Αύξηση των περιστατικών κακοποίησης ανηλίκων, σωματικής και σεξουαλικής, αλλά και των καταγγελιών στις αρμόδιες αρχές διαπιστώθηκε σε ημερίδα της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς και της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρίας με θέμα την «Ιατρική και νομική αξιολόγηση της ενδοοικογενειακής βίας» .

Γονείς και παιδιά είναι πλέον πιο ενημερωμένοι και ευαισθητοποιημένοι για το θέμα, και σε αυτό αποδίδεται η αύξηση των καταγγελιών που καταγράφονται, ενώ περισσότερα είναι και τα περιστατικά σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων.

Εκτιμάται πως ένα στα πέντε παιδιά πέφτει θύμα κάποιας μορφής κακοποίησης, οι περισσότεροι δράστες είναι άντρες, ηλικίας άνω των 30 ετών, σε ποσοστό 70%-90% ανήκουν στο φιλικό ή συγγενικό περιβάλλον της οικογένειας του παιδιού και είναι άτομα «υπεράνω πάσης υποψίας», όπως σημειώνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Όπως ανέφερε ο προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς Ηλίας Μπογιόκας, «τα τελευταία δέκα χρόνια -και κυρίως τα χρόνια της οικονομικής κρίσης- έχει σημειωθεί μία αύξηση στα περιστατικά παιδικής κακοποίησης». Σύμφωνα με τον κ. Μπογιόκα, στο 73% των περιστατικών σωματικής κακοποίησης που εξετάστηκαν στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πειραιώς διαπιστώθηκε ότι το παιδί έφερε ελαφρές και απλές σωματικές βλάβες, ενώ στο 8% των περιστατικών υπήρξε καταγραφή βαριών σωματικών βλαβών. Ο μεγαλύτερος αριθμός των θυμάτων ήταν αγόρια ηλικίας 13 έως 18 ετών, ενώ θύματα βίας έπεσαν ακόμη και μικρά παιδιά, ηλικίας 1-6 ετών.

Όσον αφορά τα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης, στο 22% των περιπτώσεων διαπιστώθηκε βιασμός των ανηλίκων, ενώ στο 31% υπήρξε καταγραφή άλλων ασελγών πράξεων. Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο, σύμφωνα με τον κ. Μπογιόκα, είναι ότι στο 33% των περιστατικών που καταγγέλθηκαν δεν διαπιστώθηκε κακοποίηση από τους ιατροδικαστές. Αυτό, όπως είπε ο κ. Μπογιόκας, οφείλεται κυρίως στην καθυστερημένη προσέλευση των ανηλίκων προς εξέταση, αλλά και σε ψευδείς καταγγελίες γονέων. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τα περισσότερα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης που εξετάστηκαν στην Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πειραιώς αφορούσαν κορίτσια ηλικίας 13-18 ετών, ενώ πάνω από το 20% των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης ήταν παιδιά ηλικίας μόλις 1-6 ετών.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρίας Γρηγόρης Λέων παρουσίασε τις κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη διαχείριση περιστατικών παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Σύμφωνα με αυτές, ο ιατροδικαστής είναι το κεντρικό πρόσωπο στη διερεύνηση αυτών των περιστατικών, ενώ στις περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης απαραίτητη είναι και η παιδοψυχιατρική-παιδοψυχολογική εκτίμηση. Παράλληλα ο κ. Λέων αναφέρθηκε σε ένα ακόμη βασικό πρόβλημα που υπάρχει στη χώρα μας, αυτό της ανεπάρκειας των δομών, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «μέχρι και σήμερα σε κανένα νοσοκομείο παίδων της χώρας δεν υπάρχει ιατροδικαστής».

Μόνο το 7% των παιδιών θα προχωρήσει σε πλήρη αποκάλυψη

Η αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και ψυχολόγος Κωνσταντίνα Κωστάκου τόνισε, κατά τη διάρκεια της ημερίδας, ότι τα περισσότερα θύματα κακοποίησης που εξετάζει η Υποδιεύθυνση Ανηλίκων της ΕΛΑΣ είναι κορίτσια (σε ποσοστό 79%). Το 39% των θυμάτων είναι ηλικίας 14-17 ετών και το 76% ελληνικής υπηκοότητας. Οι καταγγελίες που εξετάζουν οι αρχές είναι καταγγελίες για αποπλάνηση (σε ποσοστό 61%) και καταγγελίες για βιασμό (σε ποσοστό 32%).

Σύμφωνα με την κ. Κωστάκου, η αποκάλυψη εμπειριών σεξουαλικής κακοποίησης είναι μία διαδικασία με συγκεκριμένα στάδια. Τα περισσότερα παιδιά περνούν μέσα από τα στάδια προοδευτικά, τα οποία περιλαμβάνουν την άρνηση, την αποκάλυψη, την αναίρεση και την επανεπιβεβαίωση. Εκτιμάται πως τα παιδιά που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση, σε ποσοστό 72%, αρχικά θα αρνηθούν να επιβεβαιώσουν και από τη στιγμή που θα αποφασίσουν να αποκαλύψουν την κακοποίηση, μόλις το 7% των παιδιών θα προχωρήσει σε ολοκληρωτική-πλήρη αποκάλυψη. Όπως υπογράμμισε η κ. Κωστάκου, τα παιδιά μικρής ηλικίας είναι πιθανό να αποκαλύψουν την κακοποίηση άθελά τους, μέσα από δράσεις ή δηλώσεις ακατάλληλες, ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά και οι έφηβοι θα αποφασίσουν συνειδητά να αποκαλύψουν την κακοποίηση εξαιτίας κυρίως του θυμού τους έναντι του δράστη.