Η θρυλική σεφ που έμαθε την οικουμένη πώς να φτιάχνει το μοσχαράκι μπουργκινιόν, εισάγοντας έτσι τη γαλλική κουζίνα στα σπίτια της Δύσης, ήταν πολλά περισσότερα από ένα ανεπανάληπτο τηλεοπτικό προϊόν.

Καινοτόμα μαγείρισσα και οραματίστρια της γαστριμαργίας, απλοποίησε τις μπελαλήδικες γαλλικές συνταγές προσαρμόζοντάς τες στις ανάγκες του περιορισμένου χρόνου της σύγχρονης νοικοκυράς, γεννώντας μια σχολή μαγειρικής σκέψης στην πορεία.

Έγραψε τσελεμεντέδες, παρουσίασε μαγειρικές εκπομπές και έγινε ορόσημο στη γαστρονομική κοινότητα, πριν μετατραπεί σε τηλεοπτική περσόνα από τις λίγες.

Και βέβαια ήταν και τρομερή πρακτόρισσα όπως θα δούμε, παινεμένη σε ολάκερες τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ για την εφευρετικότητα και τη διορατικότητα με τις οποίες περιέβαλλε τις απόρρητες επιχειρήσεις της!

Ένας σωστός μύθος πια, η Τσάιλντ ήταν πρωτίστως μια γυναίκα που αγάπησε τη ζωή και εκείνη της αντιγύρισε την αβρότητα…

Πρώτα χρόνια

Η Τζούλια Κάρολιν ΜακΓουίλιαμς γεννιέται στις 15 Αυγούστου 1912 στην Πασαντίνα της Καλιφόρνια ως το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά ενός ευκατάστατου κτηματομεσίτη και της συζύγου του, γόνου μεγαλοαστικής οικογένειας και κληρονόμου εταιρίας χάρτου.

Ο πλούτος της φαμίλιας επέτρεψε στην Τζούλια να μεγαλώσει μέσα στις ανέσεις της αμερικανικής ελίτ, εξασφαλίζοντάς της ξένοιαστα παιδικά χρόνια αλλά και φοίτηση σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία. Πανύψηλη ήδη από παιδί, ήταν σωστό αγοροκόριτσο, παίζοντας πολλά σπορ και σκαρώνοντας διαρκώς φάρσες, φάρσες που θα άφηναν εποχή στα αυστηρά ακαδημαϊκά πλαίσια των ιδιωτικών σχολείων.

Κι έτσι παράλληλα με το σχολείο, διακρίνεται στο γκολφ, το τένις αλλά και το κυνήγι! Αποφοιτώντας το 1930, θα εγγραφεί στο Smith College της Μασαχουσέτης με σκοπό να γίνει συγγραφέας: «Υπήρχε μια σειρά από γνωστές λογοτέχνιδες εκείνη την εποχή», θα πει αργότερα η Τσάιλντ, «και σκόπευα να γίνω μια από δαύτες». Γράφει λοιπόν μονόπρακτα και στέλνει αρκετά άρθρα σε περιοδικά, αν και κανένα δεν θα έβλεπε το φως της δημοσίευσης.

Αποφοιτώντας με πτυχίο φιλολογίας στα χέρια της, η πάντα περιπετειώδης πιτσιρίκα μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και βρίσκει αμέσως δουλειά ως κειμενογράφος στο διαφημιστικό τμήμα μιας περίφημης εταιρίας επιπλοποιίας (W&J Sloane). Όταν όμως τη στέλνουν στο παράρτημα του Λος Άντζελες, η Τσάιλντ θα απολυθεί καθώς επέδειξε λέει «απείθεια»!

Επιστρέφοντας στη γενέτειρά της το 1937, εργάστηκε ως κειμενογράφος σε διαφημιστικές και αρθρογράφος σε περιοδικά, αν και τίποτα από αυτά δεν φαινόταν να τη γεμίζει…

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος

Ήταν το 1941, στις πρώτες φάσεις του πολέμου, όταν η Τζούλια μετακόμισε στην Ουάσιγκτον για να προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της στο νεοϊδρυθέν Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), ένα νεόκοπο κυβερνητικό παράρτημα των μυστικών υπηρεσιών. Σύντομα θα φαινόταν βέβαια ότι η σπουδαγμένη Τζούλια μπορούσε να κάνει πολλά περισσότερα από τη δακτυλογράφο και τη γραμματέα, γι’ αυτό και πήρε προαγωγή ως ειδική ερευνήτρια απόρρητων εγγράφων. Αναλύτρια των μυστικών υπηρεσιών κοντολογίς!

Από τη θέση αυτή θα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην κωδικοποιημένη επικοινωνία των πρακτόρων με το στρατηγείο, πριν αναλάβει και η ίδια κατασκοπευτικές αποστολές. Η ευφάνταστη δημιουργικότητά της στην οργάνωση των αποστολών έμεινε παροιμιώδης μεταξύ των συναδέλφων της, κάτι που δεν μπορούσαν να αγνοούν πια τα μεγάλα κεφάλια του οργανισμού, γι’ αυτό και την ξαπόστειλαν σε αναρίθμητες επιχειρήσεις στην Κίνα, τη Σρι Λάνκα και στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη τελικά.

Και ήταν το 1945 στη Σρι Λάνκα που θα ερωτευόταν παράφορα τον συνάδελφο πράκτορα του Γραφείου, Πολ Τσάιλντ, στο πλευρό του οποίου θα αναλάβει πια σαφώς πιο επικίνδυνες αποστολές. Ο πόλεμος όδευε ωστόσο στο τέλος του και τον Σεπτέμβριο του 1946 το ζευγάρι επέστρεψε στην Αμερική, όπου και παντρεύτηκαν.

Το 1948, ο πράκτορας Πολ πήρε απόσπαση στο τμήμα αντικατασκοπείας της Αμερικανικής Πρεσβείας στο Παρίσι και η Τσάιλντ (πλέον) τον ακολούθησε στη Γαλλία. Εκεί ήταν που μαγεύτηκε ολοκληρωτικά από τη γαλλική κουζίνα και έβαλε σκοπό να τη μάθει απ’ έξω και ανακατωτά…

Μαέστρος της γαλλικής κουζίνας

Πρώτη της δουλειά, να φοιτήσει στη φημισμένη παρισινή σχολή μαγειρικής Cordon Bleu! Έπειτα από ένα εξάμηνο μαθητείας και προσωπικών μαθημάτων με τον τρανό αρχιμάγειρα Max Bugnard, η Τζούλια ήταν έτοιμη να διδάξει την εντρύφησή της στη γαλλική κουζίνα.

Κι έτσι από κοινού με τις γαλλίδες συμμαθήτριές της στη σχολή, Simone Beck και Louisette Bertholle, ίδρυσαν τη δική τους σχολή μαγειρικής L’Ecole de Trois Gourmandes.

Ο στόχος της τριάδας δεν ήταν άλλος από την απλοποιημένη προσαρμογή της περίπλοκης γαλλικής κουζίνας στα αμερικανικά πρότυπα, κάτι που απαθανατίστηκε στον κλασικό σήμερα δίτομο τσελεμεντέ «Mastering the Art of French Cooking» (το 1961 ο πρώτος τόμος και το 1970 ο δεύτερος).

Οι τρεις τους απέσπασαν προκαταβολή 750 δολαρίων για τη δουλειά τους, αν και ο πρώτος εκδότης που απευθύνθηκαν απέρριψε τελικά το μαγειρικό πόνημα, κι αυτό εξαιτίας των 734 σελίδων του! Κανένα πρόβλημα, καθώς η δαιμόνια Τσάιλντ βρήκε αμέσως άλλο εκδοτικό οίκο, ο οποίος δέχτηκε να κυκλοφορήσει τον ογκωδέστατο τσελεμεντέ τον Σεπτέμβριο του 1961. Το κλασικό γαστρονομικό έργο θεωρήθηκε αμέσως πρωτοπόρο και παρέμεινε ο μπεστ σέλερ τσελεμεντές στις ΗΠΑ για 5 συναπτά χρόνια! Πλέον είναι μια από τις «Βίβλους» της διεθνούς γαστρονομικής κοινότητας.

Η Τζούλια, η οποία επέστρεψε εν τω μεταξύ στις ΗΠΑ, βάλθηκε να προωθήσει το βιβλίο της με κάθε τρόπο, κάτι που θα τη φέρει στη δημόσια τηλεόραση της Βοστόνης, καθώς το τηλεοπτικό στούντιο ήταν δίπλα στο σπίτι της στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης.

Είμαστε στα 1962 και αυτή ήταν πράγματι μια από τις πρώτες μαγειρικές εκπομπές της Αμερικής. Η Τζούλια ετοιμάζει στον αέρα, με τον ευθύ της τρόπο και το πηγαίο της χιούμορ, μια ομελέτα και χωρίς να το γνωρίζει γράφει τηλεοπτική ιστορία!

Η υποδοχή του κοινού ήταν ενθουσιώδης, καθώς η εκπομπή δέχτηκε 27 συγχαρητήρια γράμματα και αναρίθμητες τηλεφωνικές κλήσεις, κάνοντας στέλεχος του σταθμού να σχολιάσει: «Η αντίδραση ήταν αναπάντεχη, με δεδομένο ότι η διεύθυνση του σταθμού αναρωτιόταν αν αυτοί οι 27 τηλεθεατές ήταν οι μόνοι που είχαν συντονιστεί στο κανάλι»! Η επιτυχία της εκπομπής ώθησε τη διοίκηση να εξασφαλίσει στην Τζούλια δική της μαγνητοσκοπημένη εκπομπή, παίρνοντας ως αμοιβή 50 δολάρια το επεισόδιο. Πριν καλά καλά το καταλάβει, οι απολαβές της εκτοξεύτηκαν στα 200 δολάρια το επεισόδιο, συν τα έξοδά της!

Τηλεοπτική περσόνα

Κάνοντας ντεμπούτο στο κανάλι WGBH της Βοστόνης το 1962 ως «The French Chef», η εκπομπή ακολούθησε τα χνάρια του αξιομνημόνευτου τσελεμεντέ της αλλάζοντας σταδιακά τη σχέση των αμερικανών τηλεθεατών με τη γαλλική κουζίνα. Ταυτοχρόνως, η Τσάιλντ ξεπήδησε ως τοπικού βεληνεκούς διασημότητα.

Και τότε έγινε η κίνηση-ματ: το «French Chef» αναπαράγεται από τις συχνότητες 96 τηλεοπτικών σταθμών των ΗΠΑ, φέρνοντας την Τσάιλντ σε κάθε σπίτι της αμερικανικής επικράτειας!

Πλέον ήταν διασημότητα και τα βραβεία δεν θα αργούσαν να έρθουν: το 1964 τιμήθηκε με το περίβλεπτο George Foster Peabody Award και το 1966 απέσπασε το Emmy. Πέρα από τη δική της εκπομπή, καθ’ όλη τη δεκαετία του 1970 και του 1980 η Τζούλια εμφανιζόταν και στο φημισμένο πρωινάδικο του ABC «Good Morning, America».

Η πρωτόγνωρη επιτυχία της για τηλεοπτική σεφ της έφερε πολλές ακόμα δικές της εκπομπές («Julia Child and Company» το 1978, «Julia Child and More Company» το 1980, «Dinner at Julia’s» το 1983), αλλά και πολλούς ακόμα μπεστ σέλερ τσελεμεντέδες που κάλυπταν πια κάθε πτυχή της γαστρονομίας: «Julia’s Kitchen with Master Chefs» (1995), «Baking with Julia» (1996), «Julia’s Delicious Little Dinners» (1998) και «Julia’s Casual Dinners» (1999), για να αναφέρουμε τα πιο πρόσφατα μόνο.

Δεν ήταν όλοι βέβαια μαγεμένοι με τις μαγειρικές της, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που την επέκριναν για το γεγονός ότι δεν έπλενε ποτέ τα χέρια της, αλλά και για τον «τραχύ» τρόπο της μαγειρικής της, έτσι όπως συνέθλιβε κόκαλα και έπαιζε με το ωμό κρέας στα χέρια της. Όσο για την ίδια, είχε πάντα έτοιμη την απάντηση: «Δεν μπορώ να αντέξω αυτούς τους υπερ-υγιεινούς ανθρώπους»!

Όσο για τις δικαιολογημένες επικρίσεις της παχυντικής μαγειρικής της με τις περίσσιες θερμίδες, η Τσάιλντ συνιστούσε πάντα μέτρο στο φαγητό…

Τελευταία χρόνια

Παρά τις επικρίσεις που μεγάλωναν όσο γινόταν η κοινωνία πιο ευαίσθητη σε όρους υγιεινής διατροφής, η Τσάιλντ παρέμεινε το βαρύ πυροβολικό της αμερικανικής μαγειρικής τηλεόρασης. Κι έτσι το 1993 έγινε η πρώτη γυναίκα που περιλήφθηκε ποτέ στο μαγειρικό Hall of Fame.

Και τελικά, τον Νοέμβριο του 2000, έπειτα από μια σπουδαία καριέρα 40 ετών που είχε μετατρέψει το όνομά της συνώνυμο του καλού φαγητού και την είχε στείλει στο πάνθεο των σεφ του πλανήτη, η Τσάιλντ τιμήθηκε με την κορυφαία γαλλική διάκριση, το Μετάλλιο του Τάγματος της Τιμής!

Η ιδιαίτερη μαγείρισσα άφησε την τελευταία της πνοή στις 13 Αυγούστου 2004 χτυπημένη από νεφρική ανεπάρκεια, μόλις δύο μέρες πριν κλείσει τα 92α γενέθλιά της. Παρά το προχωρημένο της ηλικίας της, η ίδια δεν φαινόταν διατεθειμένη να κόψει ρυθμούς, ακόμα και στις τελευταίες της ημέρες: «Σε αυτή τη δουλειά … συνεχίζεις μέχρι να είσαι παρελθόν», έλεγε πάντα, «οι συνταξιούχοι είναι βαρετοί!».

Αμέσως μετά τον θάνατό της κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία της «My Life in France», η οποία ετοιμάστηκε με τη βοήθεια του ανιψιού της και περιστρέφεται στα χρόνια του Παρισιού όπου ανακάλυψε την κλίση της.

Εννοείται ότι έγινε αμέσως μπεστ σέλερ! Και για το τέλος, ας την απολαύσουμε στη συνταγή που καθιέρωσε στην οικουμένη, το λατρεμένο της μοσχαράκι μπουργκινιόν…



Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr