Ένα μισοκρυμμένο μάφιν στο ντουλάπι της κουζίνας και μια επαναλαμβανόμενη, ενοχλητική σκέψη που μοιάζει να υπερβαίνει κάθε «δύναμη της θέλησης». Το στιγμιότυπο αυτό, προσωπικό αλλά και οικουμενικό, θέτει ένα απλό αλλά βαθύ ερώτημα: μήπως ο αληθινός μηχανισμός που μας ωθεί σε ανεπιθύμητες διατροφικές επιλογές δεν είναι ζήτημα ηθικής ή αυτοπειθαρχίας, αλλά κάτι που ερευνητές αποκαλούν «θόρυβο των τροφίμων», δηλαδή οι επίμονες, παρεισφρήσουσες σκέψεις για φαγητό ανάμεσα στα γεύματα;
Τι είναι ο «θόρυβος των τροφίμων» και γιατί μας απασχολεί
Ο όρος περιγράφει τις ενοχλητικές, εμμονικές σκέψεις γύρω από το φαγητό: από την εικόνα μιας σοκολάτας μέχρι την επιθυμία να ανοίξουμε το ντουλάπι και να φάμε κάτι «μικρό». Για πολλούς ανθρώπους, αυτές οι σκέψεις είναι παροδικές και μπορεί να υποχωρήσουν μέσα σε λίγη ώρα. Ωστόσο, για άλλους, ο «θόρυβος» γίνεται συνεχής και εμμονικός, με αρνητικές επιπτώσεις στην ευημερία και στη δυνατότητα να λαμβάνουν υγιεινές επιλογές, επισημαίνει ο Daisuke Hayashi, διδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια.
«Όταν η ένταση του ήχου αυξάνεται, ο «θόρυβος από τα τρόφιμα» είναι μια πηγή συνεχών και εμμονικών σκέψεων που μειώνουν την ευημερία ενός ατόμου και το δυσκολεύουν στο να κάνει υγιεινές επιλογές», αναφέρει ο Δρ. Hayashi, θέτοντας το ζήτημα ως κάτι περισσότερο από μια απλή επιθυμία ή αδυναμία.
Η επιστημονική κατάσταση — Λίγα δεδομένα, αυξανόμενο ενδιαφέρον
Πολύ λίγη ερευνητική δουλειά υπάρχει για αυτόν τον όρο. Το 2023, ο Δρ. Hayashi και οι συνεργάτες του συνέταξαν μια εργασία που επιχείρησε να συγκεντρώσει αναφορές για τον «θόρυβο των τροφίμων» και να τις συσχετίσει με όσα ήδη γνωρίζουμε για τις ανθρώπινες αντιδράσεις σε τροφικά ερεθίσματα. Η ομάδα εργάζεται τώρα σε μια σειρά μελετών με στόχο να εμβαθύνει και να παράσχει εμπειρικά δεδομένα.
«Θα έλεγα ότι η έρευνα για τον «θόρυβο από τα τρόφιμα» βρίσκεται σε ένα στάδιο όπου το να θέτουμε τις σωστές ερωτήσεις και να αναζητούμε εμπειρικά δεδομένα είναι πιο σημαντικό από το να κάνουμε σίγουρες υποθέσεις», επισημαίνει ο ερευνητής. Από τα προκαταρκτικά τους δεδομένα, προσθέτει, προκύπτει ότι: «η πλειονότητα των αναφορών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης περιγράφει τον «θόρυβο από τα τρόφιμα» ως κάτι που οι άνθρωποι θα προτιμούσαν να ζουν χωρίς αυτό».
Γιατί κάποιοι επηρεάζονται περισσότερο — Βιολογία, περιβάλλον και κοινωνία
Ο Δρ. Hayashi εξηγεί ότι ο «θόρυβος των τροφίμων» συχνά εμφανίζεται ως συνεχής, με έντονη αντίδραση σε τροφικά σήματα: από διαφημίσεις στα social media και τη μυρωδιά κάποιου που μαγειρεύει, μέχρι τις εσωτερικές ορμονικές διεργασίες που ρυθμίζουν την όρεξη. Η ένταση της αντίδρασης διαφέρει ανά άτομο.
«Είναι πιθανό, ένας συνδυασμός ατομικών χαρακτηριστικών (γενετική, τρόπος ζωής, άγχος) και περιβάλλοντος που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για να μας εκθέτουν συνεχώς σε ισχυρά εξωτερικά φαγητά, να είναι αυτό που οδηγεί κάποιον να βιώνει «θόρυβο των τροφίμων», υποστηρίζει ο Δρ. Hayashi. Με άλλα λόγια, η ευπάθεια στον θόρυβο προκύπτει από αλληλεπίδραση βιολογίας και σύγχρονου περιβάλλοντος.
Η σύνδεση με νέες θεραπείες απώλειας βάρους
Μια ενδιαφέρουσα οδός έρευνας σχετίζεται με τα φάρμακα-αγωνιστές του υποδοχέα GLP-1, την κατηγορία που περιλαμβάνει φάρμακα όπως το Ozempic, και που χρησιμοποιούνται για την απώλεια βάρους. Αν και προς το παρόν τα δεδομένα είναι κυρίως εμπειρικά, ο Δρ. Hayashi αναφέρει ότι πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν τον όρο «θόρυβος των τροφίμων» για να περιγράψουν τα εμμονικά τους μοτίβα σκέψης γύρω από τα τρόφιμα πριν λάβουν τέτοιες θεραπείες.
«Η υπόθεσή μου είναι ότι μία από τις επιδράσεις αυτών των φαρμάκων, η οποία θα μπορούσε να εξηγήσει την αποτελεσματικότητά τους στη θεραπεία της παχυσαρκίας, είναι ότι κάνουν τους ανθρώπους λιγότερο ευαίσθητους στα φαγητά, καθιστώντας τους έτσι λιγότερο ευάλωτους στον «θόρυβο των τροφίμων», εξηγεί. Το ερώτημα αυτό παραμένει ανοικτό και απαιτεί συστηματική μελέτη.
Πώς λειτουργεί στον εγκέφαλο — «Σημείο ευδαιμονίας»
Ορισμένες τροφές ενεργοποιούν στο κεφάλι μας μια έντονη ντοπαμινεργική απόκριση (το λεγόμενο «σημείο ευδαιμονίας»), ιδιαίτερα όταν συνδυάζουν ζάχαρη, λίπος και αλάτι αλλά και όταν μπορούν να καταναλωθούν γρήγορα (ένα μπισκότο σοκολάτας, για παράδειγμα). Αυτές οι νευροχημικές ανταμοιβές είναι μέρος του γιατί ο «θόρυβος των τροφίμων» μπορεί να είναι τόσο επίμονος.
Τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι — Πρακτικές συμβουλές
Μέχρι να υπάρξουν περισσότερα επιστημονικά δεδομένα, ο Δρ. Hayashi προτείνει πρακτικές που μπορούν να βοηθήσουν όσους αντιμετωπίζουν επίμονες σκέψεις για το φαγητό:
- Συζήτηση με διαιτολόγο: Επαγγελματίες μπορούν να βοηθήσουν στην αναζήτηση μοτίβων στη διατροφή και στον σχεδιασμό στρατηγικών που χτίζουν ανθεκτικότητα απέναντι σε τροφικά ερεθίσματα.
- Στρατηγικές συμπεριφοράς: Αργή, συνειδητή κατανάλωση φαγητού και μεγαλύτερη ποσότητα/προσοχή στο κύριο γεύμα ώστε να μειωθούν οι κρίσεις πείνας μεταξύ των γευμάτων.
- Αποφυγή αυτο-ενοχής: Το πιο σημαντικό, λέει ο Δρ. Hayashi, είναι να μην πέφτουμε στην παγίδα της ενοχής και της αυτο-κατηγορίας. Οι δυσκολίες με το φαγητό δεν πρέπει να θεωρούνται απλώς προσωπική αποτυχία.
Πλαίσιο κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης
Ο Δρ. Hayashi κλείνει με μια ευρύτερη παρατήρηση για τον κοινωνικό και περιβαλλοντικό χαρακτήρα του προβλήματος: «Ζούμε σε μια παράδοξη κοινωνία όπου ο πολιτισμός μας μας βομβαρδίζει συνεχώς με μηνύματα που εξυμνούν τη λεπτότητα και τη μυϊκή μάζα, ενώ παράλληλα μας εκθέτει αδιάκοπα σε εξωτερικά διατροφικά ερεθίσματα που μας πείθουν να κάνουμε κακές διατροφικές επιλογές.
Αυτό, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές δομές που καθιστούν την πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα πιο δύσκολη από την κατανάλωση βολικών, επεξεργασμένων τροφίμων χαμηλής θρεπτικής αξίας, είναι μια τέλεια φόρμουλα για να αντιμετωπίσετε τον «θόρυβο των τροφίμων».
Συμπέρασμα — Υπάρχει «έλεγχος έντασης»;
Η ιδέα ότι μπορούμε να ρυθμίσουμε την ένταση αυτού του «θορύβου» (είτε μέσω συμπεριφορικών παρεμβάσεων, είτε με φαρμακευτικές θεραπείες που μειώνουν την ευαισθησία στα ερεθίσματα) είναι δελεαστική, αλλά προς το παρόν παραμένει υπό διερεύνηση. Η έρευνα βρίσκεται ακόμη στα πρώτα στάδια: το κρίσιμο επόμενο βήμα είναι να τεθούν οι σωστές ερωτήσεις και να συγκεντρωθούν εμπειρικά δεδομένα που θα μας πουν ποιοι άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι, πώς ακριβώς λειτουργεί ο θόρυβος στον εγκέφαλο και ποιες παρεμβάσεις έχουν πραγματικά αποτελεσματικότητα. Μέχρι τότε, για όσους παλεύουν με το καθημερινό «κλάμα» ενός κρυμμένου μάφιν, η πιο πρακτική προσέγγιση παραμένει η συνδυαστική στήριξη: επαγγελματική καθοδήγηση, στρατηγικές διατροφής και η απόρριψη της ενοχοποίησης.