Η 19χρονη Ερμιόνη εργαζόταν ως υπηρέτρια στη Θεσσαλονίκη όταν συγγενικά της πρόσωπα της έκαναν προξενιό για να παντρευτεί τον, κατά 20 χρόνια μεγαλύτερό της, Γιώργο. Το νεαρό κορίτσι, μέλος πολύτεκνης και φτωχής οικογένειας,  είπε το «ναι» ελπίζοντας πως με το γάμο της θα μπορούσε να βοηθήσει τα ανήλικα αδέλφια τους. Η πραγματικότητα, όμως, διέψευσε τις ελπίδες της για μια καλύτερη ζωή.

Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου

Ο γάμος του ζευγαριού έγινε στην Αθήνα το 1958 ενώ η Ερμιόνη ήταν έγκυος στο πρώτο της παιδί. Σύντομα ανακάλυψε πως τα πράγματα δεν θα ήταν εύκολα καθώς ο σύζυγος της τη ζήλευε λόγω της μεγάλης διαφοράς ηλικίας που είχαν  και της έκανε τη ζωή δύσκολη. Όπως θα εξομολογούνταν στα αδέλφια της η Ερμιόνη ο Γιώργος είχε πάθη. Μπογιατζής στο επάγγελμα έκανε λίγα μεροκάματα τα οποία δεν κατέληγαν τις περισσότερες φορές στην οικογένεια του, καθώς έπαιζε στον ιππόδρομο και έπινε.

Η νεαρή γυναίκα άρχισε να εργάζεται κρυφά καθαρίζοντας σκάλες προκειμένου να ανταποκριθεί στα έξοδα του σπιτιού. Το 1961 ήρθε στον κόσμο και η τρίτη τους κόρη αλλά η συμπεριφορά του Γιώργου πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Οι καυγάδες ήταν καθημερινοί και ο Γιώργος, σύμφωνα με μαρτυρία του κουνιάδου του, έφτασε στο σημείο να ρίξει στο κεφάλι της γυναίκας του ζεστό νερό με αποτέλεσμα εκείνη να χάσει τα μαλλιά της και να κυκλοφορεί, για έναν ολόκληρο χρόνο, με μαντήλι.

ΣΚΟΝΗ ΣΚΟΥΠΑ ΚΑΘΑΡΙΣΜΑ

Το 1966 η Ερμιόνη αποφάσισε να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη για να βρίσκεται κοντά στα αδέλφια της. Αν και ο Γιώργος είχε αντιρρήσεις, εκείνη την 1η Φεβρουαρίου πήρε τις τρεις κόρες της και έφυγε από το σπίτι της Αθήνας. Στην αρχή βρήκε καταφύγιο στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού της και στη συνέχεια νοίκιασε ένα δωμάτιο και άρχισε να εργάζεται σε ένα ζαχαροπλαστείο και παράλληλα ως καθαρίστρια. Ο Γιώργος την επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον Μάρτιο αλλά δεν έμεινε μαζί της. Έφυγε για να επιστρέψει και πάλι το Πάσχα της ίδιας χρονιάς. Λίγες ημέρες αργότερα, ο 48χρονος γύρισε και πάλι στην Αθήνα αλλά τον Ιούλιο επανήλθε στη Θεσσαλονίκη για να επισκεφθεί την οικογένεια του.

Το γυαλί, όμως, είχε ραγίσει και η Ερμιόνη με τον τρόπο της του έδειχνε το δρόμο της εξόδου. Ο Γιώργος υποψιαζόταν πως η νεαρή σύζυγος του διατηρούσε παράνομο δεσμό και για το λόγο αυτό καυγάδιζαν. Στις 4 Αυγούστου 1966 στο σπίτι της Θεσσαλονίκης διαδραματίστηκε ένας ακόμη καυγάς μεταξύ του ζευγαριού. Ο Γιώργος, εκτός εαυτού, άρπαξε έναν σιδηροσωλήνα που βρήκε μπροστά του και χτύπησε στο κεφάλι την 28χρονη Ερμιόνη. Εκείνη έπεσε αιμόφυρτη στο έδαφος και λίγες ώρες αργότερα άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο, όπου μεταφέρθηκε.

«Δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την οικογένειά του»

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΔΙΚΗ

Τον Μάρτιο του 1967 ο 48χρονος Γιώργος κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης κατηγορούμενος για τη δολοφονία της συζύγου του. Ο άνδρας με ψυχραιμία άκουσε το δριμύ κατηγορώ των συγγενών της γυναίκα του οι οποίοι κατέθεσαν πως δίπλα του εκείνη έζησε μαρτυρική ζωή.

«Δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την οικογένειά του. Όσα χρήματα έβγαζε τα σπαταλούσε στον ιππόδρομο και το κρασί. Μάλιστα, της έπαιρνε και τα χρήματα που έβγαζε και η ίδια από τη δουλειά της» κατέθεσε ο αδελφός του θύματος, προσθέτοντας πως ο κατηγορούμενος κακοποιούσε τη αδελφή του.

Πρόεδρος: Μήπως η αδελφή σου ήταν πεταχτή και τη ζήλευε;

Μάρτυρας: Τι πεταχτή κύριε πρόεδρε; Ούτε ο χαρακτήρας της ήταν τέτοιος αλλά ούτε και ευκαιρία είχε. Και αν ήταν τέτοια θα ζούσε σήμερα, θα τον είχε παρατήσει. Την ζήλευε, όμως, γιατί ήταν μικρότερή του κατά είκοσι χρόνια. Συχνά έλεγε: «Δεν δουλεύω για να μην γεράσω γρήγορα και ύστερα εκείνη, που είναι τόσο πιο μικρή, θα βαστάει ακόμα».

Ο μικρότερος αδελφός του θύματος, ο οποίος για ένα διάστημα έμενε μαζί της στη Θεσσαλονίκη, μετά από δικό της αίτημα, για να την βοηθάει με τα παιδιά, περιέγραψε στο δικαστήριο:

«Εγώ έφυγα από το σπίτι της αδελφής μου όταν ήρθε ο κατηγορούμενος. Την παραμονή του εγκλήματος εκείνη ήρθε στο σπίτι του μεγάλου μας αδελφού και μου ζήτησε να επιστρέψω λέγοντας μου “έλα να μείνεις μαζί μου γιατί έβγαλε μαχαίρι για να με χτυπήσει”. Πήγα μαζί της, αυτός θα έφυγε την άλλη μέρα για την Αθήνα και η αδελφή μου δανείστηκε χρήματα για να του βγάλει το εισιτήριο. Όταν εκείνο το μεσημέρι γύρισε, με το εισιτήριο, στο σπίτι τη σκότωσε. Μάλιστα, από την προηγούμενη ημέρα είχε καρφώσει τα παντζούρια, φαίνεται για να μπορεί να κάνει ήσυχος το κακό».

Πρόεδρος: Άλλη φορά την είχε χτυπήσει;

Μάρτυρας: Ναι, με το ηλεκτρικό σίδερο στην Αθήνα.

Το περιστατικό με το ηλεκτρικό σίδερο επιβεβαίωσε και η αδελφή της άτυχης 28χρονης. «Της επιτέθηκε με το σίδερο γιατί δεν πήγε στις 11 το βράδυ να του αγοράσει κρασί… Η αδελφή μου ζούσε μαρτυρική ζωή. Μια φορά έσπασε την κούνια του μωρού και την χτύπησε. “Θα σε κάνω να βλέπεις τα ραδίκια ανάποδα” της φώναζε» κατέθεσε η γυναίκα, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι είχαν συχνούς καυγάδες.  «Την είχε κάνει κουρέλι, τρία παιδιά το ένα πίσω από το άλλο γέννησε κι έκανε και οκτώ εκτρώσεις» είπε.

Πρόεδρος: Από προξενιό παντρεύτηκαν;

Μάρτυρας: Ναι, από προξενιό και μόλις δώσαμε το λόγο, την ατίμασε. Εκείνη από την ντροπή της, γιατί είχε μείνει έγκυος, τον παντρεύτηκε. Και την προίκα της, που της έκανε η μάνα μας, την πούλησε, δεν άφησε τίποτα, ούτε “πετρογκάζ” ούτε κρεβάτι…

«Θα με ξεκάνει…»

ΚΑΥΓΑΣ ΞΥΛΟΔΑΡΜΟΣ ΚΑΒΓΑΣ

Αίσθηση προκάλεσε η μαρτυρία γειτόνισσας της οικογένειας στην Αθήνα, η οποία περιέγραψε την επεισοδιακή συμβίωση του ζευγαριού. «Πολλές φορές άκουσα τα παιδιά να φωνάζουν τον σπιτονοικοκύρη τους λέγοντας “τρέξτε ο μπαμπάς σκοτώνει τη μαμά”» κατέθεσε η μάρτυρας η οποία προσκόμισε στο δικαστήριο και ένα γράμμα το οποίο της είχε στείλει από τη Θεσσαλονίκη το θύμα, λίγες ημέρες πριν το τραγικό τέλος.

«Έχω προαίσθηση πως δεν θα με αφήσει να ζήσω. Θα με ξεκάνει. Μόνο σε παρακαλώ να μην αφήσετε τα παιδιά…» έγραφε η άτυχη γυναίκα στη φίλη της.

Όταν στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκαν οι μάρτυρες υπεράσπισης του κατηγορούμενου έκαναν λόγο για έναν καλό οικογενειάρχη που αγαπούσε την γυναίκα του αποκλείοντας το ενδεχόμενο να είχε προμελετήσει το έγκλημα.

Στην απολογία του ο 48χρονος παραδέχτηκε πως δεν επέτρεπε στη σύζυγο του να έχει πολλές συναναστροφές με άλλα πρόσωπα γιατί ήταν μικρή και «φοβόμουν μην παραστρατήσει». Ωστόσο, ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως φρόντιζε την οικογένεια του. Όπως είπε, η γυναίκα άρχισε να είναι ψυχρή μαζί του το 1965 και τον απειλούσε, όταν καυγάδιζαν, ότι θα φύγει από το σπίτι. Ο κατηγορούμενος μίλησε για την επιστροφή της στην Θεσσαλονίκη και για τα τρία ταξίδια που ο ίδιος πραγματοποίησε προκειμένου να επισκεφθεί την οικογένεια του.

«Στο τελευταίο μου ταξίδι μου φερόταν απότομα και ψυχρά. Άρχισα να την παρακολουθώ και να την προσέχω γιατί την αγαπούσα. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο δεν μου φερόταν καλά. Έλεγε πως πηγαίνει για δουλειά και προηγουμένως έκανε μπάνιο, χτενιζόταν και έβαζε κολόνια. Όλα αυτά δεν μου άρεσαν. Μάλιστα, τον τελευταίο καιρό δεν μαγείρευε. Μια μέρα την ακολούθησα και την είδα μαζί με το νεαρό γείτονά της. Την περίμενα στο σπίτι και όταν τη μάλωσα εκείνη είπε στον αδελφό της που ήταν εκεί “Πες του ότι έχω φίλο”. Εγώ της ζήτησα να μου βγάλει ένα εισιτήριο, γιατί δεν είχα χρήματα, για να επιστρέψω στην Αθήνα και να με ακολουθήσει και εκείνη με τα παιδιά».

Αναφερόμενος στην μοιραία ημέρα ο κατηγορούμενος περιέγραψε: «Εκείνο το πρωινό τη ρώτησα για το εισιτήριο και δεν πήρα απάντηση. Πήγα στη βρύση να πλυθώ και μου είπε πως ετοιμάζει καινούργιο φόρεμα. “Θα το φορέσεις για να με ξεπροβοδίσεις;” τη ρώτησα και εκείνη που απάντησε: “Δεν είναι για τα μούτρα σου, τσακίσου να φύγεις. Το φόρεμα θα το βάλω το Σάββατο στην εκδρομή που θα πάω”. Πέρα από εκεί δεν θυμάμαι τι έκανα. Τη χτύπησα αλλά δεν θυμάμαι πώς;»

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΔΙΚΗ

Πρόεδρος: Είχε αντιρρήσεις η γυναίκα σου που έπαιζες στην ιππόδρομο;

Κατηγορούμενος: Όχι.

Πρόεδρος: Στην Αθήνα δούλευε;

Κατηγορούμενος: Όχι, μετά έμαθα ότι είχε οικονομίες 5.000 δρχ. γιατί δούλευε κρυφά.

Πρόεδρος: Κρυφά;

Κατηγορούμενος: Της είχα εμπιστοσύνη και όταν εγώ έλειπα εκείνη δούλευε.

Πρόεδρος: Αν ήταν ευχαριστημένη από τη ζωή της γιατί έφυγε από την Αθήνα;

Κατηγορούμενος: Μπορεί να ήθελε να κάνει άλλη ζωή, να βρει και κανέναν μικρότερο από εμένα.

Ο εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευση του πρότεινε την ενοχή του κατηγορούμενου για ανθρωποκτονία από πρόθεση χωρίς κανένα ελαφρυντικό.

Μετά από πολύωρη διάσκεψη, οι ένορκοι κήρυξαν τον κατηγορούμενο ένοχο όχι για ανθρωποκτονία από πρόθεση αλλά για θανατηφόρα σωματική βλάβη με σκοπό τον βαρύ τραυματισμό του θύματος. Οι συγγενείς του θύματος απάντησαν στην απόφαση με κατάρες και αποδοκιμασίες.

Τελικά, στον 48χρονο επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 19 ετών.