Τα ευρωπαϊκά κράτη αποτυγχάνουν να περιορίσουν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πυροδοτούν τις διακρίσεις, τον εκφοβισμό και τη βία κατά των Ρομά, σημειώνει η Διεθνής Αμνηστία σε δήλωσή της με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ρομά, η οποία έχει.

«Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση της βίας κατά των Ρομά στην Ευρώπη. Η απόκριση σε αυτό το ανησυχητικό φαινόμενο είναι εξαιρετικά ανεπαρκής. Είναι απαράδεκτο το γεγονός ότι στη σημερινή Ευρώπη ορισμένες κοινότητες Ρομά ζουν υπό τη μόνιμη απειλή της βίας και των επιθέσεων τύπου πογκρόμ», δήλωσε ο John Dalhuisen, διευθυντής του Προγράμματος της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία.

«Πολύ συχνά οι Ευρωπαίοι ηγέτες ενθαρρύνουν προκαταλήψεις οι οποίες πυροδοτούν τη βία κατά των Ρομά, στιγματίζοντάς τους ως αντικοινωνικούς και ανεπιθύμητους. Μολονότι οι αρχές γενικά έχουν καταδικάσει τα πιο κραυγαλέα περιστατικά βίας κατά των Ρομά, δείχνουν απρόθυμες να αναγνωρίσουν την έκταση του προβλήματος, ενώ συχνά καθυστερούν να το αντιμετωπίσουν. Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση διστάζει να αμφισβητήσει τα κράτη μέλη όσον αφορά τις συστημικές διακρίσεις εις βάρος των Ρομά οι οποίες είναι προφανείς», συνέχισε

Η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας «Δικαιοσύνη ζητάμε: Η αποτυχία της Ευρώπης να προστατεύσει τους Ρομά από τη ρατσιστική βία» εξετάζει τη βία με κίνητρο το ρατσιστικό μίσος και την παρενόχληση που υφίστανται οι Ρομά εκ μέρους των αρχών και πολιτών της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Γαλλίας και της Ελλάδας, και επισημαίνει τις βαθιές ανησυχίες της οργάνωσης για ολόκληρη την Ευρώπη.

«Σε πολλές περιπτώσεις οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου παραλείπουν να εμποδίσουν επιθέσεις και να διασφαλίσουν ότι τα κίνητρα μίσους διερευνώνται καταλλήλως, ενώ η πραγματικότητα ότι ρατσιστικές στάσεις παραμένουν παγιωμένες σε πολλά αστυνομικά σώματα, συχνότερα διαψεύδεται παρά αντιμετωπίζεται», δήλωσε ο John Dalhuisen.

Όπως σημειώνει η οργάνωση, οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη συνεχίζουν να απογοητεύουν τους Ρόμα με πολλούς τρόπους. Οι διακρίσεις, οι εξαναγκαστικές εξώσεις, ο διαχωρισμός και η υποτυπώδης εκπαίδευση αποτελούν τον κανόνα σε πολλές χώρες.

«Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στη διάθεσή της ένα νομοθετικό οπλοστάσιο με το οποίο μπορεί να διασφαλίσει την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας και του ρατσισμού γενικότερα. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία είναι υπεύθυνη να επιβλέπει τα κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή και την τήρηση της κοινοτικής νομοθεσίας, έχει αποτύχει μέχρι σήμερα να λάβει σαφή και αποφασιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των διακρίσεων και της βίας κατά των Ρομά», δήλωσε ο John Dalhuisen.

Η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις εθνικές κυβερνήσεις και την Ευρωπαϊκή Ένωση να δεσμευθούν ορατά και ολόψυχα ότι θα εξαλείψουν την μάστιγα των διακρίσεων κατά των Ρομά, τη μισαλλοδοξία και τη βία σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Αναλυτικά, ορισμένα στοιχεία της έκθεσης της οργάνωσης ανά χώρα:

Δημοκρατία της Τσεχίας

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου του 2013 τσεχικές ακροδεξιές ομάδες πραγματοποίησαν διαμαρτυρίες εναντίον Ρομά σε δεκάδες πόλεις και κωμοπόλεις σε όλη τη χώρα. Οι διαμαρτυρίες συνοδεύονταν και από τη συστηματική παρενόχληση των κοινοτήτων Ρομά.

Μεταξύ του Ιουνίου και του Οκτωβρίου του 2013 ακροδεξιοί εξτρεμιστές και κάτοικοι της τοπικής κοινότητας, πραγματοποίησαν συχνές πορείες περνώντας μέσα από την πόλη της Èeské Budìjovice σε ένα συγκρότημα κατοικιών, μετά από σύγκρουση μεταξύ Ρομά και κατοίκων σε μια παιδική χαρά.

Ο Štefan, ένας Ρομά, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Μερικοί άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι [κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, οι Ρομά], πρέπει να μείνουν σε ένα μέρος, ότι τα παιδιά … φοβούνται. Αυτό διαρκεί όλη την ημέρα και είναι τραυματικό … Κανείς δεν αξίζει να ζει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι βίωναν τέτοια περιστατικά κατά την διάρκεια του πολέμου και νομίζω ότι εν έτει 2013, στον 21ο αιώνα, δεν χρειάζεται να τα ξαναζήσουμε».

Γαλλία

Έχοντας διαφύγει το ρατσισμό που βίωναν στις χώρες τους, πολλοί από τους 20.000 Ρομά στη Γαλλία ζουν σε άτυπους οικισμούς, όπου σπάνια έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, όπως είναι η ύδρευση και η αποχέτευση. Συχνά διώκονται από τα καταφύγιά τους, παρενοχλούνται από την αστυνομία ή άλλους πολίτες, και μερικές φορές δέχονται επιθέσεις.

Το βράδυ της 22ης Νοεμβρίου 2011 η αστυνομία πήγε στον άτυπο καταυλισμό ο οποίος βρισκόταν δίπλα στην εκκλησία του St. Martin d’Arenc στη Μασσαλία, με στόχο την εξαναγκαστική έξωση 10 οικογενειών Ρομά, οι οποίες ζούσαν εκεί.

Σύμφωνα με ισχυρισμούς, έριξαν δακρυγόνα μέσα σε σκηνές όπου κοιμούνταν παιδιά και στη συνέχεια κατέστρεψαν τις σκηνές τους και άλλα προσωπικά τους αντικείμενα.

Ο R. ξυλοκοπήθηκε από την αστυνομία. Είπε: «Ήθελα να τρέξω μακριά, αλλά δεν μπορούσα να δω τίποτα, είδα μια καγκελόπορτα μπροστά μου, προσπάθησα να την φτάσω, αλλά μόλις έφτασα, απλώς ένιωσα σαν να έσπασε το πόδι μου και μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα άλλο». Ο R. υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για κάταγμα μηριαίου οστού και πέρασε έξι μήνες σε κέντρο αποκατάστασης.

Οι Ρομά μετανάστες στη Μασσαλία κατά γενικό κανόνα δεν καταγγέλλουν περιπτώσεις παρενόχλησης και βίας, λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης στην αστυνομία ή φοβούμενοι μήπως πέσουν θύματα περαιτέρω παραβιάσεων. Ο S., Ρομά και κοινωνικός λειτουργός, ο οποίος ζούσε σε ένα τέτοιου είδους άτυπο καταυλισμό, δήλωσε: «Οι Ρομά πραγματικά φοβούνται την αστυνομία – Συνήθως εγώ είμαι αυτός που πηγαίνει τα παιδιά στο νοσοκομείο, και βλέπω ότι φοβούνται κάθε φορά που βλέπουν την αστυνομία μπροστά τους».

Ελλάδα

Οι εκτιμώμενοι 250.000 έως 350.000 Ρομά οι οποίοι ζουν στην Ελλάδα βιώνουν ρατσιστική μεταχείριση εδώ και πολλές γενεές.

Το 2012 και το 2013 πραγματοποιήθηκε σειρά επιθέσεων πογκρόμ εναντίον της κοινότητας των Ρομά στο Αιτωλικό, ένα χωριό στη δυτική Ελλάδα.

Η Ειρήνη διηγήθηκε στη Διεθνή Αμνηστία την εμπειρία της την 4η Ιανουαρίου 2013, όταν περίπου 70 άτομα τους επιτέθηκαν, πετώντας βόμβες μολότοφ, πέτρες και ξύλα στα σπίτια τους: «Όταν είδα να έρχονται, άρπαξα τα παιδιά μου και κλειστήκαμε στο σπίτι. Τα παιδιά μου έκλαιγαν και ούρλιαζαν… φοβήθηκα. Κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο συνειδητοποίησα ότι ήξερα τους περισσότερους, μεγαλώσαμε μαζί. Πέταξαν ένα γυάλινο μπουκάλι από το παράθυρο και το σπίτι πήρε όλο φωτιά».

Έξι σπίτια και τέσσερα αυτοκίνητα πυρπολήθηκαν ή καταστράφηκαν από τους εισβολείς εκείνη την ημέρα. Πολλοί Ρομά δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι ένιωσαν προδομένοι από την αστυνομία. Ένας είπε: «Μπορούσα να δω από το εσωτερικό του σπιτιού μόνο δύο αστυνομικούς… Απλά κοιτούσαν και ζητούσαν από τους ανθρώπους να σταματήσουν. Δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από αυτό».