Η προ ημερών απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να παραιτηθεί από τη βουλευτική του έδρα -κίνηση που ξάφνιασε τους περισσότερους- λειτουργεί ως καταλύτης στην πολιτική σκηνή. Δεν είναι απλά ένα σημείο αποχώρησης, αλλά ο πρόλογος της επόμενης πράξης, μιας σύγκρουσης που ήδη προδιαγράφεται ανάμεσα σε αυτόν και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Στο Μέγαρο Μαξίμου το έχουν καταλάβει και γι’ αυτό και οι επιθέσεις το τελευταίο διάστημα προς τον πρώην πρωθυπουργό.

Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα προκάλεσε σεισμικές δονήσεις στο πολιτικό μπλοκ της αντιπολίτευσης και ευρύτερα του προοδευτικού χώρου. Αναστατώθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ με διαλυτικές τάσεις, ανασκουμπώθηκε η Νέα Αριστερά και μέλη της ψάχνονται, το ΠΑΣΟΚ καταλαβαίνει ότι θα πιεστεί και η Πλεύση Ελευθερίας θα χάσει δυνάμεις. Το μέτωπο υπό τον Τσίπρα αρχίζει σιγά – σιγά να διαμορφώνεται και από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση θέλει να μετατρέψει το γεγονός σε ευκαιρία, να αναδείξει την «αποσταθεροποίηση» ως κίνδυνο και να πλαισιώσει το αφήγημα της σταθερότητας.

Οι πρώτες δημόσιες αντιδράσεις ήρθαν γρήγορα. Ο πρωθυπουργός, σε εκδήλωση παρουσίασης βιβλίου του Αλέξη Πατέλη το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης, υπογράμμισε ότι «οι πολίτες βλέπουν, συγκρίνουν και θυμούνται», αφήνοντας σαφείς αιχμές προς όσους επιχειρήσουν να αναθεωρήσουν την πολιτική αφήγηση της χώρας. Σαφής η επιστροφή στο 2015. Η συγκεκριμένη ρητορική θα δυναμώσει το επόμενο διάστημα και μένει να φανεί εάν η κίνηση θα πιάσει.

Αλλά αυτή δεν είναι μια απλή αντιπαράθεση λόγων. Είναι μια μάχη στρατηγικής, θέσεων και συμβόλων. Στην επόμενη περίοδο, θα γραφτούν σελίδες που μπορεί να καθορίσουν τον πολιτικό χάρτη – μπορεί και για την επόμενη δεκαετία.

Η νέα αφετηρία και η ευελιξία κινήσεων

Μετά την παραίτησή του, ο Αλέξης Τσίπρας αποκτά μεγαλύτερη ευελιξία κινήσεων

Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από το βουλευτικό αξίωμα μετά από 16 χρόνια και η φυγή του από το ΣΥΡΙΖΑ επί της ουσίας λειτουργεί ως νέα αφετηρία. Τι κρύβει πίσω από την παραίτηση; Μήπως απελευθέρωση από κομματικούς περιορισμούς όπως προπαγανδίζουν υποστηρικτές του πρώην πρωθυπουργού; Με την αποχώρηση από τη βουλευτική έδρα, ο Τσίπρας απομακρύνεται από το πλαίσιο του κοινοβουλίου και αποκτά μεγαλύτερη ευελιξία κινήσεων ως πολιτικός φορέας ή ηγέτης ευρύτερου συνασπισμού. Παράλληλα, η αποχώρηση του, μέχρι την επιστροφή στο Κοινοβούλιο με άλλο όχημα πολιτικό, σηματοδοτεί την πρόθεση να ξεφύγει από τα «παλιά διλήμματα» και να προσφέρει νέο σύνθημα, νέο λόγο και φυσικά ένα νέο όνομα.

Η ευκαιρία που βλέπει η ΝΔ

Στη Νέα Δημοκρατία βλέπουν την παραίτηση Τσίπρα ως ευκαιρία για μια «βατή» σύγκρουση

Στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, η απόφαση Τσίπρα εκλαμβάνεται -τουλάχιστον από ορισμένους κύκλους- ως ευκαιρία να συσσωρευτεί η αντίθεση στον παραδοσιακό αριστερό λόγο και να απαντηθεί με την «ικανότητα διακυβέρνησης». Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, γνωρίζει ότι είναι πιθανό να τον έχει βασικό αντίπαλο και γι’ αυτό μετά τη δημοσιοποίηση της παραίτησης δεν ήταν αφοριστικός αλλά είχε μια στρατηγική αιχμή έναντι του Αλέξη Τσίπρα. Μίλησε για «ψέματα των απλοϊκών λύσεων» και στην παρουσίαση του βιβλίου του Αλέξη Πατέλη είπε, ουσιαστικά δείχνοντας τον Τσίπρα, ότι οι πολίτες «βλέπουν και θυμούνται».

Το ενδιαφέρον είναι ότι από το Μέγαρο Μαξίμου φέρονται να ετοιμάζουν μια σειρά «αντεπιθέσεων» στον Αλέξη Τσίπρα. Θα εγκαταλειφθεί, λόγω και της αλλαγής προσωπείου από τον πρώην πρωθυπουργό, το αφήγημα περί λαϊκισμού και θα επιχειρηθεί να παρουσιαστεί ο πρώην πρωθυπουργός ως φορέας παλαιοκομματικών πρακτικών και αδιέξοδων υποσχέσεων. Επίσης θα υπενθυμίζουν ευθύνες και οικονομικές αμαρτωλές αποφάσεις, συμφωνίες «με όρους που δεν άντεξαν» κλπ. Η αλήθεια είναι πως η συγκεκριμένη ατζέντα περιέχει σημαντική θεματολογία.

Το αφήγημα της σταθερότητας

Στον αντίποδα η ΝΔ θα επικεντρωθεί στη σταθερότητα και στο μέτρο, αναδεικνύοντας την κυβέρνηση ως φορέα «ικανότητας διαχείρισης κρίσεων», «αξιοπιστίας» και «σχεδίου». Εδώ προκύπτει ένα ζήτημα για τη ΝΔ που πορεύτηκε με άλλο αφήγημα τόσα χρόνια για τον Αλέξη Τσίπρα. Τώρα θα πρέπει -και αυτό θα κάνει και μένει να φανεί εάν θα πιάσει- να διαχωρίσει τον παλαιό Τσίπρα από τον «ανανεωμένο» και να υποβαθμίσει τη όποια αξία της αλλαγής. Επίσης, να ανοίξουν θέμα αξιοπιστίας, δηλαδή να τεθεί το ρώτημα «πόσο μπορεί να αλλάξει κάποιος που έχει περάσει από πολλές φάσεις αντιπολίτευσης;».

Η επόμενη περίοδος θα είναι κρίσιμη. Πολιτικές συμμαχίες, καινούργια αφηγήματα, ανακεφαλαιώσεις και ρήξεις θα διαμορφώσουν το νέο πολιτικό χάρτη.

Από τη μία πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να υπερασπιστεί μια κυβέρνηση που έχει ήδη περάσει κρίσεις και αντιστάσεις, να επεκτείνει τη διακυβέρνηση σε νέα κοιτάσματα του πολιτικού χώρου. Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να αποδείξει ότι δεν είναι «παλιός ρόλος σε νέα σκηνή», αλλά ότι μπορεί να εκπροσωπήσει την επόμενη γενιά του προοδευτικού κόσμου με το βλέμμα όχι τόσο στην αριστερά, αλλά στο κέντρο – άρα σοσιαλδημοκρατία.

Και όλοι οι υπόλοιποι; Θα επιχειρήσουν να διατηρήσουν τις δυνάμεις τους, έχοντας το λιγότερο δυνατές απώλειες. Και για να το πετύχουν αυτό, θα επιτεθούν με την ίδια ένταση στον Κυριάκο Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού αλλά στον Αλέξη Τσίπρα ως τον αναμορφωτή της Κεντροαριστεράς.