Από την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ξανά «ένοικος» του Λευκού Οίκου έχουν περάσει πάνω από 100 ημέρες και ήδη παρατηρείται μια σαφής στροφή προς τον απομονωτισμό και την υπονόμευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και των αξιακών χαρακτηριστικών για τα οποία πάλευαν κοινωνίες και θεσμοί εδώ και δεκαετίες.

Οι περικοπές στα προγράμματα της USAID και άλλες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες σε Σουηδία, Ολλανδία και Βρετανία δεν οδήγησαν μόνο σε δημόσια κριτική, αλλά έφεραν ακόμη και παραιτήσεις υπουργών – όπως του Ντοντς στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Φεβρουάριο 2025.

Παράλληλα, Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών βρίσκονται υπό πρωτοφανή επίθεση – όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και ως προς τη νομιμοποίησή τους και τη χρηματοδότησή τους. Τον Ιανουάριο, συγκεκριμένα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έθεσαν στο στόχαστρο τις οργανώσεις που συμμετέχουν στο πρόγραμμα LIFE της ΕΕ, αμφισβητώντας ανοιχτά το δικαίωμα των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών να λαμβάνουν θεσμική χρηματοδότηση και να υλοποιούν δράσεις για την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε αντίστοιχα ζητήματα.

Με ψευδή και συνωμοσιολογικά επιχειρήματα επιχειρήθηκε η απονομιμοποίηση του ρόλου των οργανώσεων ως συνομιλητών με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Σε μια εποχή που οι πολίτες ζητούν περισσότερη διαφάνεια, λογοδοσία και συμμετοχή, τέτοιες επιθέσεις συνιστούν ευθεία υπονόμευση του δημοκρατικού ιστού της Ευρώπης. Αυτός είναι και ο λόγος που η ActionAid έχει ήδη αναδείξει το θέμα με επιστολές σε μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν απλώς αλλαγή πολιτικής. Είναι μια καθαρή οπισθοχώρηση από το θεμελιώδες αξίωμα ότι κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως φυλής, καταγωγής ή πεποιθήσεων, δικαιούται να ζει με αξιοπρέπεια, ελευθερία και ασφάλεια.

Οι εξελίξεις αυτές αποθαρρύνουν τη συλλογική δράση, ενισχύουν αυταρχικές λογικές και στέλνουν το μήνυμα ότι ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών είναι υπό διαπραγμάτευση – όμως δεν είναι. Τα δικαιώματα των πιο ευάλωτων ομάδων – των ανθρώπων που ζουν σε καθεστώς φτώχειας, των γυναικών που πλήττονται από τη βία και τις διακρίσεις, των νέων που ζητούν κλιματική δικαιοσύνη, των προσφύγων κ.ά. – δεν είναι «έξοδα πολυτελείας». Είναι το θεμέλιο κάθε κοινωνίας.

Αντίθετα, «έξοδα πολυτελείας» μπορούν να χαρακτηριστούν τα σχεδόν 200 εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν σε lobbying μόνο για την ΕΕ από 50 εταιρείες μέσα στο 2024 – ποσό αυξημένο κατά 66% σε σχέση με 10 χρόνια πριν – για να επηρεάσουν αποφάσεις στις Βρυξέλλες που ευνοούν τα συμφέροντά τους.

Η ιστορία μάς διδάσκει ότι τα δικαιώματα δεν καταρρέουν μονομιάς, αλλά φθείρονται σταδιακά – απόφαση με την απόφαση, περικοπή με την περικοπή. Σήμερα είναι τα προγράμματα ανάπτυξης και αλληλεγγύης. Αύριο ίσως είναι η ελευθερία του λόγου, η ισότητα ή το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό.

Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι εύθραυστα. Το ίδιο και η Δημοκρατία. Αλλά δεν έχουν σπάσει – ακόμη. Το ερώτημα είναι αν θα τα ενισχύσουμε ή αν θα τα αφήσουμε να γίνουν θρύψαλα μπροστά στα μάτια μας.