Η υπόθεση των τριών μεταναστών, που βρίσκονται από την περασμένη Παρασκευή προφυλακισμένοι στις φυλακές της Χίου για απόπειρα ζωοκλοπής από στάνη κοντά στον καταυλισμό της Μόριας, απασχολεί δικηγόρους και στελέχη ανθρωπιστικών οργανώσεων, που εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες για το εάν οι προφυλακισμένοι είναι οι πραγματικοί επίδοξοι ζωοκλέφτες.

Σειρά στοιχείων, συνηγορούν στο ότι οι μετανάστες βρέθηκαν απλά εκείνη την ώρα κοντά στη στάνη των ζώων, και τράπηκαν σε φυγή επειδή είδαν τον ιδιώτη να τους ακολουθεί, κραδαίνοντας αρχικά ένα ξύλινο κοντάρι, και στη συνέχεια όπλο, με το οποίο και πυροβόλισε στον αέρα. Οι ίδιες αμφιβολίες εκφράζονται και σε χθεσινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Εμπρός». Όπως είναι γνωστό, οι τρεις νεαροί μετανάστες στη Μυτιλήνη, ηλικίας 21, 23 και 24 ετών, κατηγορούνται ότι το βράδυ της περασμένης Τετάρτης 21 Φεβρουαρίου αποπειράθηκαν να κλέψουν ζώα από τη στάνη 55χρονου, στην περιοχή του καταυλισμού της Μόριας. Ο 55χρονος πυροβόλησε εναντίον τους με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει και αυτός κατηγορίες για παράνομη οπλοκατοχή και οπλοχρησία – πράξεις για τις οποίες και παραπέμφθηκε να δικαστεί στις 2 Απριλίου του 2019. Αναφέρεται επίσης, ότι στην κατοχή του 55χρονου καθώς και στο αυτοκίνητό του, και κατασχέθηκαν τέσσερα κυνηγετικά όπλα, ένα πιστόλι, 156 κυνηγετικά φυσίγγια διαφόρων τύπων, 10 φυσίγγια διαμετρήματος 9mm και δυο αυτοσχέδια ξύλινα ρόπαλα.

Μετά την παρέμβαση της αστυνομίας, που προκλήθηκε από τηλεφώνημα αγνώστου στο νούμερο άμεσης δράσης 100, συνελήφθησαν οι τρεις ύποπτοι. Κατά την προανακριτική διαδικασία, υλικό από κάμερες που προσκόμισε στην Αστυνομία ο κτηνοτρόφος, έδειξε ότι «κάποιοι Αφρικανοί» – των οποίων όμως τα πρόσωπα, όπως έλεγε σήμερα στέλεχος των αστυνομικών διωκτικών αρχών, δεν φαίνονταν καθαρά – ήταν οι δράστες της απόπειρας ζωοκλοπής, όπως και ο κτηνοτρόφος κατήγγειλε. Απαγγέλθηκαν κατηγορίες κατά των τριών που είχαν προσαχθεί στην αστυνομία και προφυλακιστήκαν με βαρύτατες σε βάρος τους κατηγορίες.

Ποιος τηλεφώνησε;

Η δημοσιογραφική έρευνα έδειξε ότι και οι τρεις κατηγορούμενοι ηλικίας 21, 22 και 24 ετών, είναι κόπτες χριστιανοί από την Ερυθραία. Ο Biniyum Tesefay υπέβαλε αίτημα ασύλου στις 8 Μαϊου 2017. Ο Αfework Bayhu υπέβαλε αίτημα ασύλου στις 7 Αυγούστου 2017. Ομοίως στις 7 Αυγούστου 2017 υπέβαλε αίτηση ασύλου και ο 23χρονος Binyam Hali. Και οι τρεις είναι βαθειά θρησκευόμενοι – και στις 7 το βράδυ της 21ης Φεβρουαρίου, όπως ανέφεραν, κινούνταν πεζοί από τον καταυλισμό επί του κεντρικού δρόμου, από την Παναγιούδα στη Λάρσο, προς το εκκλησάκι της Αγίας Αικατερίνης το οποίο τους έχει παραχωρηθεί από την τοπική ορθόδοξη εκκλησία για τις λατρευτικές τους ανάγκες. Το ίδιο κάνουν κάθε μέρα για να προσευχηθούν, και τώρα, λόγω της Μεγάλης Σαρακοστής, αυτό το κάνουν πολλές φορές την ημέρα κατά το τυπικό του δόγματός τους. Λίγα μέτρα μετά τη στάνη του 55χρονου, διαπίστωσαν ότι πίσω τους σταμάτησε ένα αυτοκίνητο από το οποίο βγήκε ένας άγνωστός τους άνδρας. ‘Αρχισαν να τρέχουν. Ο ένας προς το εκκλησάκι ενώ οι δυο από τους τρεις μπήκαν στην αυλή επιχείρησης χονδρικής πώλησης τροφίμων και άλλων ειδών λιανεμπορίου. Τότε άκουσαν και τους πυροβολισμούς. Φοβούμενοι ότι ο τρίτος σύντροφος τους είχε δεχθεί αυτούς τους πυροβολισμούς, άρχισαν να φωνάζουν και να καλούν τον επιχειρηματία να ζητήσει την επέμβαση της Αστυνομίας.

Ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας, σήμερα το μεσημέρι, επιβεβαίωσε πλήρως τα όσα αναφέρουν οι δυο προφυλακισμένοι, τουλάχιστον όσον αφορά τη δική του εμπλοκή στην όλη υπόθεση. Όπως λέει, το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης και ενώ ετοιμαζόταν να κλείσει, τρεις-τέσσερις άνθρωποι μπήκαν στο μαγαζί του και άρχισαν να φωνάζουν “police, police” καθώς και κάτι άλλο που δεν καταλάβαινε αφού δεν γνωρίζει ξένες γλώσσες. Αμέσως κάλεσε το 100, λέγοντας σε μια γυναίκα αστυνομικό που απάντησε στην κλήση, ότι κάτι συμβαίνει. Λίγο μετά ήρθε και άλλος ένας ενώ όλοι μαζί παρέμειναν εκεί μέχρι που ήρθε η αστυνομία που τους προσήγαγε, όπως και τον κτηνοτρόφο. Ο επιχειρηματίας ο οποίος δεν κατέθεσε ποτέ στην Αστυνομία όπως είπε, γνωρίζει αυτούς τους ανθρώπους, αφού συχνά αγοράζουν κεριά και λιβάνια από αυτόν για τις λατρευτικές τους συνήθειες στο εκκλησάκι της Αγίας Αικατερίνης που βρίσκεται λίγες εκατοντάδες μέτρα μετά.

Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι, όπως δικηγόρος ανέφερε μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, κατά τη έρευνα που έγινε στους τρεις δεν βρέθηκαν εργαλεία κοπής των συρμάτων της στάνης ή μαχαίρια για τη σφαγή των ζώων. Και οι τρεις, καταθέτοντας ξεχωριστά, ανέφεραν τα ίδια στις απολογίες τους αρνούμενοι τις κατηγορίες που τους αποδίδονται.

Μέλη της κοπτικής χριστιανικής κοινότητας των Ερυθραίων και Αιθιόπων, μίλησαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ δίνοντας και άλλες διαστάσεις στην όλη υπόθεση. Όπως είπαν, οι προφυλακισμένοι «είναι καλοί χριστιανοί, εκφράζουν έντονα τα θρησκευτικά τους αισθήματα. Τις μέρες της μεγάλης Σαρακοστής νηστεύουν μη τρώγοντος τίποτα κατά τη διάρκεια της ημέρας και καταναλώνουν μόνο φυτικά προϊόντα μετά τη δύση του ηλίου κατά το τυπικό των κοπτών χριστιανών. Επίσης δεν σφάζουν ζώα, αφού ούτε να τα καταναλώσουν μπορούν, ούτε και να τα διαθέσουν αφού κανένας δεν έκανε σχετική καταγγελία. Στους κόπτες επίσης απαγορεύεται να σφάζουν ζώα κατά την Μεγάλη Σαρακοστή.

«Τους ανθρώπους που είναι στη φυλακή τους γνωρίζουμε πολύ καλά. Προσευχόμαστε μαζί τους κάθε μέρα στην εκκλησία, τους γνωρίζει και ο παπάς του χωριού. Δεν είναι κλέφτες, δεν μπορούν να κλέψουν. Να ζήσουν θέλουν ειρηνικά, μακριά από τη δυστυχία και τους πολέμους στην Ερυθραία όπου ζούσαμε. Οι τρεις σύντροφοί μας, δεν υπέβαλαν ούτε μήνυση κατά του Έλληνα που πυροβόλησε, αν και ρωτήθηκαν αν θα ήθελαν να κάνουν κάτι τέτοιο. Ορκίζονται και ορκιζόμαστε κι εμείς μαζί τους ότι είναι αθώοι» λένε οι εκπρόσωποι της χριστιανικής κοινότητας των Ερυθραίων και Αιθιόπων.

«Εφόσον υπάρχει το βίντεο, η αστυνομία μπορεί να δει ξεκάθαρα τα πρόσωπά τους. Η κοινότητά μας είναι χριστιανική, δεν κάνουμε παράνομες πράξεις» κατέληξαν.

Τις επόμενες μέρες, δικηγόροι που εξετάζουν την όλη υπόθεση, θα εξετάσουν τη δυνατότητα προσφυγής κατά της πράξης του ανακριτή με την οποία προφυλακίστηκαν οι τρεις Ερυθραίοι αξιοποιώντας όλα τα στοιχεία που λεν λήφθηκα υπόψη στην προδικασία.