Με το τέλος των αεροπορικών επιδρομών από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, οι θεοκρατικοί ηγέτες και οι δυνάμεις ασφαλείας του Ιράν βγήκαν από τα καταφύγια και ξεκίνησαν μια νέα εκστρατεία – αυτή τη φορά ενάντια στον ίδιο τον λαό τους, γράφει η Wall Street Journal. Στόχος τους: φερόμενοι κατάσκοποι, αντιφρονούντες και πρόσωπα της αντιπολίτευσης.

Οι αρχές προσπαθούν να επανακτήσουν τον έλεγχο και να εντοπίσουν όσους θεωρούν ότι συνέβαλαν στις επιθέσεις του Ισραήλ κατά των αντιαεροπορικών συστημάτων, των πυρηνικών εγκαταστάσεων και των κορυφαίων στρατιωτικών και επιστημονικών στόχων κατά τη διάρκεια του 12ήμερου πολέμου, που αποκάλυψε την αδυναμία του καθεστώτος να αμυνθεί.

Την ώρα που η μυρωδιά των εκρηκτικών πλανάται ακόμα στον αέρα της πρωτεύουσας, εκατοντάδες πολίτες έχουν συλληφθεί. Ένοπλες παραστρατιωτικές δυνάμεις περιπολούν στους δρόμους, ενώ πραγματοποιούνται έλεγχοι σε οχήματα, κινητά και υπολογιστές. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την επίσπευση της εκτέλεσης τουλάχιστον έξι ανδρών.

«Η κατάσταση για τον ιρανικό λαό είναι πλέον πιο επικίνδυνη από ό,τι πριν τον πόλεμο», δήλωσε η Νομπελίστρια και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα Ναρνγκές Μοχαμμαντί. Όπως υποστηρίζει, το καθεστώς κάνει τα πάντα για να εδραιώσει την εξουσία του.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν συλληφθεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες για υποτιθέμενη συνεργασία με το Ισραήλ.

Ο διοικητής της Δύναμης Κουντς του Σώματος των Φρουρών της Επανάστασης, Εσμαΐλ Καανί – που φημολογούνταν ότι είχε σκοτωθεί – εμφανίστηκε σε φιλοκυβερνητική συγκέντρωση στην Τεχεράνη λίγες ώρες μετά την εκεχειρία, σύμφωνα με το πρακτορείο Tasnim.

Το καθεστώς εντείνει επίσης την επιβολή των αυστηρών θρησκευτικών του κανόνων. «Η αστυνομία ηθών επέστρεψε», δήλωσε μια 44χρονη γυναίκα που εγκατέλειψε την Τεχεράνη κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών. «Μας σταμάτησαν γιατί οι κάλτσες της φίλης μου ήταν πολύ διαφανείς».

Οι επιθέσεις από ΗΠΑ και Ισραήλ σηματοδοτούν την πρώτη φορά που το Ιράν δέχθηκε μαζική επίθεση στο έδαφός του από τον πόλεμο με το Ιράκ τη δεκαετία του 1980. Η Τεχεράνη βρέθηκε στο επίκεντρο των χτυπημάτων, με τους Φρουρούς της Επανάστασης να γίνονται κύριοι στόχοι.

Κατά τη διάρκεια των επιθέσεων, ο Ανώτατος Ηγέτης Αλί Χαμενεΐ φέρεται να κρύφτηκε σε καταφύγιο έξω από την Τεχεράνη, αποκομμένος από όλους πλην των πιο στενών του συνεργατών, γεγονός που δυσχέρανε τις διπλωματικές προσπάθειες στην Ευρώπη, σύμφωνα με Άραβες αξιωματούχους.

Στην πρώτη του δημόσια εμφάνιση μετά την 19η Ιουνίου, ο Χαμενεΐ προσπάθησε να υποβαθμίσει τις ζημιές και να ενισχύσει την ενότητα. «Η Ισλαμική Δημοκρατία νίκησε και ανταπέδωσε με ένα σκληρό χτύπημα στο πρόσωπο της Αμερικής», δήλωσε με τρεμάμενη φωνή.

Οι επιθέσεις αποκάλυψαν πόσο βαθιά έχει διεισδύσει η ισραηλινή Μοσάντ στο εσωτερικό της Ισλαμικής Δημοκρατίας, χρησιμοποιώντας ντόπιους πράκτορες και παγιδευμένα drones για να εξουδετερώσουν κρίσιμες υποδομές.

«Διείσδυσαν μπροστά στα μάτια μας», παραδέχτηκε ο πρέσβης του Ιράν στη Γαλλία, Μοχαμάντ Αμίν-Νεζάντ, μιλώντας στο France 24.

Νέες ομοβροντίες πυραύλων και drones, εκρήξεις στο Τελ Αβίβ

Υπουργείο Πληροφοριών: Πιάστε τους κατασκόπους – «Ύποπτοι» οι γείτονες που φορούν καπέλα

Η καθημερινότητα στην Τεχεράνη παραμένει τεταμένη και τα κρατικά μέσα αναφέρουν καθημερινές συλλήψεις και κατασχέσεις όπλων. Την Τρίτη ανακοινώθηκε ότι 24 άτομα κατηγορούνται για κατασκοπεία υπέρ του Ισραήλ στην πόλη Χαμεντάν, της οποίας η αεροπορική βάση υπέστη σοβαρές ζημιές την πρώτη μέρα των επιθέσεων.

Η πρόσβαση στο διαδίκτυο αποκαταστάθηκε την Τετάρτη αλλά παραμένει σε ισχύ προειδοποίηση για χρήση εφαρμογών όπως το WhatsApp.

Το υπουργείο Πληροφοριών κάλεσε τους πολίτες να αναφέρουν ύποπτες τηλεφωνικές κλήσεις και μοίρασε φυλλάδια με… οδηγίες για τον εντοπισμό κατασκόπων. Οι «ύποπτοι» μπορεί να είναι οι γείτονες που κινούνται σε περίεργες ώρες, φορούν καπέλα και γυαλιά ηλίου ή κρατούν κλειστές τις κουρτίνες τους κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί έπληξαν σφοδρά τις βόρειες, εύπορες συνοικίες της Τεχεράνης, όπου διέμεναν πυρηνικοί επιστήμονες και ανώτατοι αξιωματικοί. Ανάμεσα στους στόχους και οι φυλακές Εβίν, διαβόητες για την κράτηση πολιτικών κρατουμένων.

Η κυβέρνηση αναφέρει ότι περισσότεροι από 600 άνθρωποι σκοτώθηκαν και περίπου 4.800 τραυματίστηκαν, χωρίς να αποσαφηνίζει πόσοι ήταν στρατιωτικοί.

«Το καθεστώς δεν κατέρρευσε. Προσαρμόζεται»

Μπροστά στην κρίση, το Ιράν μετέφερε κρίσιμα αποθέματα πετρελαίου σε ασιατικές αγορές. Σύμφωνα με αναλυτές της Kpler, μεταφέρθηκαν περίπου πέντε εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου αξίας 375 εκατομμυρίων δολαρίων.

Επιπλέον, η Τεχεράνη έστειλε τουλάχιστον τέσσερα πολιτικά αεροσκάφη στο Μουσκάτ του Ομάν, μεταξύ αυτών και το προεδρικό Airbus A340. Αξιωματούχοι της περιοχής υποστηρίζουν ότι τα αεροσκάφη δεν μετέφεραν επιβάτες αλλά μετρητά και περιουσιακά στοιχεία.

Αυτές οι κινήσεις δείχνουν το μέγεθος της πίεσης που δέχτηκε το καθεστώς κατά τη διάρκεια του πολέμου. Πλέον, η Τεχεράνη καλείται να πορευτεί με κλειστό εναέριο χώρο, αποδυναμωμένες πολιτοφυλακές και υπό το βάρος των διεθνών κυρώσεων.

«Ήταν μία από τις σοβαρότερες παραβιάσεις ασφαλείας στην ιστορία του καθεστώτος, αλλά όχι σημείο καμπής», δήλωσε η Ναρνγκές Μπαζογκλί, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. «Το καθεστώς δεν κατέρρευσε. Προσαρμόζεται – και οι νεότερες, πιο σκληροπυρηνικές γενιές των Φρουρών παίρνουν τη σκυτάλη».