Η είδηση για μια φάλαινα-δολοφόνο που κουβαλούσε το νεογέννητο μωρό της επί 17 ημέρες στα παγωμένα νερά έκανε πρόσφατα τον γύρο του κόσμου, προκαλώντας συγκίνηση και θαυμασμό για τη μητέρα. Κρατώντας το μωρό της στην επιφάνεια, η φάλαινα, γνωστή και ως J35 ανάμεσα στους επιστήμονες, επέμεινε για περισσότερες από δύο εβδομάδες μέχρι το κουφάρι να βυθιστεί τελικά στον βυθό της θάλασσας μεταξύ Καναδά και ΗΠΑ. Ήταν ένας από τους πιο έντονους, αλλά και παρατεταμένους θρήνους θαλάσσιων θηλαστικών. Πρόκειται, ωστόσο, για ένα θέμα που δεν φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους όλους τους επιστήμονες. Υπάρχουν εκείνοι που παραμένουν σκεπτικοί απέναντι στην ιδέα ότι τα ζώα «αισθάνονται» τη θλίψη ή ανταποκρίνονται με περίπλοκους τρόπους στον θάνατο. «Αν πιστεύετε ότι η J35 έδειχνε σημάδια πένθους ή θρήνου, κάνετε μια υπόθεση που στηρίζεται στην πίστη και όχι στην επιστήμη», έγραψε ο ζωολόγος Jules Howard στη βρετανική Guardian, σχολιάζοντας τα δημοσιεύματα για τον θρήνο της φάλαινας. Στο άρθρο με τίτλο «Η προβολή συναισθημάτων σε ζώα είναι ένα θλιβερό λάθος», γράφει πως «όταν κρατάμε έναν μεγεθυντικό φακό στη φύση, είναι πάρα πολύ εύκολο να δούμε τους εαυτούς μας να αντικατοπτρίζονται». Σύμφωνα με τον ίδιο, «το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει (ακόμη) κανένας τρόπος να ελέγξουμε επιστημονικά με βεβαιότητα ότι αυτή είναι η υπόθεση. Ακόμη και με όλες τις φωτογραφίες, υπάρχει η πιθανότητα η J35 να ήταν απλώς μπερδεμένη. Μπορεί ακόμη να ήλπιζε ότι το μωρό της θα επανέλθει». Ο Howard «ανησυχεί» ότι κάνουμε δύο λάθη με αυτή την υπόθεση: Το πρώτο είναι ότι στριμώχνουμε ένα μεγάλο εύρος συμπεριφορών των ζώων σε συγκεκριμένες κατηγορείς ανθρώπινων συναισθημάτων, παραβλέποντας τη μοναδικότητα του ζωικού μεγαλείου. Το δεύτερο είναι ότι αποδυναμώνουμε ένα πραγματικό, ισχυρό και παρατηρήσιμο ανθρώπινο συναίσθημα, αποδίδοντας σε άλλα ζώα τα ίδια συναισθήματα τόσο εύκολα, χωρίς καμία επιστημονική αυστηρότητα. Την ίδια ώρα, η Jessica Pierce, καθηγήτρια Βιοηθικής στο πανεπιστήμιο του Κολοράντο, σε άρθρο της στο The Conversation με τίτλο «Τι μας λέει η φάλαινα που θρηνεί για το πώς τα ζώα βιώνουν τον θάνατο», σημειώνει πως ένας ολοένα και αυξανόμενος αριθμός επιστημόνων υποστηρίζει την ιδέα ότι τα ζώα αντιλαμβάνονται τον θάνατο, μπορούν να βιώσουν τον θρήνο και ορισμένες φορές πενθούν για τους νεκρούς ή έχουν τελετουργικά για τον θάνατο. Για την ίδια, οι σκεπτικιστές όσον αφορά το ζήτημα έχουν δίκιο σε ένα πράγμα: Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τόσα πολλά για τις συμπεριφορές που συνδέονται με τον θάνατο, όπως για παράδειγμα ο θρήνος ενός ζώου. «Μόνο λίγοι έχουν μελετήσει πώς η πλειονότητα των πλασμάτων με τα οποία οι άνθρωποι μοιράζονται τον πλανήτη σκέπτονται ή αισθάνονται για τον θάνατο, είτε τον δικό τους είτε των άλλων». «Πιστεύω όμως ότι δεν ξέρουν γιατί δεν έχουν κοιτάξει», υποστηρίζει η Pierce και συμπληρώνει ότι οι επιστήμονες δεν έχουν στραφεί σοβαρά στη μελέτη αυτού που μπορεί να αποκληθεί «συγκριτική θανατολογία», η μελέτη δηλαδή του θανάτου και των πρακτικών που σχετίζονται με αυτόν. Αυτό συμβαίνει ίσως γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι απέτυχαν ακόμη και να δώσουν σημασία στην πιθανότητα ότι τα ζώα μπορεί να νοιάζονται για τον θάνατο εκείνων που αγαπούν. Η συνειδητοποίηση της θνησιμότητας έχει παραμείνει, για πολλούς επιστήμονες και φιλοσόφους, ένα στοιχείο της μοναδικότητας της ανθρώπινης αντίληψης.

Ο θρήνος στο ζωικό βασίλειο
Πάντως, σημειώνει η Pierce, ένας αυξανόμενος αριθμός αναφορών για τον θρήνο και άλλες συμπεριφορές σχετιζόμενες με τον θάνατο σε αρκετά είδη βοηθά τους ερευνητές να διατυπώσουν ερωτήματα για τη αντίληψη του θανάτου στα ζώα και να εντοπίσουν τον καλύτερο τρόπο για να μελετήσουν αυτές τις συμπεριφορές. Οι ελέφαντες, για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι δίνουν ιδιαίτερη σημασία στα κόκαλα των νεκρών τους και πενθούν τους νεκρούς συγγενείς. Ένα τέτοιο περιστατικό καταγράφηκε σε βίντεο το 2016 από έναν διδακτορικό φοιτητή που μελετούσε τους ελέφαντες στην Αφρική. Μέλη τριών διαφορετικών οικογενειών ελεφάντων επισκέφτηκαν το πτώμα μιας ελεφαντίνας, μυρίζοντας και αγγίζοντάς το διαρκώς. Και οι χιμπατζήδες έχει παρατηρηθεί να έχουν συμπεριφορές σχετιζόμενες με τον θάνατο. Σε μια περίπτωση, μια μικρή ομάδα χιμπατζήδων σε αιχμαλωσία παρατηρήθηκε στενά όταν το ένα μέλος της, μια θηλυκή με το όνομα Pansy, πέθανε. Οι χιμπατζήδες μελέτησαν το σώμα της για σημάδια ζωή και το καθάρισαν από υπολείμματα αχύρου. Μάλιστα, αρνούνταν για αρκετές μέρες μετά να πάνε στο σημείο όπου η Pansy είχε πεθάνει. Σε μια άλλη περίπτωση, οι επιστήμονες κατέγραψαν έναν χιμπατζή να χρησιμοποιεί ένα εργαλείο για να καθαρίσει ένα πτώμα. Το 2017, μια ομάδα ερευνητών στη Ζάμπια κατέγραψε μια μητέρα να χρησιμοποιεί ένα κομμάτι αποξηραμένο χόρτου για να καθαρίσει τα δόντια του νεκρού της γιου. Σύμφωνα με ερευνητές, οι χιμπατζήδες συνεχίζουν να αισθάνονται κοινωνικούς δεσμούς και μετά τον θάνατο και έχουν κάποια ευαισθησία απέναντι στα νεκρά σώματα. Οι αγελάδες μπορεί να σχηματίσουν επίσης αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν «κακοφωνικά σύνολα», συνωστιζόμενες σε μια μεγάλη ομάδα και βγάζοντας κραυγές όταν μια αγελάδα πεθαίνει. Κάποιοι επιστήμονες επιμένουν ότι για τέτοιες συμπεριφορές δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ανθρώπινοι όροι όπως «θρήνος» και «πένθος», διότι κάτι τέτοιο δεν αποτελεί σοβαρή επιστήμη. Η επιστήμη μπορεί να παρατηρήσει μια δεδομένη συμπεριφορά, αλλά είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζει τι συναίσθημα έχει προκαλέσει αυτή τη συμπεριφορά. «Συμφωνώ ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή όταν αποδίδουμε συναισθήματα και συμπεριφορές, όπως ο θρήνος, στα ζώα. Όχι γιατί υπάρχει κάποια αμφιβολία ότι τα ζώα αισθάνονται ή θρηνούν ή ότι ο πόνος μιας μητέρας για τον χαμό του παιδιού της είναι μικρότερος», γράφει η Pierce και καταλήγει: «Η περίπτωση της φάλαινας δείχνει ότι οι άνθρωποι έχουν ακόμη να μάθουν πολλά για τα άλλα ζώα. Η ερώτηση δεν είναι αν τα ζώα θρηνούν αλλά πώς θρηνούν».