Ένα από τα πιο επισκέψιμα μέρη της Πολωνίας αποτελεί παραδοσιακά το κολαστήριο του Άουσβιτς, όπου πολλοί άνθρωποι πηγαίνουν για να δουν από κοντά έναν τόπο που κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγιναν ασύλληπτες θηριωδίες. Ωστόσο, δεν είναι το μόνο στρατόπεδο συγκέντρωσης που έλκει πολλούς επισκέπτες.

Όπως ανακοίνωσε σήμερα (20/02) η Μνημειακή Οργάνωση Μαουτχάουζεν, ρεκόρ καταγράφηκε τα τελευταία χρόνια στον αριθμό των επισκεπτών-προσκυνητών στα πρώην ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αυστρία, στο Μαουτχάουζεν και στο Γκούζεν. Μάλιστα, οι άνθρωποι που πήγαν και τα είδαν από κοντά μέσα στο 2019 ανήλθαν σε 288.670 έναντι 273.935 το 2018.

Στην αύξηση αυτή συνέβαλαν, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, αφενός το γεγονός ότι πέρυσι ήταν μεγαλύτερος ο αριθμός των σχολικών τάξεων που επισκέφθηκαν τις πρώην εγκαταστάσεις των δύο τόπων του μαρτυρίου, και αφετέρου το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το οποίο υπήρξε για το Γκούζεν, έπειτα από την γνωστοποίηση της πρόθεσης της πολωνικής κυβέρνησης να αγοράσει τις εκεί εκτάσεις.

Συνολικά 4.246 οργανωμένες ομάδες και πάνω από 70.000 μαθητές (από τους οποίους οι 14.000 προέρχονταν από το εξωτερικό) βρέθηκαν πέρυσι στα πρώην κολαστήρια του Μαουτχάουζεν και του Γκούζεν για να ενημερωθούν για τις φρικαλεότητες των εκεί ναζιστικών εγκλημάτων στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου -αλλά και νωρίτερα.

«Ο αυξημένος αριθμός των επισκεπτών σημαίνει για εμάς εκτίμηση -εκτίμηση και ταυτόχρονα υποχρέωση», τόνισε κατά τη σημερινή παρουσίαση των στοιχείων η Μπάρμπαρα Γκλιούκ, η διευθύντρια της «Μνημειακής Οργάνωσης Μαουτχάουζεν», η οποία τον περασμένο Δεκέμβριο είχε απευθύνει έκκληση προς την αυστριακή κυβέρνηση να αποτρέψει την αγορά από την Πολωνία της έκτασης όπου βρισκόταν το γερμανοναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Γκούζεν.

Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Γκλιούκ είχε ζητήσει από την κυβέρνηση να προχωρήσει στην αναβάθμιση αυτού του τόπου μαρτυρίου δεκάδων χιλιάδων θυμάτων του ναζισμού από πολλές χώρες, ενώ είχε απορρίψει ως αναληθείς τους τότε ισχυρισμούς του Πολωνού πρωθυπουργού ότι στο Γκούζεν υπάρχουν μόνον ελάχιστα υπολείμματα του στρατοπέδου, που η Πολωνία προτίθεται να αναβαθμίσει ως τόπο μνήμης των Πολωνών θυμάτων.

Επίσης, είχε αναφέρει ότι, αντιθέτως, εκεί βρίσκονται οι μνημειακές εγκαταστάσεις Γκούζεν, τα πρώην κρεματόρια, η έκθεση, όπως και η είσοδος στα ναζιστικά ορυχεία όπου έκαναν καταναγκαστικά έργα οι κρατούμενοι του στρατοπέδου.

Επισημαίνοντας πως στο στρατόπεδο συγκέντρωσης θύματα δεν υπήρξαν μόνο Πολωνοί, αλλά πολλές χιλιάδες κρατούμενοι από 27 χώρες, η Μπάρμπαρα Γκλιούκ είχε ζητήσει να τιμηθούν όλοι οι νεκροί του, με την αναβάθμιση των πρώην εγκαταστάσεων ως τόπου μνήμης από την ίδια την Αυστρία.

Το ενδιαφέρον της χώρας του να αγοράσει την έκταση του πρώην στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Γκούζεν της Άνω Αυστρίας, στο οποίο πολλά από τα θύματα υπήρξαν Πολωνοί, ο Ματέους Μοραβιέτσκι είχε ανακοινώσει στις αρχές Δεκεμβρίου, κατά την κοινή τους επίσκεψη στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς, με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ -η οποία βρέθηκε εκεί για πρώτη φορά στην πολυετή θητεία της ως καγκελάριος.

Χιλιάδες προσκυνητών από τα πέρατα της Ευρώπης στο Μαουτχάουζεν

Στο Γκούζεν, στη διάρκεια της γερμανοναζιστικής κατοχής της Αυστρίας μεταξύ 1938 και 1945, υπήρξε παράλληλη λειτουργία εγκαταστάσεων εξόντωσης με το μεγαλύτερο στη χώρα στρατόπεδο συγκέντρωσης στο κοντινό Μαουτχάουζεν.

Στην πόλη της Άνω Αυστρίας είχαν μεταφερθεί 71.000 κρατούμενοι από 27 χώρες, από τους οποίους οι περισσότεροι από τους μισούς άφησαν εκεί στο διάστημα αυτό, την τελευταία τους πνοή.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό, 170 χιλιόμετρα δυτικά της Βιέννης, ιδρύθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές τον Αύγουστο του 1938 -λίγους μήνες μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στο Γ΄Ράιχ στις 12 Μαρτίου 1938- αρχικά για να μεταφερθούν εκεί κρατούμενοι από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου και μετά από το Άουσβιτς.

Μέχρι την απελευθέρωσή του από συμμαχικά στρατεύματα στις 5 Μαΐου 1945, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από όλη την Ευρώπη, γνώρισαν στο Μαουτχάουζεν ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.

Για τους 122.797 από αυτούς -ανάμεσά τους και 3.700 Έλληνες- η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά. Είχαν ήδη αφήσει την τελευταία τους πνοή στα κρεματόρια του.

Μετά τον πόλεμο, οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος με μνημεία των χωρών που είχαν εκεί θύματα.

Κάθε χρόνο, στην επέτειο της απελευθέρωσής του -που εφέτος θα τιμηθεί την Κυριακή 10 Μαΐου- συρρέουν στο Μαουτχάουζεν πολλές χιλιάδες προσκυνητές από τα πέρατα της Ευρώπης, αλλά και οι ελάχιστοι πλέον εν ζωή από τους επιζώντες του.

Με τελετή στο αντίστοιχο ελληνικό μνημείο, που περιλαμβάνει τρισάγιο, ομιλίες, καταθέσεις στεφάνων, αλλά και παρουσίαση του μνημειώδους έργου του Μίκη Θεοδωράκη, «Μαουτχάουζεν», ο Ελληνισμός τιμά κάθε χρόνο την μνήμη των Ελλήνων θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας.

Το «Μαουτχάουζεν», ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού, Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης έφυγε από τη ζωή το 2011.