Το γεγονός πως δεν αισθάνονται πατρίδα τους την Ευρώπη, είναι η κυριότερη αιτία που ωθεί τους περισσότεροι Ευρωπαίους νέους που ταξιδεύουν στο Ιράκ και στην Συρία να πολεμήσουν στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους, όπως τόνισαν ακαδημαϊκοί στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που συγκλήθηκε υπό την προεδρία του 20χρονου πρίγκιπα της Ιορδανίας.

Στο Συμβούλιο, το οποίο συγκλήθηκε για να συζητήσει τον ρόλο των νέων στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού, προέδρευε ο Ιορδανός πρίγκιπας Αλί Μπιν Αλ Χουσέιν ο δεύτερος, ο οποίος έγινε ο νεαρότερος προεδρεύων του 15μελους Συμβουλίου Ασφαλείας, όπως σημείωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μούν.

Ο Πίτερ Νιούμαν, καθηγητής στο Διεθνές Κέντρο Ερευνών της Ριζοσπαστικοποίησης και της Πολιτικής Βίας στο King’s College του Λονδίνου, δήλωσε πως το Κέντρο παρακολούθησε τα ίχνη 700 νέων Ευρωπαίων που πολεμούν στις τάξεις της οργάνωσης του Ισλαμικού Κράτους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μίλησε με σχεδόν 100 από αυτούς για να μάθει τις ιστορίες τους.

«Βρισκόμαστε μπροστά σε μια απίστευτα ποικιλόμορφη ομάδα», δήλωσε ο Νιούμαν. «Αυτό που πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, είχαν κοινό ήταν ότι δεν είχαν κάποιο έρεισμα στις κοινωνίες τους. Συχνά αισθάνονταν….ότι δεν ήταν Ευρωπαίοι, ότι δεν ανήκαν, ότι ποτέ θα τα κατάφερναν, όσο σκληρά κι αν προσπαθούσαν». Αυτό, όπως δήλωσε, τους έστρεψε σε μια ιδεολογία η οποία πρεσβεύει πως «δεν μπορεί να είσαι Ευρωπαίος και μουσουλμάνος την ίδια στιγμή».

Από μεριάς του ο ανθρωπολόγος Σκοτ Έιτραν του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν και του Εθνικού Κέντρου για την επιστημονική έρευνα στο Παρίσι δήλωσε πως οι χώρες χρειάζεται να δώσουν έμφαση στην «έμφυτη ενέργεια και στον ιδεαλισμό» της νεολαίας. «Αν δεν αναγνωρίσουμε τα πάθη τους, υπάρχει ο κίνδυνος να τους χάσουμε», συμπλήρωσε ο Έιτράν αναφερόμενους στους νέους.

«Πρέπει να γεμίσουμε αυτό το κενό που γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους εχθρούς της ανθρωπότητας δίνοντας δυνατότητες στους νέους, βοηθώντας τους να εκπληρώσουν τις φιλοδοξίες τους», δήλωσε από την πλευρά του ο Ιορδανός Πρίγκιπας απευθυνόμενους στο Συμβούλιο, κάτι για το οποίο χρειάζεται «ποιοτική παιδεία, ευκαιρίες αξιοπρεπούς απασχόλησης και ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο», όπως πρόσθεσε.