Υπάρχει η επιστήμη και η ψευδοεπιστήμη, δηλαδή κάθε σύνολο απόψεων, παραδόσεων, θεωρία, μεθοδολογία, πίστη ή πρακτική σε κάποιο τομέα, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι επιστημονική, που όμως είτε δεν ακολουθεί επιστημονικές μεθόδους και διαδικασίες, είτε τις ακολουθεί αλλά δεν ακολουθεί το πνεύμα της επιστήμης.

Και τι είναι αυτό που υπάρχει στη «γκρι ζώνη» ανάμεσα τους;

Ας ανακαλύψουμε, μέσα από ένα κείμενο που δημοσίευσε ο Jack Flanagan στο kernelmag.com, τι είναι η «κρυπτοζωολογία», η επιστήμη των θρυλικών… τεράτων!

Η «κρυπτοζωολογία» είναι «η μελέτη και η αναζήτηση ζωικών οργανισμών που εκπίπτουν των επίσημων ζωολογικών καταλόγων. Περιλαμβάνει δύο κύρια πεδία μελέτης: α) την αναζήτηση ζωντανών δειγμάτων που έχουν κατηγοριοποιηθεί μέσω απολιθωμάτων, αλλά θεωρείται πως έχουν εκλείψει, και β) την αναζήτηση ζώων που δεν εμφανίζονται στους καταλόγους, εξαιτίας της έλλειψης αποδείξεων, αλλά των οποίων η ύπαρξη αναφέρεται σε μύθους, θρύλους και παραδοσιακές αφηγήσεις» γράφει η Wikipedia.

Οι επιστήμονες που ασχολούνται με το πεδίο αυτό καλούνται «κρυπτοζωολόγοι», ενώ τα ζώα τα οποία τους απασχολούν καλούνται «κρυπτίδια» (cryptids), ένας όρος ο οποίος εισήχθη από τον Τζον Γουόλ το 1983, αναφέρει η ίδια πηγή.

«Επειδή οι κρυπτοζωολόγοι κατά κύριο λόγο δεν ακολουθούν τη συμβατική επιστημονική μέθοδο και αφιερώνουν μεγάλο μέρος των προσπαθειών τους σε έρευνες για ζώα που οι περισσότεροι επιστήμονες θεωρούν απίθανο να υπάρχουν, η κρυπτοζωολογία δέχεται ελάχιστη προσοχή από την επιστημονική κοινότητα».

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η επιστήμη της κρυπτοζωολογίας επικεντρώνεται γύρω από το Centre for Fortean Zoology (CFZ). Οι άνθρωποι που το απαρτίζουν περιγράφουν τους εαυτούς του ως «μια ερευνητική ομάδα γύρω από τα μυστήρια ζώα» και πιστεύουν ότι στις απομακρυσμένες γωνιές του πλανήτη υπάρχουν ζώα, τα οποία αποφεύγουν ενεργά τους ανθρώπους. Είναι μια εθελοντική, μη κερδοσκοπική οργάνωση.

Η κρυπτοζωολογία, γράφει ο Flanagan, ισορροπεί ανάμεσα σε αυτό που αποκαλούμε παραφυσικό και εμπειρικές επιστήμες, ή αυτό που είναι γνωστό ως «πρωτοεπιστήμη».

(«Ως πρωτοεπιστήμη εννοείται εκείνος ο τομέας έρευνας που δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί ως επιστήμη, αλλά διαθέτει τη δυνατότητα να εγκαθιδρυθεί ως επιστημονικά αποδεκτή. Υπό αυτή την έννοια όλες οι σύγχρονες επιστήμες υπήρξαν κάποτε πρωτοεπιστήμες, καθώς ξεκίνησαν ως υποθέσεις, γύρω από τις οποίες δημιουργήθηκε σταδιακά μέσω της παρατήρησης και της έρευνας το επιστημονικό τους κέλυφος.

Αντίθετα από την επιστήμη, η πρωτοεπιστήμη: πάσχει πιθανώς από έλλειψη γενικών θεωριών που ερμηνεύουν τις παρατηρήσεις, λείπει το αναγκαίο σώ, μα μαρτυριών, βάσει των οποίων είναι δυνατόν να δοκιμαστούν οι θεωρίες, είναι πιθανώς ασαφής ή μη μαθηματική», αναφέρει ακόμη η Wikipedia).

Η πρωτοεπιστήμη, σημειώνει ο αρθρογράφος, είναι αυτή που «τρέχει» πίσω από φαντάσματα, αλλά είναι σε θέση να δεχτεί και ότι μπορεί να μην υπάρχουν. «Αν δηλαδή, κάποιος μπορέσει να την καταρρίψει σε τέτοιο βαθμό που να πείσει μέχρι και έναν κρυπτοζωολόγο» γράφει ο Flanagan.

Οι κρυπτοζωολόγοι περνούν το χρόνο τους εξερευνώντας τα μυστηριώδη πλάσματα του κόσμου, όπως ο Μεγαλοπόδαρος (Big Foot), το τέρας του Λοχ Νες και το Γέτι, τα οποία έχουν εμπνεύσει και κυριεύσει τη φαντασία, ιστορία, λογοτεχνία κ.ά. ολόκληρων γενεών σε πολλούς λαούς.

Ορισμένοι άνθρωποι όμως έχουν προχωρήσει σε ένα «άλλο επίπεδο»: πιστεύουν πραγματικά ότι υπάρχουν… κάπου εκεί έξω!

Εύθραυστη σχέση με την πραγματικότητα

Μέχρι σήμερα οι κρυπτοζωολόγοι έχουν μηδενικές έως ελάχιστες «επιτυχίες» στις πλάτες τους. Ο Δράκος του Κομόντο (Komodo Dragon) θεωρούνταν κάποτε ότι ήταν ένα ζώο της φαντασίας. Σύντομα η θεωρία αυτή κατέρρευσε, όταν το 1910 μια σειρά από δέρματα και κεφάλια μεταφέρθηκαν στα εργαστήρια επιστημόνων στην Αγγλία.

Επιπλέον, καθότι ήταν μεγάλα πλάσματα, ήταν δύσκολο να παραμείνουν κρυφά (και δεν είχαν ανάγκη να το κάνουν): ως επί το πλείστον τα μεγαλόσωμα ζώα δε φαίνεται να έχουν ανάγκη να τρέξουν να κρυφτούν από κάποιον, σημειώνει ο Flanagan.

Άλλοι θρύλοι, όπως αυτός για τα Kraken, σύντομα έγιναν αποδεκτοί από την επιστημονική κοινότητα, η οποία παρατήρησε ότι γιγαντιαία καλαμάρια όντως υπάρχουν.

Εν τω μεταξύ οι κρυπτοζωολόγοι δε φαίνεται να είναι σε θέση να διαχωρίσουν πάντα τι είναι μύθος και τι πραγματικότητα. Θα μπορούσε ένα τεράστιο καλαμάρι να καταστρέψει ένα πλοίο του 18ου αιώνα; Αν όχι, τότε δεν είναι το Kraken. Γι’ αυτούς το πλάσμα αυτό προφανώς εξακολουθεί να κρύβεται κάπου, όπου οι επιστήμονες φοβούνται να ψάξουν για να το βρουν.

Η σχέση μεταξύ των επιστημόνων και των κρυπτοζωολόγων, είναι στην καλύτερη περίπτωση, μια «δύσκολη σχέση», θα έλεγε κανείς.

Εκδόσεις όπως το «Nature and the Journal of Zoology» και το «The New Scientist» δε θα δημοσίευαν ένα κρυπτοζωολογικό κείμενο, εκτός κι αν πλαισιωνόταν από ένα κλασικά επιστημονικό ύφος. Κάτι που, ωστόσο, δεν ενδιαφέρει τους φανατικούς κρυπτοζωολόγους: λέξεις όπως «απόδειξη», «αποδεικτικά στοιχεία» κ.ά. θεωρούνται το λιγότερο προσβλητικές για εκείνους, εκτός κι αν συνοδεύονται με «πιξελιασμένες» φωτογραφίες ή «μαρτυρίες» ντόπιων.

Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι οι κρυπτοζωολόγοι δεν είναι δύσπιστοι σε όλα. Ο Karl Shuker, κρυπτοζωολόγος, ποιητής και συντάκτης στο έντυπο «The Journal of Cryptozoology» έχει δημοσιεύσει μια σειρά από αναρτήσεις σε blog, όπου… απομυθοποιεί μυστήρια. Ο δημοσιεύσεις του Shuker είναι μια κριτική ματιά στην κρυπτοζωολογία σε όλον τον κόσμο.

Άλλωστε, το έργο των κρυπτοζωολόγων, είναι εξαιρετικά αμφίβολο, καταλήγει ο αρθρογράφος. Ο ρομαντισμός που διακατέχει το επάγγελμά τους είναι κάτι σαν την ίδια την προσπάθειά τους να βρουν πραγματικά τα ζώα που.. επιθυμούν.

Ο καθένας μπορεί να ψυχαγωγηθεί με τις ιστορίες τεράτων, γιγαντιαίων πλασμάτων και ανθρωπόμορφων ζώων, αλλά πόσα αποδεικτικά στοιχεία υπάρχουν για να αποδείξουν ότι είναι πραγματικά;