Μπορεί μια αλλαγή στην ομιλία να είναι το πρώτο καμπανάκι για άνοια; Νέες έρευνες δείχνουν ότι πρώιμα σημάδια της νόσου Αλτσχάιμερ μπορεί να κρύβονται στον τρόπο που μιλάμε.
Σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου του Τορόντο, η επιβράδυνση του ρυθμού της καθημερινής ομιλίας και οι μικρές παύσεις την ώρα που μιλάμε μπορεί να αποτελούν καλύτερο δείκτη γνωστικής φθοράς σε σχέση με τη δυσκολία ανάκλησης λέξεων.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι οι αλλαγές στη γενική ταχύτητα ομιλίας ίσως αντανακλούν αλλαγές στον εγκέφαλο», σημειώνει o γνωστικός νευροεπιστήμονας Jed Meltzer, όπως αναφέρει το Science Alert.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο έλεγχος της ταχύτητας ομιλίας θα έπρεπε να ενταχθεί στις κλασικές γνωστικές αξιολογήσεις για να βοηθήσει τους ειδικούς να εντοπίζουν πιο γρήγορα σημάδια γνωστικής παρακμής και να στηρίζουν καλύτερα την υγεία του εγκεφάλου των ηλικιωμένων.
Το φαινόμενο της lethologica, της κατάστασης, δηλαδή, όπου κάποιος δεν μπορεί να ανακαλέσει μια λέξη ή έναν όρο, παρά το γεγονός ότι αισθάνεται ότι τον γνωρίζει και ότι το έχει στην «άκρη της γλώσσας του» εμφανίζεται σε ανθρώπους κάθε ηλικίας. Με τα χρόνια όμως η εύρεση λέξεων γίνεται πιο απαιτητική, ιδιαίτερα μετά τα 60.
Τι δείχνουν οι έρευνες
Για να διερευνήσουν το γιατί, οι ερευνητές, που δημοσίευσαν τη μελέτη τους στο περιοδικό Aging, Neuropsychology and Cognition, ζήτησαν από 125 υγιείς ενήλικες, ηλικίας 18 έως 90 ετών, να περιγράψουν με λεπτομέρεια μια σκηνή. Αμέσως μετά, τους έδειξαν εικόνες καθημερινών αντικειμένων ενώ παράλληλα άκουγαν ήχους που τους επιβεβαίωναν ή τους μπέρδευαν. Για παράδειγμα, δίπλα στην εικόνα μιας σκούπας μπορεί να άκουγαν τη λέξη «groom», που βοηθά μέσω ομοιοκαταληξίας στην ανάκληση της σωστής λέξης. Αντίθετα, ο ήχος «mop» θα μπορούσε να παρασύρει στιγμιαία τον εγκέφαλο σε λάθος κατεύθυνση.
Όσο γρηγορότερος ήταν ο φυσικός ρυθμός ομιλίας στην πρώτη δοκιμασία, τόσο ταχύτερα οι συμμετέχοντες έβρισκαν τις απαντήσεις στη δεύτερη. Τα αποτελέσματα συμφωνούν με τη θεωρία της «ταχύτητας επεξεργασίας», που υποστηρίζει ότι η γενική επιβράδυνση της γνωστικής επεξεργασίας βρίσκεται στον πυρήνα της γνωστικής παρακμής, περισσότερο από την επιβράδυνση συγκεκριμένων κέντρων μνήμης.
Όπως εξηγεί η ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Τορόντο Hsi T. Wei και η ομάδα της, «είναι ξεκάθαρο ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ενήλικες είναι σημαντικά πιο αργοί από τους νεότερους στην ολοκλήρωση γνωστικών έργων, συμπεριλαμβανομένων εργασιών παραγωγής λέξεων όπως η ονομασία εικόνων, η απάντηση σε ερωτήσεις ή η ανάγνωση λέξεων».
Στη φυσική ομιλία, οι ηλικιωμένοι τείνουν επίσης να έχουν περισσότερες δυσκολίες στη ροή του λόγου, με παύσεις και δισταγμούς, και γενικά παρουσιάζουν χαμηλότερο ρυθμό ομιλίας.
Όπως ανέφερε σε άρθρο στο The Conversation, η ερευνήτρια άνοιας Claire Lancaster, η μελέτη του Τορόντο «άνοιξε συναρπαστικούς δρόμους, δείχνοντας ότι δεν έχει σημασία μόνο τι λέμε αλλά και πόσο γρήγορα το λέμε».
Ήδη, ορισμένοι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης έχουν αξιοποιήσει μοτίβα ομιλίας για να προβλέψουν τη διάγνωση Αλτσχάιμερ με ακρίβεια 78,5%. Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι ασθενείς με περισσότερα σημάδια αμυλοειδών πλακών στον εγκέφαλο είναι 20% πιο πιθανό να εμφανίσουν προβλήματα σχετιζόμενα με την ομιλία.
Οι αμυλοειδείς πλάκες, η πρωτεΐνη tau και ο ρυθμός ομιλίας
Οι αμυλοειδείς πλάκες και τα πλέγματα της πρωτεΐνης tau αποτελούν χαρακτηριστικά της νόσου Αλτσχάιμερ. Το 2024, ερευνητές του Πανεπιστημίου Στάνφορντ βρήκαν ότι οι μεγαλύτερες παύσεις και ο πιο αργός ρυθμός ομιλίας συνδέονται με υψηλότερα επίπεδα πλεγμάτων πρωτεϊνών tau.
Από νευροαπεικονιστικά δεδομένα 237 ατόμων χωρίς διαγνωσμένη γνωστική βλάβη προέκυψε ότι όσοι είχαν μεγαλύτερο φορτίο tau παρουσίαζαν βραδύτερη ομιλία, περισσότερες παύσεις και μεγαλύτερη διάρκεια των παύσεων αυτών. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι συμμετέχοντες με υψηλότερα επίπεδα tau δεν δυσκολεύονταν περισσότερο να δώσουν τη σωστή απάντηση σε δοκιμασίες ανάκλησης μνήμης.
Ίσως όσοι αντιμετωπίζουν πρώιμες δυσκολίες μνήμης να εξακολουθούν να βρίσκουν τη σωστή λέξη, απλώς χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να φτάσουν σε αυτή. Αυτό θα μπορούσε να εξηγεί τον πιο αργό ρυθμό ομιλίας και τις συχνότερες παύσεις. Αν ισχύει, τα μοτίβα ομιλίας κατά τη διάρκεια δοκιμασιών μνήμης μπορούν να αποκαλύψουν πληροφορίες για την κατάσταση του εγκεφάλου που δεν εντοπίζονται με τους παραδοσιακούς ελέγχους.
Τα επόμενα κρίσιμα ερευνητικά βήματα
Όπως καταλήγουν οι συγγραφείς της μελέτης, «αυτό δείχνει ότι οι αλλαγές στην ομιλία αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της παθολογίας της νόσου Αλτσχάιμερ ακόμη και όταν δεν υπάρχουν εμφανή γνωστικά ελλείμματα».
Τώρα απαιτούνται μακροχρόνιες μελέτες για να παρακολουθήσουν τους συμμετέχοντες που αποδίδουν πιο αργά στις δοκιμασίες ανάκλησης, ώστε να φανεί αν πράγματι θα αναπτύξουν άνοια ή άλλα γνωστικά προβλήματα στο μέλλον.
Άλλωστε, το ότι κάποιος έχει αυξημένα επίπεδα tau ή αμυλοειδών πλακών δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα εμφανίσει Αλτσχάιμερ. Παρά την αβεβαιότητα, οι επιστήμονες πλησιάζουν όλο και περισσότερο στην κατανόηση των λεπτών στοιχείων της ομιλίας μας για να μάθουν τι αποκαλύπτουν για τον εγκέφαλο.