων πρακτόρων», ενός από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί το καθεστώς Πούτιν κατά των επικριτών του.

Η διάλυση του πυλώνα της ρωσικής κοινωνίας των πολιτών, συμβόλου της σύντομης περιόδου του εκδημοκρατισμού της δεκαετίας του 1990 μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, προηγήθηκε κατά λίγες εβδομάδες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Έκτοτε, το Κρεμλίνο έχει εντείνει την καταστολή κάθε φωνής που καταγγέλλει τη ρωσική επίθεση, με την επιβολή χιλιάδων προστίμων και βαριές ποινές φυλάκισης.

Η οργάνωση Memorial ιδρύθηκε το 1989 από σοβιετικούς αντιφρονούντες, ανάμεσά τους και ο Αντρέι Ζαχάροφ, βραβευμένος με Νόμπελ Ειρήνης. Δεν σταμάτησε μέχρι την διάλυσή της να καταγγέλλει το Κρεμλίνο προκαλώντας τη δυσαρέσκεια της ρωσικής νομενκλατούρας και αντίποινα που έφθασαν μέχρι τη δολοφονία.

Από τα σταλινικά εγκλήματα μέχρι την Τσετσενία και την δράση των Ρώσων παραστρατιωτικών στην Συρία, ο οργάνωση επιβλήθηκε με τις ενδελεχείς της έρευνες. Παράλληλα η Memorial κατάρτιζε καταλόγους πολιτικών κρατουμένων και προσέφερε βοήθεια σε αυτούς, αλλά και στους μετανάστες και τις σεξουαλικές μειονότητες.

«Εχθρός του λαού»

Η οργάνωση έγινε περισσότερο γνωστή στη Δύση για το έργο της στην Τσετσενία, τη δημοκρατία του Καυκάσου, θέατρο δύο ρωσικών πολέμων και ατελείωτων αγριοτήτων. Η οργάνωση στράφηκε ειδικά κατά του Τσετσένου ηγέτη Ραμζάν Καντίροφ και των ανδρών του που κατηγορούνται για εξωδικαστικές εκτελέσεις, βασανιστήρια, απαγωγές.

Ο Καντίροφ και σήμερα θερμός υποστηρικτής του Πούτιν και του πολέμου του στην Ουκρανία, αντιμετώπιζε τα μέλη της οργάνωσης ως «εχθρούς του λαού».

Το 2009, η εκπρόσωπος του Memorial στην Τσετσενία, η Νατάλια Εστεμίροβα, απήχθη και δολοφονήθηκε στο Γκρόζνι με μία σφαίρα στο κεφάλι. Το έγκλημα παρέμεινε ατιμώρητο.

Το 2018, μία νέα υπόθεση υποχρέωσε την οργάνωση να αποσυρθεί από την Τσετσενία: η καταδίκη του τοπικού στελέχους της Ογιούμπ Τίτιεφ για στημένη υπόθεση ναρκωτικών.

Πιο πρόσφατα, το φθινόπωρο του 2020, ένας από τους ιστορικούς του Memorial, ο Γιούρι Ντμίτριεφ, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 13 ετών σε υπόθεση «σεξουαλικής βίας». Επρόκειτο για στημένες κατηγορίες για να πληγούν οι έρευνές του για τις σταλινικές διώξεις.

Η οργάνωση Memorial τιμήθηκε με το Βραβείο Ζαχάρωφ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2009.

Η εμμονή της μνήμης

Η οργάνωση Memorial είχε ξεκινήσει τις δραστηριότητές της πολύ πριν από την επίσημη ίδρυσή της το 1989. Στόχος της ήταν να δοθεί όνομα και τιμή στα εκατομμύρια των λησμονημένων θυμάτων των σοβιετικών διωγμών και του Γκουλάγκ.

Στις δεκαετίες 1960 και 1970, τα μέλη της οργάνωσης είχαν ήδη αρχίσει να συγκεντρώνουν κρυφά στοιχεία για τα σοβιετικά εγκλήματα και έπειτα στη συνέχεια φανερά κατά τη διάρκεια της Πετρεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.

«Το Memorial είναι ο κληρονόμος ενός κινήματος και στη συνέχεια μιας οργάνωσης που δεν σταμάτησε να φωνάζει ότι η εξαφάνιση της μνήμης της δικτατορίας από τη συλλογική μνήμη είναι πολύ επικίνδυνη» λέει η ιστορικός Ιρίνα Τσερμπακόβα.

Με την έλευση του Πούτιν στην εξουσία το 2000, η αποστολή της οργάνωσης έγινε δυσκολότερη, διότι το Κρεμλίνο, υπερασπιζόμενο μία «ιστορική ερμηνεία» που εξαίρει τη ρωσική ισχύ, υποτιμά τα εγκλήματα της σοβιετικής περιόδου.

Στις αρχές του Απριλίου, έναν μήνα πριν από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο Ολεγκ Ορλόφ, ένα από τα ιστορικά στελέχη του Memorial, ομολόγησε ότι «δεν έχει ζήσει στην ζωή του πιο σκοτεινή περίοδο».

«Αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι συγκρίσιμο με ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν (…) μία χώρα που βγήκε από το ολοκληρωτικό σύστημα να επιστρέφει», λέει ο Ολεγκ Ορλόφ που ξεκίνησε την δράση του στην δεκαετία του 1980 μοιράζοντας προκηρύξεις κατά του σοβιετικού πολέμου στο Αφγανιστάν.