Κατά δεκάδες έφευγαν σήμερα οι κάτοικοι από συνοικία της πόλης Ρανγκούν στη Μιανμάρ, όπου τις τελευταίες ημέρες μαίνονται συγκρούσεις, την ώρα που οι οικογένειες διαδηλωτών που σκοτώθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας ετοιμάζονται να θάψουν τους νεκρούς τους μετά το λουτρό αίματος.

Περισσότεροι από 180 πολίτες έχουν σκοτωθεί από την 1η Φεβρουαρίου και το πραξικόπημα που ανέτρεψε την ηγέτιδα της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Τσι, σύμφωνα με την Ένωση Αρωγής Πολιτικών Κρατούμενων (AAPP).

Ο αριθμός των νεκρών αυξήθηκε πολύ τις τελευταίες τρεις ημέρες, με τη χούντα να μοιάζει πιο αποφασισμένη από ποτέ να καταστείλει το κίνημα διαμαρτυρίας, αγνοώντας τις πολλές διεθνείς καταδίκες, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.

Μπροστά στην κατάσταση αυτή, κάτοικοι της Ρανγκούν, της οικονομικής πρωτεύουσας της Μιανμάρ, αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν.

Στη Χλάινγκ Θαρ Γιάρ, μια βιομηχανική συνοικία, όπου ζουν φτωχοί εργάτες σε εργοστάσια υφαντουργίας πολλοί ήταν αυτοί που αποφάσισαν να φύγουν από τα σπίτια τους σήμερα το πρωί.

Στη συνοικία αυτή επιβλήθηκε την Κυριακή στρατιωτικός νόμος μετά την πυρπόληση πολλών κινεζικών εργοστασίων.

Οποιοσδήποτε συλλαμβάνεται στη συνοικία αυτή και στα άλλα πέντε καντόνια της Ρανγκούν, που επίσης ισχύει στρατιωτικός νόμος, θα δικάζεται από στρατοδικείο και κινδυνεύει με ελάχιστη ποινή τριών ετών καταναγκαστικά έργα.

«Μάρτυρες»

Τουλάχιστον 20 διαδηλωτές σκοτώθηκαν χθες, σύμφωνα με το AAPP. Η Κυριακή ήταν η πιο αιματηρή ημέρα, με 47 νεκρούς πολίτες, ενώ η χούντα ανακοίνωσε τον θάνατο ενός αστυνομικού.

«Πολλοί έφηβοι σκοτώθηκαν και η χρήση πραγματικών σφαιρών δεν σταματά ούτε τη νύχτα», όπως κατήγγειλε η AAPP, η οποία αναφέρει ότι τουλάχιστον 2.200 άνθρωποι έχουν συλληφθεί.

Οι κηδείες πολλών διαδηλωτών πρόκειται να πραγματοποιηθούν σήμερα, κυρίως στη Ρανγκούν.

Ολονυκτίες πραγματοποιήθηκαν προς τιμή τους χθες το βράδυ σε όλη τη Μιανμάρ, σύμφωνα με τις εικόνες που αναρτήθηκαν σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.

«R.I.P» (αναπαύσου εν ειρήνη) έγραψαν με κεριά οι κάτοικοι της Μάνταλεϊ, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της χώρας. «Στηρίζουμε τους μάρτυρές μας», «θα πολεμήσουμε μέχρι το τέλος» έγραψαν πολλοί σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Διεθνείς αντιδράσεις

Η βία των τελευταίων ημερών προκάλεσε νέο γύρο αντιδράσεων. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες εξέφρασε τον αποτροπιασμό του από την κλιμακούμενη βία του στρατού και ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να συνδράμει στον τερματισμό της καταστολής.

Και οι ΗΠΑ κάλεσαν σε ενότητα «ενάντια στο πραξικόπημα και την κλιμάκωση της βίας».

Από την πλευρά του το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) ανακοίνωσε σήμερα ότι οι τιμές των τροφίμων και των καυσίμων στη Μιανμάρ έχουν αυξηθεί κατά πολύ μετά το πραξικόπημα, υπονομεύοντας την ικανότητα των πιο φτωχών οικογενειών να τραφούν.

To WFP στηρίζει περισσότερους από 360.000 ανθρώπους στη Μιανμάρ, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν αναγκαστεί να εκτοπιστούν λόγω των συγκρούσεων της τελευταίας δεκαετίας.