Με ευρεία πλειοψηφία υιοθετήθηκε από τη ΓΣ του ΟΗΕ νέο Ψήφισμα για τα Υψίπεδα του Γκολάν. Υπέρ ψήφισαν 123 χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ινδία, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος. Επτά χώρες ψήφισαν κατά, μεταξύ αυτών οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, ενώ 41 κράτη απείχαν, μεταξύ αυτών η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αυστραλία.

Η Γενική Συνέλευση καλεί «όλη τη διεθνή κοινότητα» να υποστηρίξει την επανεκκίνηση της ειρηνευτικής διαδικασίας, ενώ ζητεί από τον Γενικό Γραμματέα να υποβάλει νέα έκθεση στην 81η Σύνοδο.

Το κείμενο του Ψηφίσματος, το οποίο επαναβεβαιώνει «τη θεμελιώδη αρχή του απαράδεκτου της απόκτησης εδάφους διά της βίας» και υπενθυμίζει την απόφαση 497 (1981) του Συμβουλίου Ασφαλείας, εκφράζει «βαθιά ανησυχία ότι το Ισραήλ δεν έχει αποσυρθεί από το συριακό Γκολάν, το οποίο βρίσκεται υπό κατοχή από το 1967».

Επιπλέον, χαρακτηρίζει την απόφαση του Ισραήλ, της 14ης Δεκεμβρίου 1981, να επιβάλει τη νομοθεσία και διοίκηση του στα κατεχόμενα εδάφη ως «άκυρη και άνευ καμίας ισχύος» και καλεί το Τελ Αβίβ να την ανακαλέσει.

Το Ψήφισμα επισημαίνει επίσης ότι «η συνέχιση της κατοχής του συριακού Γκολάν και η de facto προσάρτησή του αποτελούν εμπόδιο στην επίτευξη δίκαιης, συνολικής και διαρκούς ειρήνης στην περιοχή». Παράλληλα, ζητεί από το Ισραήλ να αποσυρθεί «από όλο το κατεχόμενο συριακό Γκολάν έως τη γραμμή της 4ης Ιουνίου 1967» και να επαναλάβει τις διαπραγματεύσεις στα συριακό και λιβανικό μέτωπο.

Την ίδια στιγμή, η νέα έκθεση του Γενικού Γραμματέα (S/2025/784) για τις δραστηριότητες της UNDOF καλύπτει την περίοδο 18 Αυγούστου – 15 Νοεμβρίου 2025 και σκιαγραφεί μια ιδιαίτερα ασταθή κατάσταση στο πεδίο. Σύμφωνα με την έκθεση, «η συνολική κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή των επιχειρήσεων της UNDOF παρέμεινε ασταθής» ενώ καταγράφηκαν «πολλαπλές σημαντικές παραβιάσεις της Συμφωνίας Αποχώρησης Δυνάμεων» του 1974 .

Η έκθεση αναφέρει ότι η UNDOF συνέχισε να παρατηρεί «την παρουσία και δραστηριότητες των Iσραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων στην περιοχή διαχωρισμού», οι οποίες «συνιστούν παράβαση της Συμφωνίας». Περιγράφει επίσης «εκτεταμένες εργασίες μηχανικού, τη δημιουργία εμποδίων και την τοποθέτηση συρματοπλέγματος και προειδοποιητικών πινακίδων για νάρκες».

Ως προς τον εναέριο χώρο, η UNDOF αναφέρει «αύξηση περιστατικών αεροπορικής δραστηριότητας», συμπεριλαμβανομένων «μαχητικών αεροσκαφών και drones που διέσχιζαν τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός», ενώ παρατηρήθηκαν και επιχειρήσεις με ελικόπτερα από την πλευρά του Ισραήλ.

Η έκθεση καταγράφει επίσης σημαντικό αριθμό καταγγελιών από τοπικές κοινότητες σχετικά με τη δραστηριότητα των ισραηλινών δυνάμεων. Κάτοικοι της περιοχής διαχωρισμού ανέφεραν στην UNDOF ότι «οι Ισραηλινές δυνάμεις εισέβαλαν και έψαξαν σπίτια τη νύχτα, ανέκριναν κατοίκους και συνέλαβαν ορισμένους».

Σημειώνεται ακόμη ότι κατά την περίοδο αναφοράς οι κινήσεις της UNDOF περιορίστηκαν σε έξι περιπτώσεις λόγω «οδικών φραγμών που έστησαν οι Ισραηλινές δυνάμεις στην περιοχή διαχωρισμού», ενώ σε ένα περιστατικό στρατιώτες του Ισραήλ «πέταξαν πέτρες» και κινήθηκαν «επιθετικά» προς προσωπικό της αποστολής, με τις ισραηλινές αρχές να ζητούν συγγνώμη στη συνέχεια.

Στο τμήμα των παρατηρήσεών του, ο Γενικός Γραμματέας εκφράζει «βαθιά ανησυχία» για τις παραβιάσεις της Συμφωνίας του 1974 και ζητεί «την άμεση παύση όλων των ενεργειών που είναι ασύμβατες με αυτήν», υπογραμμίζοντας ότι «δεν θα πρέπει να υπάρχουν στρατιωτικές δυνάμεις και δραστηριότητες στην περιοχή διαχωρισμού πέραν της UNDOF». Επαναβεβαιώνει επίσης «τη δέσμευση των Ηνωμένων Εθνών στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας».

Ο ΓΓ προειδοποιεί ότι «οποιαδήποτε διέλευση ή πυρά δια μέσου της γραμμής κατάπαυσης του πυρός αποτελεί παραβίαση της Συμφωνίας» και καλεί τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να συμβάλουν στην αποτροπή κλιμάκωσης. Παράλληλα, σημειώνει ότι και οι δύο πλευρές «εξακολουθούν να δηλώνουν προσηλωμένες» στη Συμφωνία του 1974 και ότι η UNDOF διατηρεί «εποικοδομητικό διάλογο» με τις δύο πλευρές, που βοήθησε στην αποκλιμάκωση σε περιόδους έντασης.

Ο κ. Γκουτέρες υπογραμμίζει την ανάγκη εξασφάλισης πλήρους ελευθερίας κινήσεων στην αποστολή, συμπεριλαμβανομένης της επανάληψης «των δεκαπενθήμερων επιθεωρήσεων» που δεν διευκολύνονται από τον Δεκέμβριο 2024.