Απεβίωσε ύστερα από δύο πολύωρες ανεπιτυχείς επεμβάσεις στην καρδιά για την αντιμετώπιση ρήξης αορτής ο «γίγαντας»της αμερικανικής διπλωματίας, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, γνωστός κι ως ο «αρχιτέκτονας» των συμφωνιών του Ντέιτον το 1995 με τις οποίες τερματίστηκε ο εμφύλιος πόλεμος στη Βοσνία, ύστερα από μήνες διπλωματικών αποστολών και ειρηνευτικών προσπαθειών.

Λίγες ημέρες μετά την εκλογή του στον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα τον διόρισε απεσταλμένο του στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν, στέλνοντας τον βετεράνο διπλωμάτη στο μέτωπο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Η αποστολή του Χόλμπρουκ ήταν να διαχειριστεί τη λεπτή σχέση μεταξύ του Αφγανιστάν και του Πακιστάν, να βοηθήσει στο συντονισμό των πολεμικών επιχειρήσεων κατά της τρομοκρατίας στην περιοχή αυτή ενισχύοντας παράλληλα το ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και στις δύο χώρες.

Η διπλωματική εμπειρία δεκαετιών του Χόλμπρουκ στην εξωτερική πολιτική τελείωσε αργά το βράδυ της Δευτέρας, όταν ο πρώην πρεσβευτής κατέληξε στην Ουάσινγκτον σε ηλικία 69 ετών, τρεις ημέρες μετά τη ρήξη αορτής που υπέστη.

«Από τις πρώτες ημέρες της θητείας του στο Βιετνάμ έως τον ιστορικό του ρόλο στην επίτευξη ειρήνης στα Βαλκάνια και μέχρι την τελευταία του αποστολή στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν, ο Ρίτσαρντ συνέβαλε στη διαμόρφωση της ιστορίας μας, στη διαχείριση των κινδύνων του παρόντος και στην ασφάλεια του μέλλοντός μας», αναφέρει ο Ομπάμα σε ανακοίνωσή του.

Στην τελευταία του αποστολή στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν λέγεται ότι ο Χόλμπρουκ είχε διαφωνίες με τον Αφγανό πρόεδρο Χαμίντ Καρζάι και με τον διοικητή των αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή, νυν απόστρατο στρατηγό, Στάνλεϊ ΜακΚρίσταλ. Ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους που αντικατέστησε τον ΜακΚρίσταλ, άκουγε περισσότερο τη γνώμη του Χόλμπρουκ. Ειδικοί βλέπουν ένα σημαντικό ρόλο του βετεράνου διπλωμάτη στις συνομιλίες μεταξύ του Καρζάι και των ανταρτών Ταλιμπάν.

Μπήκε στο διπλωματικό σώμα το 1962 και την περίοδο 1966-67 ήταν ειδικός σύμβουλος για το Βιετνάμ του προέδρου Λίντον Τζόνσον.. Έως το 1969 ήταν ειδικός βοηθός των υφυπουργών Εξωτερικών, Κάτσενμπακ και Ρίτσαρντσον, μέλος της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ στις ειρηνευτικές συνομιλίες του Παρισιού για το Βιετνάμ.

Τη διετία 1970-72 διετέλεσε Διευθυντής του Ειρηνευτικού Σώματος Στρατού στο Μαρόκο ενώ από το 1972 έως το 1976 ήταν Διευθύνων σύμβουλος του τριμηνιαίου περιοδικού Foreign Policy και το ίδιο διάστημα, 1974-75 ήταν μέλος Προεδρικής Επιτροπής για την Εξωτερική Πολιτική και αρθρογράφος στο περιοδικό Newsweek.

Το 976 συμμετείχε στην προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών Κάρτερ-Μόντεϊλ ως συντονιστής των υποθέσεων εθνικής ασφαλείας ενώ από το 1977 έως το 1981 ήταν βοηθός υπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για την Ανατολική Ασία και τον Ειρηνικό.

Από το 1981 έως το 1985 ήταν αντιπρόεδρος της εταιρίας συμβούλων Public Strategies και στη συνέχεια έως το 1993 ήταν Διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας επενδύσεων Lehman Brothers.

Την ίδια χρονιά διορίστηκε πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Γερμανία και το 1994 έγινε βοηθός υπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για Ευρωπαϊκές και Καναδικές Υποθέσεις.

Το 1995 ανέλαβε αποστολή για την ειρήνευση στη Βοσνία, η οποία καταλήγει στη συμφωνία μεταξύ των πρώην εμπολέμων στο Ντέιτον του Οχάιο το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου.

Το 1996 προσελήφθη στην τράπεζα επενδύσεων Credit Swiss First Boston στη Νέα Υόρκη και το 1997 ο πρόεδρος Κλίντον τον διόρισε ειδικό απεσταλμένο του για την Κύπρο.

Το 1998 διορίστηκε από τον πρόεδρο Κλίντον πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ ενώ το Σεπτέμβριο του ίδιο χρόνου η κυβέρνηση απέσυρε προσωρινά την υποψηφιότητά του για το αξίωμα του πρεσβευτή των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, λόγω «φορολογικών εκκρεμοτήτων». Ο διορισμός του παραμένει «παγωμένος», έως ότου διακριβωθεί κατά πόσον είχε χρησιμοποιήσει την επιρροή του, ώστε η ελβετική τράπεζα στην οποία αργότερα εργοδοτήθηκε να συνάψει το 1995 ένα συμβόλαιο με την ουγγρική κυβέρνηση. Το 1999 συμφωνεί να πληρώσει πρόστιμο 5.000 δολαρίων στο αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης για παραβίαση της νομοθεσίας που απαγορεύει στους αξιωματούχους που εγκαταλείπουν το δημόσιο τομέα για τον ιδιωτικό να έχουν ορισμένου τύπου επαφές με πρώην συναδέλφους τους, προκειμένου να αποφεύγονται οι περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων ή η παράνομη άσκηση επιρροής. Με τον τρόπο αυτό, διευθετούνται τα προβλήματα που εμπόδιζαν έως τώρα το διορισμό του ως πρεσβευτή στον ΟΗΕ.

Τον Ιούνιο του 1999 η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας εγκρίνει το διορισμό του ως πρεσβευτή των ΗΠΑ στον ΟΗΕ. Παραμένει στη θέση αυτή έως την ανάληψη των καθηκόντων του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Γουόκερ Μπους (20/1/2001).

Το 2001 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης.

Το 2009 διορίστηκε από τη νέα ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, ειδικός απεσταλμένος για το Αφγανιστάν και το Πακιστάν.

Στις 13 Δεκεμβρίου του 2010 απεβίωσε ύστερα από δύο πολύωρες ανεπιτυχείς επεμβάσεις στην καρδιά για την αντιμετώπιση ρήξης αορτής στο πανεπιστημικό νοσοκομείο Τζορτζ Ουάσινγκτον.