Το χρονικό και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγιναν οι επιθέσεις και τραυματίστηκαν φωτορεπόρτερ στο χθεσινό συλλαλητήριο κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών στο Σύνταγμα περιέγραψε μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδας, Βασίλης Ασβεστόπουλος.

«Είχε πέσει στην αντίληψη κάποιων φωτορεπόρτερ, πριν από την εκδήλωση μάλιστα, ότι υπήρχαν εκτυπώσεις σε μέγεθος Α4 με φωτογραφίες από φωτορεπόρτερ. Υποψιαστήκαμε ότι μπορεί να γίνει κάτι, δεν του έδωσαν όμως σημασία» είπε.

Επισήμανε πως η ενημέρωση που έχει η Ένωση Φωτορεπόρτερ Ελλάδας είναι πως εν συνεχεία, έξω από τη Βουλή, μια ομάδα ατόμων που ήθελε να εισέλθει στον χώρο του κοινοβουλίου, «ζήτησε από τους φωτορεπόρτερ που ήταν και εκεί και έκαναν τη δουλειά τους, φωτογράφιζαν, να τους δώσουν τη φωτογραφική τους μηχανή, ώστε να τους πάρουν τις κάρτες μνήμης, να καταστρέψουν τις φωτογραφίες».

Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Ασβεστόπουλος στη συνέχεια «υπήρξαν κουβέντες του τύπου “τι τραβάτε;”», ακολούθησε διαπληκτισμός, και «στο τέλος του διαπληκτισμού βρέθηκε ένας φωτορεπόρτερ -του οποίου το όνομα έγινε γνωστό – χτυπημένος. Ερωτηθείς ο κ. Ασβεστόπουλος για το τι ακολούθησε με άλλους επαγγελματίες φωτορεπόρτερ στη συνέχεια, απάντησε πως «τους αφαιρέθηκε ο εξοπλισμός».

«Είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο. Δεν συμβαίνει συνέχεια αυτό το πράγμα, συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, το να επιτίθενται άνθρωποι που διαδηλώνουν στους φωτορεπόρτερ, σε συνεργεία τηλεόρασης, στους δημοσιογράφους» τόνισε ο κ. Ασβεστόπουλος, ενώ ταυτόχρονα εστίασε στα σημεία που δυσχεραίνουν τη δουλειά των επαγγελματιών όταν λαμβάνουν χώρα παρόμοια συμβάντα. «Εμείς το εντοπίζουμε αυτό και σε μια ρητορική μίσους που υπάρχει γενικότερα και νομίζω ότι οι φωτορεπόρτερ είναι και οι πιο εύκολοι στόχοι για κάποιους, γιατί τίποτα δεν είναι τόσο οφθαλομοφανές όπως ένας φωτορεπόρτερ. Έχει μια φωτογραφική μηχανή πάνω του στον εξοπλισμό, βγάζει φωτογραφίες συνεπώς δεν είναι διαδηλωτής, δεν είναι αστυνομικός, δεν είναι μέλος κάποιας άλλης ομάδας, οπότε ξέρουν ποιος είναι, τι είναι και του επιτίθενται» σχολίασε.

Ταυτόχρονα διαχώρισε τις στιγμές υψηλής επικινδυνότητας που μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια γενικευμένων επεισοδίων, π.χ, από ρίψη μαρμάρων ή πετρών, από τα όσα διημείφθησαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου περιστατικού της Κυριακής 20 Ιανουαρίου 2019.

«Όταν έχουμε κομμάτια από μάρμαρα ή κάποιος πετάει πέτρες, εκεί υπάρχει και ο παράγοντας τύχη “ότι δεν χτύπησα, δεν τραυματίστηκα”. Όταν όμως κάποιος άνθρωπος επιτίθεται σε κάποιον άλλον άνθρωπο με ρόπαλο ή όπως ακούσαμε υπάρχει και κατσαβίδι που εθεάθη να έχει τραβηχτεί, μιλάμε για φονική επίθεση. Εδώ ο επιτιθέμενος δέχεται ότι μπορεί να σκοτώσω τον άλλον που χτυπάω» σημείωσε ο κ.Ασβεστόπουλος, για να προσθέσει πως σε παρόμοια περιστατικά τίθεται θέμα σωματικής ακεραιότητας των επαγγελματιών των ΜΜΕ.

«’Ένα συμβάν όπως ο εν λόγω τραυματισμός του επαγγελματία φωτορεπόρτερ πρέπει να μας βάλει να καθίσουμε και να σκεφτούμε πού έχουμε φτάσει ως κοινωνία και για ποιο λόγο επιτιθέμεθα στους δημοσιογράφους και τους φωτορεπόρτερ και όχι σε αυτούς που υποτίθεται πως μας ενοχλούν με τη γνώμη τους ή με το σχόλιό τους αφού ένας φωτορεπόρτερ δεν κάνει σχόλιο, ένας φωτορεπόρτερ βγάζει μια φωτογραφία, η οποία καταγράφει μια διαδήλωση» σχολίασε τέλος ο κ.Ασβεστόπουλος, για να καταλήξει διατυπώνοντας το ερώτημα: «Αν πάρουμε το “διαδηλώνω” οι άνθρωποι αυτοί θέλουν κάτι να δείξουν. Δεν θέλουν να φαίνεται η διαδήλωσή τους; Τότε προς τι μαζεύονται;».