Νεαρός Αμερικανός σκοτώθηκε από τα βέλη μίας φυλής σε νησί του Ινδικού Ωκεανού όπου απαγορεύεται η πρόσβαση καθώς, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο ήθελε να φέρει τον χριστιανισμό σε αυτή τη φυλή που είναι αποκομμένη από τον σύγχρονο κόσμο, σύμφωνα με τα τελευταία του γραπτά που δόθηκαν σήμερα στην δημοσιότητα.

«Το όνομά μου είναι Τζον. Σας αγαπώ και ο Χριστός σας αγαπά… Ορίστε ψάρια!», ούρλιαξε ο Τζον Τσάου προς δύο μέλη της φυλής οπλισμένα με τόξα καθώς πλησίαζε στο νησί Νορθ Σέντινελ, στα Θάλασσα Ανταμάν.

Στις 16 Νοεμβρίου, ο 27χρονος Αμερικανός σκοτώθηκε προσπαθώντας να έλθει σε επαφή με την φυλή των κυνηγών-συλλεκτών της νήσου που αριθμεί 150 ανθρώπους. Η φυλή ζει σε συνθήκες αυτάρκειας επί πολλούς αιώνες στο νησί, όπου το ινδικό κράτος έχει απαγορεύσει την πρόσβαση σε οποιονδήποτε.

Τις τελευταίες δεκαετίες, κάθε απόπειρα επαφής από τον έξω κόσμο συνάντησε τη βίαιη άρνηση της φυλής.

Το ημερολόγιο του νεαρού Αμερικανού, που γράφτηκε τις ημέρες και τις ώρες που προηγήθηκαν του θανάτου του, φτιάχνει το πορτρέτο ενός ταξιδιώτη που έβλεπε τον εαυτό του ως χριστιανό ιεραπόστολο σε επικίνδυνη περιπέτεια.

«Ίσως πιστεύετε ότι είμαι τρελός που το κάνω όλο αυτό, αλλά πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να φέρω τον Ιησού στους ανθρώπους αυτούς», έγραψε ο Τζον Τσάου στην τελευταία του επιστολή προς την οικογένειά του που γράφτηκε την ημέρα του θανάτου του.

«Δεν είναι εις μάτην-οι αιώνιες ζωές αυτής της φυλής είναι στο χέρι μου και λαχταρώ να τους δω να λατρεύουν τον Θεό στην δική τους γλώσσα», γράφει αντλώντας έμπνευση από την Αποκάλυψη (7, 9-10).

Λίγη ώρα αφού έγραψε αυτές τις γραμμές, ο νεαρός αποβιβάσθηκε στην ακτή του νησιού. Και δεν γύρισε ποτέ.

Από τα ανοικτά, οι ψαράδες που τον μετέφεραν παράνομα στο Νορθ Σέντινελ, τον είδαν να δέχεται ριπή βελών, αλλά να συνεχίζει να περπατά. Στη συνέχεια, άνδρες της φυλής πέρασαν ένα σκοινί γύρω από τον λαιμό του και έσυραν το πτώμα του.

Το ημερολόγιό του που τροφοδοτούσε τον λογαριασμό του στο Instagram με εικόνες από τις περιπέτειές του στην φύση, αποκαλύπτει ότι το σχέδιο αυτό για τον προσηλυτισμό της φυλής είχε προετοιμασθεί για μεγάλο διάστημα, μυστικά, «στο όνομα του Θεού».

Την παραμονή του θανάτου του, είχε πλησιάσει δύο φορές στο νησί. Τη δεύτερη φορά είχε κατορθώσει να δώσει δώρα σε ένα μέλος της φυλής, το πρόσωπο του οποίου είναι καλυμμένο με κίτρινη σκόνη. Αλλά ένα παιδί του έριξε ένα βέλος που καρφώθηκε στην Βίβλο του. Τότε έφυγε κολυμπώντας μέχρι την βάρκα των ψαράδων που περίμενε στα ανοικτά.

«Δεν Θέλω να πεθάνω!», έγραψε τότε με κεφαλαία γράμματα στο ημερολόγιό του σοκαρισμένος. «Θα μπορούσα να επιστρέψω στις ΗΠΑ, διότι το να μείνω εδώ σημαίνει βέβαιο θάνατο».

«Επιστρέφω στο νησί. Θα προσευχηθώ όλα να πάνε καλά», γράφει στο τελευταίο του κείμενο στις 06.20 της 16ης Νοεμβρίου.

Σπαζοκεφαλιά

Απουσία απτών αποδείξεων για τον θάνατο του γιου της, η μητέρα του δήλωσε στην Washington Post ότι τον θεωρεί ζωντανό. Και για ποιον λόγο; «Εξαιτίας των προσευχών μου»…

Η υπόθεση αυτή δημιουργεί σπαζοκεφαλιά για τις ινδικές αρχές: είναι δυνατόν να πάρουν το πτώμα χωρίς να προκαλέσουν πολιτισμικό σοκ;

Εάν ξένοι αποβιβασθούν στο νησί για να παραλάβουν το πτώμα, θα διακόψουν την απομόνωση των Σέντινελ, με όλες τις ανθρωπολογικές και ιατρικές συνέπειες που αυτό μπορεί να έχει.

Ζώντας απομονωμένες από την ανθρωπότητα, οι φυλές αυτές δεν έχουν ανοσοποιητικό σύστημα προσαρμοσμένο στους μολυσματικούς παράγοντες που κομίζουν οι ξένοι.

Οι τοπικές αρχές έστειλαν ένα ελικόπτερο και ένα σκάφος σε μία προσπάθεια να εντοπίσουν πού βρίσκεται το πτώμα του Αμερικανού.

«Διατηρήσαμε μία απόσταση με το νησί και δεν έχουμε κατορθώσει ακόμη να εντοπίσουμε το πτώμα. Μπορεί να πάρει πολλές μέρες και αναγνωριστικές αποστολές», δήλωσε στο AFP ο αρχηγός της τοπικής αστυνομίας.

Οι ινδικές αρχές έχουν καλέσει ινδούς ανθρωπολόγους και ειδικούς για τις φυλές και το δάσος για να αποφασίσουν το επόμενα βήματά τους.

Η αστυνομία άνοιξε έρευνα για ανθρωποκτονία και συνέλαβε τους ψαράδες που βοήθησαν τον Αμερικανό να φθάσει στο Νορθ Σέντινελ. Ο ινδικός νόμος απαγορεύει την προσέγγιση εκεί σε απόσταση μικρότερη των πέντε χιλιομέτρων και την φωτογράφιση ή μαγνητοσκόπηση του πληθυσμού τους.

Σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Survival International, οι Σέντινελ κατάγονται από τους πρώτους ανθρώπινους πληθυσμούς που έφυγαν από την Αφρική και ζουν στα Ανταμαν εδώ και 60.000 χρόνια.