Ο Ιβάν Ντούκε ζήτησε την απομάκρυνση των οδοφραγμάτων που έχουν πολλαπλασιαστεί μετά από δέκα μέρες αντικυβερνητικών αιματηρών διαδηλώσεων στην Κολομβία, που έχουν κατασταλεί βίαια σε αρκετές πόλεις της χώρας.

«Ναι στο διάλογο, ναι στην οικοδόμηση, αλλά σίγουρα όχι σε οδοφράγματα, επειδή τα οδοφράγματα δεν είναι ειρηνικά, παραβιάζουν τα δικαιώματα άλλων ανθρώπων», είπε κατά τη διάρκεια συνάντησης με δημοσιογράφους στο προεδρικό παλάτι στην Μπογκοτά.

Ο συντηρητικός πρόεδρος, ο οποίος ανέφερε πως 733 οδοφράγματα έχουν στηθεί μετά την έναρξη των κινητοποιήσεων στις 28 Απριλίου, ζήτησε το τέλος αυτού του είδους δράσεων που επηρεάζουν την προμήθεια πολλών πόλεων, ιδίως με καύσιμα, φάρμακα και τρόφιμα.

«Η απόρριψη αυτών των ενεργειών που είναι βίαιες πρέπει να είναι κατηγορηματική», πρόσθεσε.

Εξέφρασε αυτό το αίτημα την παραμονή της πρώτης συνάντησής του με εκπροσώπους της νεολαίας, την πιο ενεργή στις διαδηλώσεις, η οποία απαιτεί αλλαγή κατεύθυνσης από την κυβέρνηση.

Υπό πίεση, καθώς η πανδημία Covid-19 επιδείνωσε την οικονομική κρίση, η κυβέρνηση ξεκίνησε μια σειρά συναντήσεων με διάφορες τομείς της κοινωνίας, ξεκινώντας με πολιτικά κόμματα, δικαστές και μέσα ενημέρωσης.

Ο Ντούκε επανέλαβε ότι είναι διατεθειμένος να συναντηθεί επίσης με την εθνική επιτροπή απεργίας, η οποία ξεκίνησε τις κινητοποιήσεις και η οποία συγκεντρώνει διάφορους κλάδους.

«Είμαστε έτοιμοι να καθίσουμε με την επιτροπή απεργίας (…) για να τους ακούσουμε (…) να ακούσουμε εκείνους που διαμαρτύρονται, εκείνους που δεν διαμαρτύρονται και για την επίλυση αυτής της κατάστασης», δήλωσε ο Κολομβιανός πρόεδρος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης, η βία έχει οδηγήσει σε 26 νεκρούς, με οκτώ από τους θανάτους να μην συνδέονται με τις διαδηλώσεις, καθώς και σε 1.506 τραυματίες, συμπεριλαμβανομένων 680 πολιτών και 826 αστυνομικών, ενώ 90 άνθρωποι αγνοούνται.

Ο Ντούκε εξέφρασε τον «πόνο» του για τα θύματα και υπερασπίστηκε το «νόμιμο δικαίωμα» στην ειρηνική διαδήλωση, υποσχόμενος «μηδενική ανοχή» σε καταχρήσεις που διαπράχθηκαν από την αστυνομία.

Η καταστολή των διαδηλώσεων προκάλεσε σκληρή κριτική από τη διεθνή κοινότητα. Ωστόσο, το υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε με ανακοίνωσή του χθες αυτές τις «εξωτερικές θέσεις που δεν έχουν αντικειμενικότητα και που επιδιώκουν να επιδεινώσουν την πόλωση».

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, κατήγγειλε την παρείσφρηση ενόπλων ομάδων στις κινητοποιήσεις, όπως αντάρτες του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού (ELN) και αντιφρονούντες της πρώην ανταρτικής οργάνωσης FARC, οι οποίοι απορρίπτουν τη συμφωνία ειρήνευσης του 2016.