Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θα εξετάσει για πρώτη φορά αν είναι δυνατόν να περιλάβει την ανθρώπινη ινσουλίνη, μια θεραπεία κατά του διαβήτη, στον κατάλογό του των προεπιλεγμένων φαρμάκων, προκειμένου να διευρύνει την πρόσβαση σε αυτή τη σωτήρια θεραπεία.

Η ειδική υπηρεσία του ΟΗΕ για την υγεία προέβη στην ανακοίνωση αυτή ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας Διαβήτη, που τιμάται κάθε 14 Νοεμβρίου. Σε παγκόσμια κλίμακα, ο κόσμος αριθμεί περισσότερα από 42 εκατομμύρια διαβητικούς ενήλικες έναντι 108 εκατομμυρίων το 1980, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

Ο αριθμός τους μπορεί να ξεπεράσει τα 629 εκατομμύρια το 2045, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη (FID).

«O διαβήτης καταγράφει αύξηση σε όλο τον κόσμο και αυξάνεται ακόμη πιο γρήγορα στις χώρες χαμηλού εισοδήματος», δήλωσε ο διευθυντής του ΠΟΥ Τέντρος Αντχανόμ Γκεμπεγέζους. «Πάρα πολλοί άνθρωποι που χρειάζονται ινσουλίνη συναντούν οικονομικές δυσκολίες για να έχουν πρόσβαση σε αυτήν (…) και θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Η πρωτοβουλία της προεπιλογής του ΠΟΥ για την ινσουλίνη είναι ζωτικής σημασίας στάδιο για να εξασφαλιστεί ότι όλοι αυτοί που χρειάζονται τη σωτήρια αυτή θεραπεία θα μπορούν την έχουν», τόνισε.

Ο διαβήτης είναι μια διαταραχή αφομοίωσης του ζακχάρου από τον οργανισμό, και υπάρχει σε δύο τύπους. Ο διαβήτης τύπου 2, από τον οποίο πάσχουν σήμερα οι περισσότεροι διαβητικοί και ο οποίος παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση, αντιστοιχεί σε μια παρατεταμένη αύξηση του ποσοστού του σακχάρου στο αίμα, και συχνά συνδέεται με την παχυσαρκία και τον τρόπο ζωής (καθιστική ζωή, διατροφή…).

Όσο για τον διαβήτη τύπου 2, γενετικής προδιάθεσης, εμφανίζεται συχνά από την παιδική ηλικία και χαρακτηρίζεται από την πλήρη απουσία της ινσουλίνης, ορμόνης που παράγεται κανονικά από το πάγκρεας και η οποία ρυθμίζει τη γλυκαιμία.

Παρότι η πλειονότητα των διαβητικών ζει στις χώρες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος, πολλοί χρειάζονται ινσουλίνη αλλά δεν έχουν πρόσβαση σε αυτήν, συνήθως λόγω του υψηλού της κόστους. Μόνο ένας στους δύο διαβητικούς τύπου 2 έχει πρόσβαση στην ινσουλίνη, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

«Ένας από τους λόγους για τους οποίους η ινσουλίνη δεν διατίθεται είναι η υψηλή τιμή της. Εξαρτώμαστε από έναν περιορισμένο αριθμό εταιριών που παράγουν την ινσουλίνη», εξήγησε η διευθύντρια του τμήματος Κανονιστικής Ρύθμισης των φαρμάκων στον ΠΟΥ ‘Εμερ Κουκ σε συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη.

Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, τρεις βιομηχανίες ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας αγοράς ινσουλίνης «ορίζοντας απαγορευτικές τιμές για πολλούς ανθρώπους σε πολλές χώρες».

Πριν ξεκινήσει την περίοδο προεπιλογής θεραπειών, ο ΠΟΥ θα πρέπει να εξετάσει τα υποψήφια προϊόντα, μια πρώτη αξιολόγηση που αναμένεται να διαρκέσει περίπου δύο χρόνια, διευκρίνισε η Κουκ.