Σε σφυροκόπημα για την Ελλάδα εξελίχθηκε η συνεδρίαση του Eurogroup που διεξήχθη σε πρωτοφανές βαρύ κλίμα.
Οι εταίροι κατέστησαν σαφές στην ελληνική πλευρά ότι θα είναι αμείλικτοι μέχρι να εγκρίνουν την εκταμίευση της πρώτης δόσης του νέου δανείου ύψους περίπου 90 δισ. ευρώ και εξέφρασαν τον προβληματισμό τους για τη μετά τις εκλογές περίοδο στην Ελλάδα. Για τον λόγο αυτό, δρομολογούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο παρακολούθησης των δρώμενων στη χώρα μας, εκφράζοντας παράλληλα τη δυσπιστία τους στο πολιτικό σύστημα.

Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση του επιτρόπου οικονομίας Ολι Ρεν, ο οποίος διεμήνυσε ότι «το μέλλον της Ελλάδας και των πολιτών της βρίσκεται στα χέρια των πολιτικών».

Μάλιστα, με εκβιαστικό τρόπο οι κοινοτικοί παράγοντες δεν διστάζουν να θέσουν διλήμματα για τη συνέχιση της επίδειξης αλληλεγγύης, υπογραμμίζοντας ότι το τελεσίγραφο εκπνέει. Η πολιτική συναίνεση στην Ελλάδα αναβαθμίζεται πλέον σε βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του νέου προγράμματος. Προς τον σκοπό αυτό, ο εκπρόσωπος του Ολι Ρεν επεσήμανε χθες ότι θα πρέπει να υπάρξουν «ισχυρές, γενναίες και καθαρές έγγραφες δεσμεύσεις» από τους πολιτικούς αρχηγούς που στηρίζουν την κυβέρνηση, με δεδομένο ότι η διάρκεια του νέου προγράμματος αφορά και την περίοδο μετά τις εκλογές.

Σύμφωνα με τον Α. Αλταφάζ, η πολιτική συναίνεση είναι απαραίτητη, καθώς οι πολιτικοί της χώρας θα πρέπει να επιδείξουν υπευθυνότητα «ανεξάρτητα από την πολιτική ατζέντα». Μέσα σε αυτό το κλίμα έντονης δυσπιστίας, οι Βρυξέλλες ξεκαθαρίζουν ότι η οικονομική βοήθεια αλλά και η αλληλεγγύη θα πρέπει να είναι αμφίδρομες σε αυτήν «τη δίκαιη και ισόρροπη συμφωνία». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ αναγνώρισε, εμμέσως πλην σαφώς, ότι υποχρεώθηκε να συγκαλέσει τη συγκεκριμένη συνεδρίαση του Eurogroup ως μοχλό πίεσης στην Αθήνα προκειμένου να εξασφαλίσει την επίτευξη της συμφωνίας μεταξύ των πολιτικών αρχηγών.

Όπως αναφέρει σήμερα το «Έθνος», όλο και περισσότερες κοινοτικές πρωτεύουσες διαμηνύουν, σε δραματικούς τόνους, ότι είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν την Ελλάδα στην τύχη της αν η χώρα μας δεν συμμορφωθεί και δεν αναλάβει πλήρως τις δεσμεύσεις της. Σε αυτό το «πρέσινγκ» πρωτοστατούν Γερμανία, Φινλανδία, Αυστρία και Ολλανδία, ενώ ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι παραδοσιακοί σύμμαχοι της χώρας μας και κυρίως οι υπόλοιποι αδύναμοι κρίκοι αποστασιοποιούνται σταδιακά, αποσαφηνίζοντας ότι η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση με την οποία δεν επιθυμούν να συνταχθούν.

Χαρακτηριστικοί ήταν οι διάλογοι ξένων αξιωματούχων με τον κ. Βενιζέλο κατά τη συνεδρίαση του Eurogroup. Η Φινλανδή υπουργός Οικονομικών Γιούτα Ουρπιλάινεν έθεσε εκ νέου στον Ελληνα υπουργό θέμα υπογραφών των πολιτικών αρχηγών, ενώ η υπουργός Oικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ έθεσε το καίριο ερώτημα στον κ. Βενιζέλο: «Mπορούμε να σας εμπιστευτούμε;». Για να λάβει την απάντηση: «Εμένα προσωπικά ναι, από πολιτικής άποψης δεν ξέρω». Πονοκέφαλος για την Αθήνα είναι επίσης το γεγονός ότι ο επικεφαλής της Ευρωζώνης Ζαν Κλοντ Γιούνκερ παίρνει και αυτός τις αποστάσεις του από τη «δυσάρεστη ελληνική υπόθεση».