Ίσως έχετε ακούσει πως η ομοφυλοφιλία ήταν περισσότερο διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα από κάθε άλλη ιστορική εποχή και πολιτισμό. Ίσως έχετε διαβάσει για τις πτυχές του ομόφυλου έρωτα που έχουν εξερευνήσει πένες όπως ο Ηρόδοτος, ο Ξενοφώντας και ο Πλάτωνας.

Ίσως έχετε έρθει σε επαφή με τις αναφορές που μας καταμαρτυρούν οι αρχαίοι συγγραφείς «περί των παιδικών», τις ομοερωτικές σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ενήλικων αντρών και έφηβων αγοριών, που έμειναν γνωστές σε μας ως «παιδεραστία».

Ίσως γνωρίζετε για τον Ιερό Λόχο των Θηβών, το ελίτ αυτό στρατιωτικό τάγμα που υπηρετούσαν μόνο ζευγάρια εραστών. Ίσως έχετε δει τέλος τις αναπαραστάσεις ομοφυλοφιλικών σκηνών που παρουσιάζονται σε αμφορείς και τοιχογραφίες των προγόνων μας.

«Γκέι παράδεισο» έχει χαρακτηρίσει μάλιστα μερίδα ιστορικών την αρχαία Αθήνα, εκεί όπου οι ομοερωτικές σχέσεις άνθιζαν και γίνονταν δεκτές χωρίς προκατάληψη και διακρίσεις.

Η σεξουαλικότητα είχε ωστόσο ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο εγγραφής στην κλασική ελληνική αρχαιότητα και μια τέτοια οπτική δεν είναι απλώς ισοπεδωτική, αλλά και στρεβλή.

Για να δούμε λοιπόν πώς αντιλαμβάνονταν πραγματικά οι αρχαίοι πρόγονοί μας τα περί ομοφυλοφιλίας. Τα περί ερωμένων και εραστών…

Μια προσεκτικότερη ματιά στη σεξουαλικότητα της αρχαίας Ελλάδας

Είναι γεγονός πως το σύγχρονο ΛΟΑΤΚΙ κίνημα έχει βασίσει ένα καλό μέρος της ρητορείας του κατά των πιέσεων και των διωγμών που υφίσταται στην ιστορικότητα της ομοφυλοφιλίας σε κοινωνίες όπως των Ελλήνων. Το gay pride έχει σταθερά την αρχαία Ελλάδα ως πρότυπο υγιούς σεξουαλικής συμπεριφοράς και αποδοχής της ετερότητας.

Ακόμα και ιστορικές φιγούρες έχουν απεικονιστεί ως πρόδηλα ομοφυλόφιλοι στον τρέχοντα λαϊκό πολιτισμό. Θέλετε ένα τέτοιο δίδυμο; Αχιλλέας και Πάτροκλος.

Για τους οποίους μπορεί μεν να μας λέει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» πως τους συνέδεε μια βαθιά και ειλικρινή φιλία, δεν αναφέρει ωστόσο πουθενά πως ήταν εραστές.

Η αποθέωσή τους ως γκέι συμβόλων έγινε στα δικά μας χρόνια, όταν αρκετοί σύγχρονοί μας ένιωσαν άνετα να απεικονίσουν τη σχέση τους ως θριαμβευτικό δοξασμό της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία γραμματεία.

Θέλετε και ένα δεύτερο πολύκροτο παράδειγμα; Ο Μέγας Αλέξανδρος. Παρά το γεγονός ότι όλες οι διαθέσιμες ιστορικές πηγές εμφανίζουν τον μακεδόνα στρατηλάτη ως ασίγαστο γυναικά, έχοντας ακόμα και διαφορετική γυναικεία παρέα κάθε νύχτα, πέρασε στις συνειδήσεις του κόσμου ως gay icon απλώς και μόνο επειδή έτσι τον είδε ένας σεναριογράφος του Χόλιγουντ.

Αν και στην πραγματικότητα ο έλληνας βασιλιάς πλάγιασε πιθανότατα με περισσότερες γυναίκες και από τον Χιου Χέφνερ ακόμα.

Πώς φτάσαμε όμως να θεωρούμε αυτές τις κοινές παρανοήσεις στην καλύτερη, εσκεμμένες στρεβλώσεις στη χειρότερη, απτή πραγματικότητα για την καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων;

Η προβληματική της σεξουαλικότητας των προγόνων μας

Η κοινωνική ανάλυση άρχισε να ασχολείται με το θέμα της ομοφυλοφιλίας στα πολύ νεότερα χρόνια, όταν έπαψε να θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της κοινωνίας. Και τεράστιο αντίκτυπο είχε εδώ το πόνημα του Kenneth Dover «Greek Homosexuality» (Ελληνική Ομοφυλοφιλία) του 1978.

Ένα βιβλίο που, όπως παρατηρεί ο εμβριθής ιστορικός της ελληνικής αρχαιότητας Douglas MacDowell, άνοιξε ευρύτερα την κουβέντα για την ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα, «η οποία συζητήθηκε έκτοτε πολύ, κυρίως από κοινωνιολογική και ανθρωπολογική σκοπιά».

Αυτό που δεν λέγεται ωστόσο είναι οι ρητοί νόμοι της αθηναϊκής πολιτείας κατά της ομοφυλοφιλίας. Κι αυτό ακριβώς υποδεικνύει ο MacDowell για τη δημοφιλή οπτική του Dover, πως απέφυγε τεχνηέντως τους επίσημους νόμους των Αθηναίων και των Σπαρτιατών κατά της ομοφυλοφιλίας. Ή της ασέλγειας σε ανηλίκους.

Αντιθέτως, ο Dover βάσισε την ερευνητική του εργασία σε πρόδηλες απεικονίσεις εραστή και ερωμένου στην αγγειογραφία, αλλά και στην ιδεαλιστική ματιά της ομοερωτικής σχέσης που περιγράφει εν συντόμω ο Πλάτωνας σε κάποια έργα του.

Τι συνέβαινε τελικά;

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η ομοφυλοφιλία υπήρχε ως σεξουαλική πρακτική στην αρχαία Ελλάδα, όπως και σε κάθε άλλο πολιτισμό ή ιστορική στιγμή δηλαδή.

Δεν άνθιζε όμως κοινωνικά, όχι τουλάχιστον με τον καθολικό τρόπο που πιστεύουν πολλοί. Ο ίδιος ο ορισμός εξάλλου της σεξουαλικότητας δεν είχε για τους Έλληνες βιολογικό πρόσημο.

Εξίσου σημαντικό είναι εδώ το γεγονός πως δεν υπήρχε καν η λέξη «ομοφυλοφιλία». Η οποία έχει σύγχρονη καταβολή. Τη συναντάμε για πρώτη φορά στη δουλειά του ούγγρου γιατρού Karoly Maria Benkert κατά το 1869.

Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε διάκριση της σεξουαλικής πράξης με βάση το φύλο των παρτενέρ. Διάκριση υπήρχε μόνο στη βάση του ρόλου που έπαιζε ο συμμετέχων στη σεξουαλική πράξη, αν ήταν ενεργητικός ή παθητικός δηλαδή, μιλώντας μόνο με όρους διείσδυσης.

Και εκτός κι αν ήσουν γυναίκα, η σεξουαλική παθητικότητα δεν ήταν κατά κανέναν τρόπο επιθυμητή κοινωνικά.

Όχι μόνο δεν ήταν επιθυμητή, αλλά ήταν μια ερωτική συμπεριφορά που επέφερε στίγμα στην αθηναϊκή κοινωνία.

«Κίναιδοι» ονομάζονταν οι παθητικοί ομοφυλόφιλοι στην Αθήνα και ήταν ένας όρος με πρόδηλο αρνητικό φορτίο. Ένας μειωτικός χαρακτηρισμός που ξεκάθαρα δεν θα είχε θέση σε μια ανοιχτή κοινωνία με ευρύτατη αποδοχή της ομοφυλοφιλίας.

Ο Αριστοφάνης διακωμωδούσε μάλιστα τους κίναιδους απερίφραστα, εμφανίζοντάς τους να ντύνονται με γυναικεία ρούχα και να περιφέρονται με περούκες και στηθόδεσμους.

Κι αυτό μάλιστα για την Αθήνα, που ήταν όσο να πεις πιο διαλλακτική στα περισσότερα. Οι άλλες πόλεις-κράτη απέρριπταν ρητά τους πολίτες που επιδίδονταν σε ομοερωτικές πράξεις.

Αυτό είχε αναμφίβολα να κάνει με την πρόσληψη της αρρενωπότητας ως βασικού χαρακτηριστικού της αντρικής προσωπικότητας, εκεί δηλαδή που ήταν ευγενές να είσαι κυρίαρχος (ενεργητικός) και μειωτικό να είσαι υποτακτικός (παθητικός).

Ένας Κορίνθιος ή ένας Σπαρτιάτης που επέλεγε εσκεμμένα τον παθητικό σεξουαλικό ρόλο ήταν κάτι σαν προδότης για την πατρίδα του, καθώς απαρνιόταν τα ευγενή χαρακτηριστικά της ενεργητικής σεξουαλικής απόλαυσης (διείσδυσης).

Ως επαίσχυντη επιλογή θεωρούσαν οι ελληνικές πόλεις-κράτη την ομοφυλοφιλία από την ίδια τη φύση της. Γι’ αυτό και δεν θα συναντήσεις πλήθος περιγραφών ομοερωτικής πράξης στην ελληνική λογοτεχνία, εκεί δηλαδή που βρίθουν οι αναφορές για ετεροφυλόφιλες σχέσεις.

Φιλοσοφικές απόψεις περί ομοφυλοφιλίας

Αν είναι ένα πράγμα που μαθαίνουμε από τον Ξενοφώντα, είναι πως ο Σωκράτης απαγόρευε κάθε σωματική επαφή μεταξύ του ιδίου και των μαθητών του.

Τα πράγματα μοιάζουν να περιπλέκονται ωστόσο από τα γραπτά του άλλου μαθητή του, του Πλάτωνα, που και στο «Συμπόσιο» και στον «Φαίδρο» φαίνεται να μας λέει πως ο μόνος πραγματικός έρωτας είναι ο έρωτας μεταξύ δύο αντρών.

Μόνο που ο Πλάτωνας δεν μιλά για την ομοφυλοφιλία εδώ. Ούτε και για κάποια άλλης μορφής ερωτική πράξη. Πώς γίνεται σε τελική ανάλυση κάποιος σαν τον Πλάτωνα που «αποθεώνει» τον ομόφυλο έρωτα στον «Φαίδρο» να χαρακτηρίζει τα ίδια πράγματα (στους «Νόμους») ως «καθόλου όσια, αλλά θεομίσητα και αισχρά»;

Αυτό παρατηρεί ο διακεκριμένος ιστορικός James Davidson, πως ο Πλάτωνας όταν λέει «έρωτα» δεν εννοεί τη σαρκική επαφή. Το «Συμπόσιο» επικεντρώνεται ακριβώς σε αυτή την ομορφιά της ψυχής, του πνεύματος, έναντι του σώματος.

Αυτός ο αντρικός έρωτας, η φιλία, ήταν που εξυμνούσε ο Πλάτωνας ως ύψιστο αγαθό, δυνατότερο ακόμα και από τον έρωτα ενός άντρα για μια γυναίκα.

Το ιδεώδες της πλατωνικής πολιτείας είναι ένας σφοδρός πνευματικά, αλλά σωματικά ανολοκλήρωτος έρωτας, ένας «πλατωνικός έρωτας», όπως αυτός που εγκωμιάζει ο πλατωνικός Σωκράτης.

Αυτή ήταν η επιτομή της άδολης, ύψιστης και ευγενέστερης μορφής αγάπης, που μπορεί να συγκριθεί μόνο με την αγάπη του γονέα για το παιδί του.

Ο Πλάτωνας εξάλλου στην ιδεώδη πόλη του στους «Νόμους» επιφυλάσσει για τον ομόφυλο έρωτα την ίδια θέση με την αιμομιξία.

Ο Όσκαρ Ουάιλντ και η υπεράσπιση της σοδομίας

Ακόμα και πριν από το αμφιλεγόμενο επιστημονικά πόνημα του Kenneth Dover, δεν ήταν λίγοι αυτοί που προσπάθησαν να ξαναγράψουν την Ιστορία. Και ένας από αυτούς ήταν ο Όσκαρ Ουάιλντ, παρά την περίβλεπτη θέση του ως ποιητής και δραματουργός.

Στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί την ομοφυλοφιλία, ο μεγάλος Ουάιλντ έφτιαξε ένα εναλλακτικό ιστορικό αφήγημα στο οποίο ο ομοερωτισμός ανθούσε στην αρχαία ελληνική κοινωνία, την απόλυτη επιτομή της γκέι ουτοπίας.

Ο Ιρλανδός προσέφερε μια άλλη εκδοχή της κλασικής αρχαιότητας για να καταγράψει ως γραμμική τη συνέχεια της ομοφυλοφιλικής παράδοσης μέχρι και τα χρόνια του, τον 19ο αιώνα. Η οποία έβρισκε ως προνομιακό χώρο την αρχαία Ελλάδα, την ίδια την κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού.

Όπως μας παραδίδεται, οι προπαγανδιστικοί λόγοι του ήταν τόσο πύρινοι και εμπνευσμένοι που το ακροατήριο παραληρούσε.

Κάτι τέτοιο έχει καταγράψει η ιστορική πένα να λαμβάνει χώρα στη δικαστική περιπέτειά του τον Απρίλιο του 1895, όταν εκφώνησε έναν από τους πλέον περίφημους λόγους του («Love that Dare Not Speak Its Name»), στον οποίο έβλεπε μια συνέχεια της ομοφυλοφιλίας που ξεκινούσε από την Παλαιά Διαθήκη, περνούσε από την αρχαία Ελλάδα και κατέληγε στην Αναγέννηση.

Παρά το γεγονός ότι όλα αυτά λίγη σχέση είχαν με την πραγματικότητα, τα οράματα του Όσκαρ Ουάιλντ σφράγισαν μερίδα του συλλογικού φαντασιακού για την ολοκληρωτική αποδοχή της ομοφυλοφιλίας στην αρχαία Ελλάδα.

Κι έτσι σε κάθε συζήτηση έκτοτε για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, κάποιος θα επικαλεστεί τους Έλληνες…

Ήταν τελικά η ελληνική κοινωνία gay friendly;

Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν στην αρχαία ελληνική γραμματεία ρητές αναφορές στον ομοφυλοφιλικό έρωτα, το ερώτημα που ανακύπτει είναι πόσο διαδεδομένη και επιθυμητή κοινωνικά ήταν η εν λόγω σεξουαλική συμπεριφορά. Γιατί είναι προφανώς άλλο να γράφει κάποιος κάτι και άλλο το τι πιστεύει μια κοινωνία σε μια ιστορική στιγμή.

Ο Διογένης ο Λαέρτιος, ας πούμε, μας λέει ξεκάθαρα πως ο Αλκιβιάδης απομάκρυνε ως έφηβος τους άντρες από τις γυναίκες τους και κατόπιν, ως νεαρός άντρας, τις γυναίκες από τους συζύγους τους. Ή πως ο στωικός Ζήνων ο Κιτιεύς δεν είχε μάτια παρά για αγόρια και άλλους άντρες.

Για κάθε τέτοια αναφορά όμως, μια μικρή εξαίρεση στον κανόνα, θα συναντήσει κανείς εκατοντάδες άλλες που δείχνουν πως η παραδεδομένη τάση δεν ήταν αυτή. Η ελληνική στάση απέναντι στην ομοερωτική έλξη δεν περιείχε εντός της την ευρεία αποδοχή που έχουμε συνηθίσει να μιλάμε.

Υπήρχαν ρητοί νόμοι, από τον Σόλωνα στην Αθήνα ως και τον Λυκούργο στη Σπάρτη, που προστάτευαν τα νεαρά αγόρια (παίδες) από τις όποιες σεξουαλικές ορέξεις των ενηλίκων. Και στις περισσότερες περιπτώσεις οι κυρώσεις του νομοθέτη ήταν βαρύτατες.

Πύρινα επιστημονικά debates, ενθουσιώδεις λόγοι, εκκωφαντική σιωπή ή φαντασία με το κιλό. Όλα αυτά κι άλλα τόσα έχουν λάβει χώρα για την πλέον αμφιλεγόμενη πλευρά της κοινωνίας των αρχαίων Ελλήνων, την «παιδεραστία», αυτό που θα λέγαμε εμείς σήμερα ομοφυλοφιλία.

Τα προβλήματα τεκμηρίωσης παραμένουν ωστόσο και οι εποχές είναι βολικά μακρινές ώστε να μπορεί να πιστέψει ο καθένας ό,τι θέλει. Ο ελληνικός έρως είχε πολλές και εναλλακτικές εκδοχές και, κυρίως, λειτουργούσε εντελώς διαφορετικά από τον σημερινό τρόπο.

Ο Αριστοφάνης στη «Λυσιστράτη» του τις γυναίκες βάζει πάντως να απειλούν τους άντρες τους με αποχή από το σεξ μπας και πάρει τέλος ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Μια απειλή που, όπως είδαμε, έπιασε. Και στην Αθήνα και στη Σπάρτη…